Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Ξεκαθάρισμα λογαριασμών ή πόλεμος θέσεων;


Πριν από έναν χρόνο
ο Στέφανος Κασσελάκης εκλέχτηκε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., αποδεικνύοντας επί της ουσίας πως το κόμμα αυτό ήταν ξέφραγο αμπέλι. Οποιος περνούσε απέξω κι έβλεπε φως, μπορούσε όχι μόνο να μπει μέσα αλλά και να αναδειχθεί στη θέση του αρχηγού. Κάτι, δηλαδή, που δεν συμβαίνει σε κανένα σοβαρό κόμμα, ούτε και στο τελευταίο σωματείο.

Ολοι τότε δικαιολόγησαν αυτή την κατάσταση με το σκεπτικό ότι αιώνιος και αδιαμφισβήτητος αρχηγός θα ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Οπότε δεν χρειαζόταν να τεθούν όροι και προϋποθέσεις για να μπορεί να θέσει κάποιος υποψηφιότητα για τη θέση του προέδρου.

Μπορεί να είναι κι έτσι. Αλλά αυτό δεν συνιστά ούτε σοβαρότητα ούτε στοιχειώδη πρόνοια για το ενδεχόμενο τα πράγματα να εξελιχθούν αλλιώς. Και φυσικά συνιστά δημοκρατική πρόνοια για ένα κόμμα που διεκδικεί την κυβέρνηση. Είναι δυνατόν σε ένα κόμμα που είναι αξιωματική αντιπολίτευση και θέλει να γίνει κυβέρνηση να έχει τη δυνατότητα να γίνει αρχηγός –δηλαδή δυνάμει πρωθυπουργός– ο οποιοσδήποτε;

Στη βάση όλων αυτών κρίνεται απολύτως λογικό η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια η Κ.Ε. να θέλουν να διορθώσουν την περσινή... δυσλειτουργία. Κι άλλος τρόπος για να το κάνουν δεν υπάρχει πέραν των αποφάσεων που θα λάβουν, αφού στο συγκεκριμένο ζήτημα υπάρχει κενό καταστατικών ρυθμίσεων.

Σε αυτή την προσπάθεια, που είναι απολύτως εύλογη, υπάρχει ο κίνδυνος να επικρατήσουν σκοπιμότητες. Π.χ. να επιχειρηθεί ο αποκλεισμός Κασσελάκη από τους αντιπάλους του ή η πλευρά του τέως προέδρου να επιχειρήσει να αποκλείσει από υποψήφιους προέδρους εκείνους που φοβάται περισσότερο ή εκείνους που θέλει να εκδικηθεί.

Η αλήθεια είναι μία και απολύτως ξεκάθαρη. Ούτε ο κ. Κασσελάκης μπορεί να αποκλειστεί από υποψήφιος από τη στιγμή που μέχρι πριν από λίγες ημέρες ήταν πρόεδρος αλλά ούτε κανείς άλλος από τα πρωτοκλασάτα στελέχη.

Το καλύτερο που έχουν να κάνουν τα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ είναι να διαμορφώσουν τους όρους για μια ουσιαστική συζήτηση πάνω σε θέσεις μεταξύ των υποψήφιων προέδρων, ώστε το κόμμα τους να κερδίσει από αυτό, οποιαδήποτε κι αν είναι η εξέλιξη στο ζήτημα του προέδρου και της κομματικής ενότητας. Οτιδήποτε άλλο θα επιτείνει τους όρους κρίσης και διάλυσης.