Σκίτσο: John Antono / Εφημερίδα των Συντακτών |
Κερδίζοντας το στοίχημα της οικονομικής ανεξαρτησίας και το πείραμα της ασυμβίβαστης, ερευνητικής δημοσιογραφίας
Ο τίτλος αυτού του εισαγωγικού σημειώματος στην ειδική, επετειακή έκδοση των «Νησίδων» της Εφημερίδας των Συντακτών, τις οποίες αποστερούμε σήμερα από το καθιερωμένο πολιτισμικό τους περιεχόμενο για να φιλοξενήσουν το αφιέρωμα στα 12χρονα της «Εφ.Συν.», παραφράζει τον τίτλο του θρυλικού μυθιστορήματος του Χρόνη Μίσσιου.
Αλλά λίγο-πολύ κυριολεκτούμε με τον τίτλο αυτόν, όσον αφορά τη δύσκολη συγκυρία στην οποία γεννήθηκε το μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα μεγάλο «πείραμα» μιας συνεταιριστικής, ανεξάρτητης καθημερινής εφημερίδας, με μόνους εργοδότες τους αναγνώστες της, όπως λέει -και κυριολεκτεί- ένα από τα πρώτα διαφημιστικά μηνύματα με το οποίο η «Εφημερίδα των Συντακτών» συστήθηκε στο κοινό, τον Νοέμβριο του 2012.
Πράγματι, καθώς διανύουμε τη χρονιά του μεγάλου, «στρογγυλού» απολογισμού των 50 χρόνων από την πτώση της χούντας και την εκκίνηση της περιόδου που ονομάστηκε Μεταπολίτευση, μπορεί να πει κανείς ότι αυτή η μοναδική εφημερίδα εκδόθηκε αργά. Η έκρηξη ιδεών, ρευμάτων, κινημάτων, πολιτικών αντιπαραθέσεων, κοινωνικών συγκρούσεων που εκδηλώθηκε ιδιαίτερα την πρώτη δεκαετία της Μεταπολίτευσης ήταν ίσως το ιδανικό περιβάλλον για μια εναλλακτική όχι μόνο στο περιεχόμενο, αλλά και στο μοντέλο ιδιοκτησίας και διαχείρισης εφημερίδα, ανάμεσα στα παραδοσιακά εκδοτικά σχήματα (με τους παλιούς ή νέους ιδιοκτήτες τους) και τα κομματικά έντυπα της Αριστεράς, που γνώριζαν κι αυτά την εκδοτική ακμή τους. Κι αυτό το εναλλακτικό ιδιοκτησιακό και διαχειριστικό μοντέλο θα μπορούσε να είναι η «Ελευθεροτυπία», κατ' εξοχήν προϊόν της Μεταπολίτευσης, αν δεν περνούσε σε μια παραδοσιακή εταιρική ιδιοκτησία, διατηρώντας ωστόσο όλα τα ιδιαίτερα, και σχεδόν μοναδικά για τον μεταπολιτευτικό Τύπο, χαρακτηριστικά της αυτονομίας της δημοσιογραφικής έρευνας και άποψης.
Είναι γνωστό, βεβαίως, ότι η «Εφημερίδα των Συντακτών» είναι από πολλές απόψεις «παιδί» της «Ελευθεροτυπίας», από την άποψη ότι ο βασικός όγκος των συντελεστών του συνεταιριστικού εγχειρήματος ήταν δημοσιογράφοι, τεχνικοί και διοικητικοί εργαζόμενοι της μικρής εκδοτικής «αυτοκρατορίας» που κατέρρευσε το 2012. Αλλά, κυρίως, η «Εφημερίδα των Συντακτών» είναι προϊόν της κρίσης των ΜΜΕ. Για την ακρίβεια, της μνημονιακής κρίσης των ελληνικών ΜΜΕ, που αποκάλυψε το σαθρό επιχειρηματικό και χρηματοδοτικό μοντέλο στο οποίο βασίζονταν και οδήγησε σε κατάρρευση ή αλλαγή ιδιοκτησίας πέντε μεγάλους μιντιακούς ομίλους, στην ανεργία εκατοντάδες εργαζομένους τους, σε δραστική συρρίκνωση την άλλοτε κραταιά διαφημιστική αγορά και σε ξεγύμνωμα των νοσηρών σχέσεων των μιντιακών ομίλων με τις χρεοκοπημένες τράπεζες, τις οποίες υποχρεώθηκε να διασώσει η ελληνική κοινωνία με το βουνό χρέους που επωμίστηκε.
Το πείραμα του 2012, η δημιουργία μιας ανεξάρτητης συνεταιριστικής εφημερίδας που ανήκει στους εργαζομένους της, κινείται στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς, είναι ταυτόχρονα φιλόξενη σε κάθε άποψη -με ρητή εξαίρεση όσων κηρύσσουν τον φασισμό, τον ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία, τον σεξισμό-, τολμά τη σε βάθος δημοσιογραφική έρευνα ακόμη και σε ακανθώδη θέματα που διώχνουν πιθανούς «πελάτες» και δυσαρεστούν ακόμη και «φιλικούς» πολιτικούς χώρους, οι οποίοι ενδεχομένως διεκδικούν αποκλειστική (ίσως και «ιδιοκτησιακή») σχέση με την «Εφ.Συν.», ήταν από κάθε άποψη μια αποκοτιά. Αλλά έχει ήδη πετύχει.
Θεωρούμε επιπλέον τεκμήριο της επιτυχίας αυτής ακόμη και την επικείμενη επανέκδοση της «Ελευθεροτυπίας», υπό άλλο βέβαια ιδιοκτησιακό καθεστώς. Πολλοί μας ρωτούν αν αισθανόμαστε «απειλή» από την έκδοση μιας εφημερίδας που τεκμαίρεται ότι θα απευθυνθεί περίπου στο ίδιο αναγνωστικό κοινό με το δικό μας.
Οχι, κατηγορηματικά όχι. Ισα ίσα που χαιρόμαστε πραγματικά που σε μια περίοδο τρομακτικής κρίσης του έγχαρτου Τύπου και κατάρρευσης των κυκλοφοριών του θα κυκλοφορήσει ακόμη μία εφημερίδα, θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας, θα προστεθεί μια φωνή ενημέρωσης. Εστω και υπό ένα καθεστώς πρωτοφανούς συγκέντρωσης μέσων σε έναν και μόνο επιχειρηματικό όμιλο. Μακάρι να συναγωνίζονται περισσότερα ΜΜΕ και περισσότεροι δημοσιογράφοι στην «εξόρυξη» της αλήθειας, στη χαρά της είδησης, στην έγκυρη και τεκμηριωμένη ανάλυση, στην αληθινή δημοσιογραφική έρευνα που δεν λογοδοτεί σε καμιάς μορφής εξουσία και δεν αυτολογοκρίνεται, στην ανάκτηση της σχεδόν εξαερωμένης εμπιστοσύνης των πολιτών στις εφημερίδες, στα ΜΜΕ, στην ίδια τη δημοσιογραφία.
Αλλά, αν για πολλές δεκαετίες ίσχυαν -και ισχύουν- απόλυτα οι «Πέντε δυσκολίες να γράψει κανείς την αλήθεια», που με απαράμιλλο τρόπο παρέθετε ο Μπρεχτ το 1935 απευθυνόμενος στους προοδευτικούς συγγραφείς της εποχής του ως όπλο για την αντιμετώπιση του φασισμού (διαβάστε το συγκλονιστικό κείμενό του στις επόμενες σελίδες), όταν μιλούμε για τη δημοσιογραφία της εποχής μας πρέπει να προσθέσουμε στις πέντε αλήθειες του Μπρεχτ και μια έκτη: την οικονομική ανεξαρτησία.
Ανεξάρτητη δημοσιογραφία, χωρίς να έχουν ο δημοσιογράφος και το μέσο ενημέρωσης ελευθερία από οικονομικούς καταναγκασμούς και εκβιασμούς, από την (αυτο)λογοκρισία που επιβάλλουν τα συμφέροντα του ιδιοκτήτη, από τις εξαρτήσεις που υφαίνουν κέντρα οικονομικής ισχύος και κυβερνήσεις που διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα, είναι πρακτικά αδύνατη.
Και γι' αυτό το «πείραμα» της ανεξάρτητης, συνεταιριστικής «Εφ.Συν.» γίνεται περισσότερο από ποτέ υπόθεση αυτών που όλοι εμείς -δημοσιογράφοι, τεχνικοί, διοικητικοί- θεωρούμε μοναδικούς εργοδότες μας: τους αναγνώστες της έντυπης εφημερίδας και της ιστοσελίδας μας.
Ομολογούμε τις εξαρτήσεις μας. Εξαρτιόμαστε από κάθε φύλλο της εφημερίδας που αγοράζετε, από κάθε ευρώ ενίσχυσης που εισφέρετε, από κάθε συνδρομή που καταβάλλετε, από κάθε άρθρο που διαβάζετε, από κάθε σχόλιο που κάνετε στην ιστοσελίδα μας και στα σόσιαλ μίντια. Είμαστε 12 χρόνια σκλάβοι σας, σκλάβοι της ανεξάρτητης ενημέρωσης. Από σας, τους αναγνώστες, εξαρτάται πόσα ακόμη χρόνια ή δεκαετίες θα είμαστε ζωντανοί.
ΕΦ.ΣΥΝ.