Μιλάω με το φίλο μου τον Αλέκο στα Τρίκαλα. Όσο προλαβαίνω δηλαδή, γιατί έχει πέσει το ρεύμα σχεδόν παντού στην πόλη και κάνει οικονομία στο κινητό ο κολλητός, μην τύχει και ξεμείνει τέτοιες άγριες ώρες.
«Τι γίνεται εκεί;», τον ρωτάω.
«Τι να γίνει ρε Χρηστάρα;», μου λέει. «Πλημμυρίσαμε, χαμός γίνεται, άμα δεν είσαι εδώ να το δεις, δεν το πιστεύεις…»
«Και πάλι καλά είσαστε εσείς», του απαντάω. «Παραδίπλα στην Καρδίτσα τους έπνιξε το νερό».
«Τυχεροί είμαστε εμείς μπροστά σ’ αυτούς», μου λέει. «Κι εδώ μαύρα χάλια, αλλά στην Καρδίτσα τα ‘χουν δει όλα».
Και κάπως έτσι πήγε η κουβέντα, με τοπικές λεπτομέρειες που δεν έχει νόημα να τις καταθέσω εδώ, άμα δεν είσαι ντόπιος τι να καταλάβεις;
Τέλος πάντων, είπαμε το ‘να, είπαμε τα’ άλλο, είπαμε και για την Πανάθα (πράσινο αίμα στις φλέβες και των δυο μας!), κάποια στιγμή μας έπιασε φιλοσοφική διάθεση (κάνει και γιόγκα ο Αλέκος, τι να σας πω, αντίχριστος!), αρχίσαμε να αραδιάζουμε τι πρέπει να κάνει ένας δήμαρχος για την πόλη του. Καθόμαστε και τα μετράμε:
- Να καθαρίζει τα φρεάτια
- Να πλένει τα πεζοδρόμια
- Να μαζεύει τα σκουπίδια
- Ν’ αλλάζει λάμπες στους φανοστάτες
«Στα Τρίκαλα ρε γκαζμά», του απαντάω, «στην Κυψέλη που θα βρεθούν τα άδεια οικόπεδα τίγκα στα ξερόχορτα;»
«Αυτό είναι δικό σας πρόβλημα, όχι δικό μας», μου λέει ο Αλέκος και κάπου εκεί ο διάλογος ξαναγύρισε στην Τριφυλλάρα και στο πόσο θα επηρεάσει την ομάδα η θλάση του Βαγιαννίδη.
Τα δικά μας τα προβλήματα λοιπόν. Τα προβλήματα μιας πρωτεύουσας που έγινε μικρό Παρίσι μέσα σε λίγη ώρα, υπό την έννοια ότι απέκτησε και Σηκουάνα εκτός από βουλεβάρτο. Στο ρόλο του πολυτραγουδισμένου ποταμού η Βασιλίσσης Σοφίας, που από τη μία στιγμή στην άλλη μεταμορφώθηκε από λεωφόρο σε χείμαρρο. Σε σκηνοθεσία Τζορτζ Ρομέρο, παρακαλώ, μιλάμε για ταινία τρόμου περιωπής, να την προβάλλεις στις σκοτεινές αίθουσες και να κατουριούνται απ’ το φόβο οι θεατές. Ούι Παναϊαμ, τι ‘ναι τούτο που βλέπω!
Αυτά συμβαίνουν όμως όταν προτιμάς τα μεγαλεία από την ταπεινοφροσύνη. Όταν γουστάρεις λάμψη και χλίδα, αντί για ρουτίνα και χαμαλίκα. Όταν θες να γράφουν για σένα τα διεθνή ΜΜΕ και όχι οι ψωροφυλλάδες της πατρίδας σου. Άλλωστε αύριο, μεθαύριο μια άλλη σελίδα, μια σελίδα ακόμη πιο λαμπρή και τιμημένη θα ξεκινήσει για σένα και η έρμη η πρωτεύουσα δεν θα είναι τίποτε άλλο από ένα μακρινό παρελθόν, μια σκιά, μια ανάμνηση.
Εκτός κι αν προκύψει τιμωρητική ψήφος!
Δεν το αποκλείω, δεν το αποκλείω ούτε καν για τους φανατικούς του 41τακατό, να το ρίξουν παραδίπλα το κουκί και καλά για να εκφράζουν την αγωνία τους, την ανησυχία τους, την αγανάκτησή τους. Σιγά τα καρμπολάχανα, δημοτικές και περιφερειακές είναι, δεν είναι εκλογές για κυβέρνηση που κάνει τα κουμάντα. Άλλωστε δεν χρειάζεται να ξεφύγουν και τόσο πολύ από το «γαλάζιο» μαντρί. Μπορούν κάλλιστα να ψηφίσουν έναν «αντάρτη» της παρατάξεως (Δυτική Μακεδονία, Ανατολική Μακεδονία – Θράκη, Ιόνια νησιά, Βόρειο Αιγαίο , Πελοπόννησο, μου είπε ο συνάδελφος Πάνος Σώκος ότι κατεβαίνουν για τις περιφερειακές), πιο εύκολα θα το ρίξει το χέρι το κουκί.
Κι ύστερα, πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι:
Ένα pass εδώ, δυο pass παραπέρα, τσάκω κι έναν χριστουγεννιάτικο μποναμά για να ζεσταθεί η αγορά, όπατσι κουμπάρε όπατσι, ξανά μανά 41 τακατό στις ευρωεκλογές. Και το πάρτυ συνεχίζεται…
Υ.Γ. 1: Να σας πω την αμαρτία μου παιδιά, μου λείπουν εκείνες οι «έξυπνες συσκευές ρυπογόνων μικροσωματιδίων», που τις είχαν κρεμάσει σαν τα κουκουνάρια στην Ομόνοια. Καθεμιά τους ισοδυναμούσε με τριάντα δέντρα λεβέντες μου, μην το ξεχνάμε αυτό, καθεμιά τους ισοδυναμούσε με τριάντα δέντρα!
Υ.Γ. 2: Το πατρικό μου είναι στα Τρίκαλα. Ο πατέρας μου ήταν από την Καρδίτσα, τα χωριά που πλημμύρισαν τα έχω περπατήσει. Έχω συγγενείς στη Λάρισα και στο Βόλο. Άνθρωποι είμαστε κι εμείς παιδιά, δεν είμαστε ποτηρόπανα…
Χρήστος Ξανθάκης
Voices / Newpost (08.9.2023)