Σε δύσκολες καταστάσεις οι πρωθυπουργοί στρέφονται στα βασικά και στοιχειώδη. Αυτό θα κάνει και ο Μητσοτάκης. Αφού η αυτοδυναμία και η απόλυτη εξουσία έχει τελειώσει, θα φροντίσει να κρατήσει τη σχετική, με συνεταίρο.
Ο Γιώργος Καρελιάς γράφει στο Νews247 υπό τον τίτλο “Δεξιότερα Κουροπάτκιν”, η μόνη “σίγουρη” συνταγή για τον Μητσοτάκη:
Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κινδυνεύει να πάθει την πανωλεθρία που έπαθε κατά τον ρωσοϊαπωνικό πόλεμο, στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Ρώσος στρατηγός Αλεξέι Κουροπάτκιν. Τότε που δεν μπορούσε να διαβάσει τη…συμβουλή μιας αθηναϊκής εφημερίδας να πάει «δεξιότερα», για να νικήσει τους Ιάπωνες. Η φράση απέκτησε έκτοτε συμβολική σημασία, αποδίδοντας τη συνήθη μπαρουφολογία των απανταχού καφενόβιων.
Σήμερα τα καφενεία δεν ασχολούνται με τέτοια. Όμως, δίνουν και παίρνουν οι «συμβουλές» προς τον Μητσοτάκη για το που και πώς πρέπει «να το πάει», τώρα που έχει αρχίζει να στραβώνει η δεύτερη θητεία του. Ο ίδιος αποκρούει το «κλίνατε επί δεξιά», που θέλουν «σαμαρικοί», «καραμανλικοί» και πάσης φύσεως «παραδοσιακοί». Και επιμένει στο «κεντρώο άνοιγμα». Ευλόγως, αφού(θεωρεί ότι) αυτό του έδωσε δύο φορές το 40%.
Βεβαίως, αυτό μπορεί να είναι ένας μύθος. Το 2019 η ΝΔ του Μητσοτάκη έφτασε στο 40%, όχι επειδή έγινε «κεντρώα»(ασαφής έννοια), αλλά επειδή το μεγαλύτερο κομμάτι του εκλογικού σώματος ήθελε να επανέλθει μια «κανονικότητα», μετά από δέκα χρόνια κρίσης. «Κανονικότητα» που δεν μπόρεσε-ήταν αντικειμενικά αδύνατο-να ολοκληρώσει ο ΣΥΡΙΖΑ
Και το 2023 το 40% επαναλήφθηκε, όχι γιατί η ΝΔ του Μητσοτάκη εξακολουθούσε να είναι «κεντρώα», αλλά διότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην πρώτη θητεία της μοίρασε 50 δισεκατομμύρια σε εκατομμύρια ψηφοφόρους και η αντιπολίτευση δεν ήξερε πού πατούσε και πού πήγαινε.
Στη δεύτερη τετραετία (αν φτάσει να γίνει τέτοια…) τα πράγματα αλλάζουν. Δεν είναι η «κατάρα» που τη συνοδεύει, αυτό είναι ένα δημοσιογραφικό εφεύρημα. Είναι που την έχουν πάρει από κάτω τα γεγονότα, γι’ αυτό και το 40% έχει οριστικά τελειώσει. Το 28% των ευρωεκλογών (θα) «παίζει μπάλα» στο εξής. Αυτό σημαίνει αυτοδυναμία τέλος, αλλά όχι και αλλαγή εξουσίας, μπορεί να σημαίνει συνδιαχείριση.
Όλα θα κριθούν από το αν η ΝΔ του Μητσοτάκη θα καταφέρει να κρατήσει το περίφημο «ένα τρίτο». Αυτό που, όπως λένε οι έρευνες, «ζει καλά» ή απλώς «τα καταφέρνει» και δεν θέλει να ρισκάρει κάτι άλλο. Δεν έχει σημασία που τα «δύο τρίτα» είτε «δεν βγάζουν το μήνα» είτε «δεν βλέπουν φως» στην προσωπική και οικογενειακή τους ζωή.
Σήμερα τα καφενεία δεν ασχολούνται με τέτοια. Όμως, δίνουν και παίρνουν οι «συμβουλές» προς τον Μητσοτάκη για το που και πώς πρέπει «να το πάει», τώρα που έχει αρχίζει να στραβώνει η δεύτερη θητεία του. Ο ίδιος αποκρούει το «κλίνατε επί δεξιά», που θέλουν «σαμαρικοί», «καραμανλικοί» και πάσης φύσεως «παραδοσιακοί». Και επιμένει στο «κεντρώο άνοιγμα». Ευλόγως, αφού(θεωρεί ότι) αυτό του έδωσε δύο φορές το 40%.
Βεβαίως, αυτό μπορεί να είναι ένας μύθος. Το 2019 η ΝΔ του Μητσοτάκη έφτασε στο 40%, όχι επειδή έγινε «κεντρώα»(ασαφής έννοια), αλλά επειδή το μεγαλύτερο κομμάτι του εκλογικού σώματος ήθελε να επανέλθει μια «κανονικότητα», μετά από δέκα χρόνια κρίσης. «Κανονικότητα» που δεν μπόρεσε-ήταν αντικειμενικά αδύνατο-να ολοκληρώσει ο ΣΥΡΙΖΑ
Και το 2023 το 40% επαναλήφθηκε, όχι γιατί η ΝΔ του Μητσοτάκη εξακολουθούσε να είναι «κεντρώα», αλλά διότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην πρώτη θητεία της μοίρασε 50 δισεκατομμύρια σε εκατομμύρια ψηφοφόρους και η αντιπολίτευση δεν ήξερε πού πατούσε και πού πήγαινε.
Στη δεύτερη τετραετία (αν φτάσει να γίνει τέτοια…) τα πράγματα αλλάζουν. Δεν είναι η «κατάρα» που τη συνοδεύει, αυτό είναι ένα δημοσιογραφικό εφεύρημα. Είναι που την έχουν πάρει από κάτω τα γεγονότα, γι’ αυτό και το 40% έχει οριστικά τελειώσει. Το 28% των ευρωεκλογών (θα) «παίζει μπάλα» στο εξής. Αυτό σημαίνει αυτοδυναμία τέλος, αλλά όχι και αλλαγή εξουσίας, μπορεί να σημαίνει συνδιαχείριση.
Όλα θα κριθούν από το αν η ΝΔ του Μητσοτάκη θα καταφέρει να κρατήσει το περίφημο «ένα τρίτο». Αυτό που, όπως λένε οι έρευνες, «ζει καλά» ή απλώς «τα καταφέρνει» και δεν θέλει να ρισκάρει κάτι άλλο. Δεν έχει σημασία που τα «δύο τρίτα» είτε «δεν βγάζουν το μήνα» είτε «δεν βλέπουν φως» στην προσωπική και οικογενειακή τους ζωή.
Στις εκλογές αποφασίζουν οι (σχετικά) περισσότεροι. Το «ένα τρίτο» αρκεί στον Μητσοτάκη. Μπορεί αυτή τη φορά όχι για να είναι αυτοδύναμος και να κάνει ό,τι θέλει, αλλά για να κυβερνά με συνεταίρο.
Όμως, για να κρατήσει αυτό το «ένα τρίτο», δηλαδή λίγο πάνω από το 30%, δεν έχει άλλη συνταγή από το «δεξιότερα». Και αυτό, σε συμβολικό επίπεδο, σημαίνει δύο πράγματα:
Το ένα έχει ήδη συντελεσθεί: η αποκήρυξη της «woke ατζέντα». Το έκανε ο ίδιος ο πρωθυπουργός λίγο μετά την εκλογή Τραμπ. «Πήρε πόδι» και ο οικονομικός σύμβουλός του, ο οποίος τον ώθησε προς την ψήφιση του νόμου για γάμο των ομοφύλων. Δεν είναι πλέον χρήσιμος.
Το άλλο επίκειται: ο Μητσοτάκης σε λίγο θα επιλέξει τον νέο υποψήφιο για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Κι εδώ, αν θέλει να κρατήσει το κόμμα του μπετόν, δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει τη συνταγή «δεξιότερα». Ένας υποψήφιος τύπου Τασούλα θα του έδινε τη «λύση», αφού και άνετα θα εκλεγόταν και τους «σαμαράδες» θα ξεδόντιαζε.
Σε δύσκολες καταστάσεις οι πρωθυπουργοί στρέφονται στα βασικά και στοιχειώδη. Αυτό θα κάνει και ο Μητσοτάκης. Αφού η αυτοδυναμία και η απόλυτη εξουσία έχει τελειώσει, θα φροντίσει να κρατήσει τη σχετική, με συνεταίρο.
Και πιθανότατα θα τα καταφέρει, αφού δεν έχει απέναντί του κάτι που να τον απειλεί ευθέως. Το ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη παίζει τον ρόλο «υπεύθυνη αντιπολίτευση» και έχει ψιλοζαλιστεί από το δημοσκοπικό αέρα. Το βράδυ των επόμενων εκλογών δεν θα ξέρει πώς να διαχειριστεί τη «νίκη» του και τότε θα βρεθεί στην πιο δύσκολη θέση. Πιο αριστερά, στον άλλοτε χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε σκορποχώρι. Όσο, λοιπόν, η αντιπολίτευση διαμοιράζει ιμάτια της, η ΝΔ του Μητσοτάκη θα κάνει τα στοιχειώδη και θα κυβερνά. Το «ένα τρίτο» θα αφήνει στην άκρη τα «δύο τρίτα».
Τούτων δοθέντων ο Μητσοτάκης μάλλον δεν έχει ανάγκη από συμβουλές. Το μόνο που έχουν να ελπίζουν οι αντίπαλοί του είναι να ισχύσει γι’ αυτόν η ρήση του Όσκαρ Ουάιλντ: «Δεν μου αρέσει να μου δίνουν συμβουλές. Μπορώ να κάνω και μόνος μου λάθη»…