Διαβάζουμε αναλύσεις κυρίως από αριστερούς κύκλους, περί συντηρητικοποίησης των Ευρωπαϊκών κοινωνιών με «δεξιές/ακροδεξιές στροφές», οι οποίες εν πολλοίς αγνοούν εκούσια ή ακούσια την ευθύνη των αριστερών και κεντροαριστερών κομμάτων, τα οποία προσπαθούν να διεισδύσουν κοινωνικά με «εμπροσθοφυλακή» κατά κύριο λόγο τον δικαιωματισμό. Γεγονός διόλου τυχαίο.
Δευτερευόντως προσπαθούν με τις οικονομικές τους θέσεις οι οποίες όσον αφορά την κεντροαριστερά είναι βασισμένες σε ένα μετέωρο ρεφορμισμό μεταξύ φιλελευθερισμού και κεϋνσιανισμού.
Όσο για την αριστερά η προσπάθεια αναλώνεται σε μια πεπαλαιωμένη ρητορική η οποία στα αυτιά της πλειοψηφίας ακούγεται γραφική πλέον. Έναν «επαναστατισμό» που έχει πια «ξεφτίσει» τόσο, που γίνεται ύλη για σάτιρα παρά για ανατροπή.
Αυτό που καταρρακώνει την αριστερά εν γένει, είναι η αποτυχία της στην δεκαετία της κρίσης, να πείσει πως υπάρχει μια σοβαρή οικονομική εναλλακτική. Να πείσει πως διαθέτει αξιόπιστο σχέδιο προς μια πιο σοσιαλίζουσα κατεύθυνση.
Η απόλυτη κυριαρχία των αγορών επισφραγίστηκε στα μάτια του κόσμου, όταν είδε αριστερές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις να «υποτάσσονται» στις νεοφιλελεύθερες οικονομικές συνταγές σωτηρίας υπό το βάρος μιας άτακτης χρεοκοπίας, για την οποία δεν διέθεταν ουσιαστικά σχέδια αντιμετώπισης.
Σοβαρές και περιεκτικές απαντήσεις δηλαδή, στα επιτακτικά ερωτήματα που γεννά η πραγματικότητα μιας άτακτης χρεοκοπίας στο υπάρχον οικονομικό περιβάλλον.
Αυτή η σοβαρή δομική αδυναμία ενός πολιτικού χώρου που αυτοπροσδιορίζεται ως οικονομικά ριζοσπαστικός με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, έκανε κοινωνικές ομάδες που παραδοσιακά στήριξαν με την ψήφο τους αριστερούς και κεντροαριστερούς σχηματισμούς να χάσουν κάθε εμπιστοσύνη σε αυτούς.
Να στρέφονται σε πιο συστημικές λύσεις αλλά και ακροδεξιές ή νεοναζιστικές «αντισυστημικές» κυρίως στην υπόλοιπη Ευρώπη, απαρνημένοι τον ματαιωμένο ριζοσπαστισμό της αριστεράς.
Σε λύσεις που δεν υπόσχονται ανεκπλήρωτες ανατροπές αλλά ρεαλισμό, οικονομικό «ορθολογισμό» και αυστηρή «κοστολόγηση» ή δεξιά «αντισυστημικότητα». Μια αντισυστημικότητα που στην ουσία είναι βαθιά συστημική.
Αυτή είναι η μεγαλύτερη ήττα της αριστεράς σε πολιτικό επίπεδο την δεκαετία που μας πέρασε. Τα αποτελέσματα της γίνονται αντιληπτά σήμερα.
Η πλειοψηφία του κόσμου είτε δεν την πιστεύει είτε την «φοβάται» λόγω «διαχειριστικής ανεπάρκειας», είτε αρνείται να συμπορευτεί με κάτι που θεωρεί απαρχαιωμένο σε μεγάλο βαθμό. Και εδώ βρίσκεται και η πρόκληση για την σύγχρονη αριστερά και κεντροαριστερά.
Η ανανέωση της θεωρίας της και των εφαρμογών της στο πεδίο είναι το διακύβευμα του παρόντος και όχι η εναπόθεση της ευθύνης στην νοημοσύνη της κοινωνίας που «αδυνατεί» να συλλάβει το «συμφέρον» της.
Το πως θα κατορθώσει να ανανεωθεί εκ βάθρων στα μάτια και τα αυτιά της κοινωνίας που της γυρνάει την πλάτη μαζικά.
Η επιστροφή στις «ρίζες» που επιχειρεί για παράδειγμα η «Νέα Αριστερά» αποδεικνύεται ανεπαρκής προς το παρόν, ενώ η στροφή προς το κέντρο του ΣΥΡΙΖΑ μη πειστική. Η κοινωνία κουράστηκε και επιδιώκει «ηρεμία» και ασφάλεια, όχι «αχαρτογράφητο» και επισφάλεια.
Το καλοκαίρι του 2015 συνεχίζει μέχρι και σήμερα να επηρεάζει τους εγχώριους πολιτικούς συσχετισμούς παρά το ότι φαίνεται τόσο μακρινό πλέον.
Χάρης Φιλιππάκης