Καλή σας μέρα αγαπητές αναγνώστριες και αγαπητοί αναγνώστες, το τεμπελχανείο ο ρεπόρτερ Ξανθάκης είμαι εγώ. Και δια του λόγου το αληθές, διόλου δεν καθυστερώ και παραθέτω απόσπασμα από όσα έγραψε εδώ στο Newpost ο διευθυντής μας Νίκος Παναγιωτόπουλος σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Η υπονόμευση Τσίπρα σε Κασσελάκη: Μια επιστροφή στο παρελθόν για τον ΣΥΡΙΖΑ ή ώρα για ξεκαθάρισμα λογαριασμών;»:
«Η υποστήριξή του Αλέξη Τσίπρα προς τον Στέφανο Κασσελάκη, έναν νέο και άγνωστο τότε πολιτικό, φάνηκε αρχικά ως μια τακτική κίνηση για να διατηρήσει τον έλεγχο του κόμματος απέναντι στην Έφη Αχτσιόγλου και την ομάδα της. Όμως, όταν ο Κασσελάκης δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του «μικρού» και δεν εξελίχθηκε στο εργαλείο που θα του άνοιγε τον δρόμο για μια πιθανή επιστροφή, ο Τσίπρας φέρεται να γύρισε την πλάτη του και να υπονομεύει ανοιχτά τον νέο ηγέτη.Κι επειδή δεν είμαι μόνο φυγόπονος αλλά και πλάσμα ονειροπαρμένο με ροπή προς τη μυθολογία, ορίστε ένα ακόμη απόσπασμα από το πολυαγαπημένο βιβλίο «Τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου» (δια χειρός Στέφανου Γρανίτσα, εκδόσεις «Εστία»), που νομίζει ότι εξηγεί επακριβώς όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Από το λήμμα «Το τυφλοπόντικο», λα τα μινόρια:
Γιατί όμως να επιθυμεί την επιστροφή του ο Αλέξης Τσίπρας; Τι νέο έχει να προσφέρει σε ένα κόμμα και μια χώρα που τον απέρριψαν; Μήπως είναι ώρα να αναγνωρίσει ότι ο κύκλος του έχει κλείσει; Ο ελληνικός λαός και οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ αξίζουν μια καθαρή και ειλικρινή απάντηση.
Αν ο Τσίπρας επιθυμεί πραγματικά να επιστρέψει στο πολιτικό προσκήνιο, οφείλει να βγει από το παρασκήνιο και να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις του. Οι μυστικές συναντήσεις και οι σχέσεις υπονόμευσης δεν τιμούν ούτε τον ίδιο ούτε το κόμμα που κάποτε ηγήθηκε. Αντί να εργάζεται για το καλό του ΣΥΡΙΖΑ, υπονομεύει το μέλλον του και διαιρεί ένα ήδη ταλαιπωρημένο κόμμα».
«Μια φορά το Ποντίκι πήγε στη θάλασσα και της είπε:
– Έρχομαι να σε πάρω γυναίκα. Με κυνηγάει όλος ο κόσμος και θέλω να πιαστώ από μεγάλο σόι. Μου είπαν πως εσύ είσαι το δυνατότερο στοιχειό…
– Εγώ, Ποντίκι μου, είμαι δυνατό στοιχειό; είπ’ η Θάλασσα. Βλέπω εγώ Θεού πρόσωπο άμα πεισμώσ’ ο Άνεμος; Με βάζει αυτό το θηρίο και χορεύω στο ταψί…
– Ώστε ο Άνεμος είναι το δυνατότερο στοιχειό;
– Αμ’ ποιος άλλος είναι; είπεν η Θάλασσα.
Το Ποντίκι έφυγε και πήγε στον Άνεμο.
– Άνεμε, του λέει, έμαθα πως είσαι το δυνατότερο στοιχειό…
– Ποιος σου το είπε! Εγώ, παιδί μου, δυνατό στοιχειό; Ξεριζώνω τίποτε παλιόδενδρα, πνίγω κανένα καΐκι, κι άμα αγγίξω το Βουνό σπάζω τα μούτρα μου και γυρίζω πίσω…
Το Ποντίκι πήγε στο Βουνό.
– Βουνό, του είπε, έμαθα πως είσαι το δυνατότερο στοιχειό.
– Εγώ δύναμη, παιδί μου; Ξέρω αν θα ‘μια ορθό σε λίγη ώρα ή θα κυλίσω στο ποτάμι; Ορίζω ζωή εγώ απ’ το Κρυφοπόντικο, που μου σκάβει το κορμί νύχτα μέρα;
Χρήστος Ξανθάκης