Πρωτόγνωρη η τωρινή κατάσταση στο ΣΥΡΙΖΑ. Ο πρόεδρος έκπτωτος με μομφή από την πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής. Και η απειλή του διχασμού ρίχνει βαριά τη σκιά της, αφού για κάποιους η έκπτωση Κασσελάκη είναι επιστροφή στην κανονικότητα, ενώ για άλλους «πραξικόπημα». Άποψη που ο τέως πρόεδρος υιοθέτησε και υποκίνησε με την ακροτελεύτια ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή, τις κουκούλες, τη νομενκλατούρα, τις φράξιες, τις συνωμοσίες, κλπ.
Τα παραπάνω αναφέρει ο Θανάσης Καρτερός που ως φαίνεται επέστρεψε στην αρθρογραφία του στην Αυγή. Ο Καρτερός σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Και τωρα, τι κάνουμε;» επισημαίνει για τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ :
Το ερώτημα για τα -όσα- μέλη και φίλους του ΣΥΡΙΖΑ είναι: Και τώρα τι γίνεται; Ή για κείνους που δεν έχουν γυρίσει την πλάτη με την εικόνα των τελευταίων μηνών: Και τώρα τι κάνουμε; Αχαρτογράφητα νερά, κανένας οδικός χάρτης, καμιά δοκιμασμένη διαδικασία εξόδου. Τα μέλη και οι φίλοι τελικά θα αποφασίσουν. Εντάξει, αλλά η πραγματικότητα δεν περιμένει. Τι γίνεται μέχρι τις κάλπες; Πώς θα κινηθεί το τραυματισμένο κόμμα, θα αποφύγει νέες απώλειες, θα αντιπολιτευτεί τον Μητσοτάκη;
Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, υπάρχουν όμως τουλάχιστον τα αυτονόητα. Πρώτον, συλλογικότητα-συλλογικότητα-συλλογικότητα. Αναζήτηση όχι βέβαια ομοφωνίας, αλλά συγκλίσεων σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Θα ήταν ολέθρια και ανιστόρητη η συνέχιση, ή αναβάθμιση, του «εμφύλιου» με παντός είδους κατηγορίες, ή «αντεκδικήσεις». Η απωθητική φλυαρία που δεν παίρνει υπόψη το ευαίσθητο της στιγμής. Η μιζέρια -όλα χάθηκαν! Επί ξηρού ακμής, ο ΣΥΡΙΖΑ, και η ηγετική του ομάδα, καλείται να αποδείξει ότι μπορεί.
Μπορεί τι; Να βγάλει λάθος τη δήλωση Κασσελάκη, ότι «αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν σοβαρό κόμμα δε θα γινόμουν Πρόεδρος». Να αποδείξει ότι έκανε ένα σημαντικό βήμα ανάκτησης της σοβαρότητάς του. Να μη διαπράξει τα ίδια λάθη. Να μην επιτρέψει σε «αλεξιπτωτιστές» να παίξουν παιγνίδια. Να τηρήσει κατά γράμμα το καταστατικό. Οι υποψήφιοι να εκθέσουν την πλατφόρμα τους και να έχουν ισχυρή στήριξη στο έκτακτο συνέδριο. Ουσία και όχι -πάλι- καλλιστεία.
Δεν είναι λίγα, ούτε εύκολα. Είναι όμως εκ των ων ουκ άνευ. Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να αποδείξει ότι σφάλλουν οι «ληξίαρχοι» του τέλους του. Ότι στην έρημο των τελευταίων μηνών φύλαξε φωλιές νερού -συλλογική συνείδηση και αίσθημα αυτοσυντήρησης. Κι ότι μπορεί να επιστρέψει στο «εμείς» και να εκπροσωπήσει την ελπίδα της αλλαγής. Για τον εαυτό του και την κοινωνία…
Το ερώτημα για τα -όσα- μέλη και φίλους του ΣΥΡΙΖΑ είναι: Και τώρα τι γίνεται; Ή για κείνους που δεν έχουν γυρίσει την πλάτη με την εικόνα των τελευταίων μηνών: Και τώρα τι κάνουμε; Αχαρτογράφητα νερά, κανένας οδικός χάρτης, καμιά δοκιμασμένη διαδικασία εξόδου. Τα μέλη και οι φίλοι τελικά θα αποφασίσουν. Εντάξει, αλλά η πραγματικότητα δεν περιμένει. Τι γίνεται μέχρι τις κάλπες; Πώς θα κινηθεί το τραυματισμένο κόμμα, θα αποφύγει νέες απώλειες, θα αντιπολιτευτεί τον Μητσοτάκη;
Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, υπάρχουν όμως τουλάχιστον τα αυτονόητα. Πρώτον, συλλογικότητα-συλλογικότητα-συλλογικότητα. Αναζήτηση όχι βέβαια ομοφωνίας, αλλά συγκλίσεων σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Θα ήταν ολέθρια και ανιστόρητη η συνέχιση, ή αναβάθμιση, του «εμφύλιου» με παντός είδους κατηγορίες, ή «αντεκδικήσεις». Η απωθητική φλυαρία που δεν παίρνει υπόψη το ευαίσθητο της στιγμής. Η μιζέρια -όλα χάθηκαν! Επί ξηρού ακμής, ο ΣΥΡΙΖΑ, και η ηγετική του ομάδα, καλείται να αποδείξει ότι μπορεί.
Μπορεί τι; Να βγάλει λάθος τη δήλωση Κασσελάκη, ότι «αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν σοβαρό κόμμα δε θα γινόμουν Πρόεδρος». Να αποδείξει ότι έκανε ένα σημαντικό βήμα ανάκτησης της σοβαρότητάς του. Να μη διαπράξει τα ίδια λάθη. Να μην επιτρέψει σε «αλεξιπτωτιστές» να παίξουν παιγνίδια. Να τηρήσει κατά γράμμα το καταστατικό. Οι υποψήφιοι να εκθέσουν την πλατφόρμα τους και να έχουν ισχυρή στήριξη στο έκτακτο συνέδριο. Ουσία και όχι -πάλι- καλλιστεία.
Δεν είναι λίγα, ούτε εύκολα. Είναι όμως εκ των ων ουκ άνευ. Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να αποδείξει ότι σφάλλουν οι «ληξίαρχοι» του τέλους του. Ότι στην έρημο των τελευταίων μηνών φύλαξε φωλιές νερού -συλλογική συνείδηση και αίσθημα αυτοσυντήρησης. Κι ότι μπορεί να επιστρέψει στο «εμείς» και να εκπροσωπήσει την ελπίδα της αλλαγής. Για τον εαυτό του και την κοινωνία…