Τετάρτη 31 Ιουλίου 2024
Το καλοκαίρι που χάθηκε μέσ’ στην ακρίβεια και τον κυνισμό
Τα καρπούζια δεν είναι ακριβά αν τα πάρεις σε φέτες!
Οι τουρίστες χρειάζονται χώρο, κάτσε σπίτι σου!Ακούς διαφημίσεις ότι έχει προσφορά 10 ευρώ τη φέτα και οφείλεις να κουνήσεις την ουρά σου για να δείξεις τη χαρά σου!
Ζηλεύεις όταν ακούς κάποιον ότι πήγε διακοπές;
Κοιτάς περίεργα τον ίδιο, παραθεριστή, της προηγούμενης φράσης, προσπαθώντας να καταλάβεις σε ποια υποχθόνια οργάνωση είναι και έχει τόσο χρήμα να δώσει για να πάει δέκα μέρες σε νησί.
50 λεπτά αναμονή για να έρθει το λεωφορείο στη στάση. Είναι αρκετά για να σε «κρατήσουν» ήρεμο-στη συνήθη μας καταστολή;
50 ευρώ για πλάκα στο σούπερ μάρκετ και μετά από δυο μέρες πάλι είναι άδειο το ψυγείο και αναπάντητο το ερώτημα: τι θα φάμε σήμερα;
12 ευρώ τα σύκα στα φτηνιάρικα τοπικά μανάβικα, 19 ευρώ στα ντελικατέσεν. Κι αναγκαστικά να πάρεις όλο το κεσεδάκι και όπου βγει… (για να προλάβω τίποτα τύπους που θα πουν παρε δύο…)
8 και 9 ευρώ ένα ποτάκι στο μπαρ (όχι το ναυάγιο) εκεί που πας να πάνε τα φαρμάκια κάτω, ή να κάνεις ένα καμάκι, ή απλώς να δεις τους φίλους σου.
Τρελός φόρος που ξεπερνά πολλούς μισθούς; (Οκ αυτό το ανέχεσαι γιατί στηρίζεις το κράτος που σου προσφέρει όλα τα παραπάνω!)
Γενικώς ζούμε την στην εποχή που η ανέχεια παίρνει πολλές μορφές.
Ναι δεν είμαστε στην οικονομική κρίση της εποχής των μνημονίων. Είμαστε στην επόμενη φάση. Πού είναι χειρότερη. Ζούμε στην εποχή που ο κυνισμός αντιμετωπίζεται ως ρεαλισμός – έτσι το πλασάρουν καλοπληρωμένοι παπαγάλοι της εξουσίας. Ζούμε στην μετά-κρίσης εποχή του φόβου. Και ο φόβος είναι ο χειρότερος εχθρός που λέει το τραγούδι αλλά και η πραγματικότητα.
Ο φόβος μας κάνει αδιάφορους. Και ο συνδυασμός αυτός είναι η τραγωδία μιας κοινωνίας.
Χάνουμε την ύπαρξη μας, χάνουμε το κέφι μας, χάνουμε τα όνειρά μας και παραιτημένοι ακολουθούμε μια ρουτίνα που μας κάνει να τρέχουμε να προλάβουμε να πληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας και μόνο αυτό.
Κι αυτό μας φέρνει σε ένα σπιράλ κατήφειας, μοναχικότητας και απαισιοδοξίας – εύκολα «θύματα» των κυνικών που υποδαυλίζουν τον «φόβο» μη τυχόν και ξεφύγει κανείς…
Γιάννης Καφάτος