Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Αριστερά 2.0: Έχει ανάγκη από ηγέτες ή από σταχανοβίτες;


Από τότε που πέθανε η μαμά, όταν ανεβαίνω πατρίδα χαρχαλεύω τα χαρτιά τα δικά της και του μπαμπά. Κόπους, αγωνίες, κέρδη, απώλειες και σταθμούς μιας ζωής. Βλέπε, για παράδειγμα, ένα έγγραφο του 1986, από τη διεύθυνση “Εσωτερικών” της Νομαρχίας Τρικάλων με αριθμό πρωτοκόλλου 13145. Όπου πιστοποιείται ότι “σύμφωνα με τις διατάξεις του Α.Ν. 971/1949 όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα του Ν. 1285/1982, ο Αρχοντής του Λάμπρου και της Εριφύλης αναγνωρίστηκε με το αριθμ. Α4/1986 πρακτικό της οικείας επιτροπής κρίσεως σαν αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης 1941-1944 ως ακολούθως:
Σαν μέλος των Εθνικών Ανταρτικών Ομάδων ΕΠΟΝ, από 31/3/1943 ως 18/10/1944”.

Ο μπαμπάς, βέβαια, επειδή ήτανε κορόιδο και πραγματικά αγωνιζότανε για έναν καλύτερο κόσμο, συνέχισε με την ΕΠΟΝ και μετά απ’ την κατοχή, οπότε τον μπουζουριάσανε οι ασφαλίτες στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδαζε και τον στείλανε να βλέπει τον κόσμο πίσω από τα κάγκελα του Γεντί Κουλέ. Με ραπόρτο για εκτελεστικό απόσπασμα κι ευτυχώς τον έσωσε τελευταία στιγμή ο αδερφός του ο Θρασύβουλος που μόλις είχε βγει απ’ την Ευελπίδων και εγγυήθηκε για τον “κατσαπλιά”. Για να βιώσει ο Αρχοντής είκοσι χρόνια ταλαιπωρίας ως τη χούντα και άλλη μια επταετία ατέλειωτου τρόμου κατόπιν, αλλά δεν πειράζει οι συνταγματαρχαίοι μας απομάκρυναν από τα νταούλια της Ανατολής και μας έφεραν κοντά στη Δύση και στους γιεγιέδες όπως σημειώνουν οι έγκριτοι καθηγηταί. Μια αναπνοή πήρε ο πατέρας μου το 1974 με Δημοκρατία και Καραμανλή κι άλλη μία, ακόμη μεγαλύτερη, το 1981 με Αλλαγή και Αντρέα. Και κατάφερε να ζήσει ελεύθερος τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια της ζωής του…

Πράγμα το οποίον μας φέρνει στην ταινία “Άρωμα Γυναίκας”. Όχι την παλιά την ιταλική, την σχετικώς καινούρια του Χόλυγουντ, με Αλ Πατσίνο μέσα. Πρώην καραβανάς ο πρωταγωνιστής, τυφλός γιατί απ’ τη σούρα του ‘σκασε μια χειροβομβίδα στα χέρια, πικραμένος απ’ τη ζωή και τις μαλακίες της, πάει Νέα Υόρκη μ’ έναν πιτσιρικά για συνοδεία, περνάει καλά, το γλεντάει, αποπειράται ν’ αυτοκτονήσει, δεν τον αφήνει ο άλλος, επιστρέφουν αμφότεροι στη βάση τους, εκείνοι που βρίσκεται το σχολείο του νεοσσού. Με τον νεοσσό να περνάει από τύπου δίκη και να πρέπει να καρφώσει κάτι συμμαθητές του που κάνανε μαντάρα το αυτοκίνητο του διευθυντή. Και δεν καρφώνει!
Τον πρεσάρουν, τον πιέζουν, τον ζουπάνε που λένε και στο χωριό, τίποτα αυτός, εκεί βράχος. Ώσπου κάποια στιγμή αγανακτεί ο Αλ Πατσίνο και αμολάει ένα λογύδριο φοβερό και τρομερό, στην ιστορία του σινεμά έμεινε. Από εκεί μου έχει μείνει κι εμένα η φάση, όπου γυρνάει στους καθηγητές και παραδέχεται ότι πολλές φορές στη ζωή του βρέθηκε στο σταυροδρόμι, από τη μία ο δρόμος της Αρετής και από την άλλη ο δρόμος της Κακίας, στην Αρετή ήθελε να πάει κι όλο στην Κακία τράβαγε. Γιατί; Διότι όπως είπε κι ο ίδιος:
Με την Αρετή ήταν δύσκολο, ήταν πάρα πολύ δύσκολο!

Και ποιος έχει όρεξη για δυσκολίες, ποια έχει όρεξη για δυσκολίες στην Ελλάδα 2.0, όπου κάθεσαι μπροστά στο κομπιούτερ και κοπανάς μια ψηφιακή τζίφρα στο ψήφισμα της Καρυστιανού για το έγκλημα των Τεμπών και είσαι απόλυτα ήσυχος με τη συνείδησή σου; Για να τραβήξεις ύστερα από δυο μήνες το δρόμο, το στρατί προς την παραλία και να μην μπεις διόλου στον κόπο της ψήφου έστω στις ξεφτιλισμένες της Ευρωεκλογές. Ούτε μισή ώρα να μη δώσεις για να τρομάξουν έτσι λιγάκι, έτσι τόσο δα οι κυβερνώντες που ακούραστα μας ευλογάνε πρωί, μεσημέρι και βράδυ. Λυπούμαι πολύ παλικάρια και γοργόνες μου, αλλά εκεί που άλλοι και άλλες ήταν έτοιμοι και έτοιμες να δώσουν τις ζωές τους για μια φωτεινότερη Ελλάδα, εσείς ούτε τον πυρετό σας δεν έχετε όρεξη να προσφέρετε. Και κάθε μοίρα μαύρη σας αξίζει!

Χρήστος Ξανθάκης
Voices / Newpost