Κυριακή 14 Ιουλίου 2024

Λευτεριά στον Βιετναμέζο βελονιστή!


Πριν από 27 χρόνια, ο Γιώργος Νταλάρας είχε μηνύσει τον Τζίμη Πανούση επειδή τον σατίριζε στις παραστάσεις του. Ενα εκατομμύριο δραχμές ζητούσε για κάθε φορά που ο Τζιμάκος έβγαζε από το στόμα του τη λέξη «Νταλάρας». Σαν ο Τζίμης έβγαινε από το γραφείο του εισαγγελέα (δεν θυμάμαι αν ήταν γι' αυτή την υπόθεση ή για τη σάτιρά του ακόμα και στον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο), δεκάδες δημοσιογράφοι ήταν παρόντες για να του πάρουν μια δήλωση. Τι δήλωσε ο παμμέγιστος; «Λευτεριά στον Βιετναμέζο βελονιστή!».

Ο Τζίμης είχε εφεύρει, βλέπεις, την τρολιά πριν ανακαλυφθεί ο όρος. Ετυχε (τυχερά είν' αυτά) την ίδια μέρα οι Αρχές να έχουν συλλάβει πράγματι έναν Βιετναμέζο βελονιστή, διασήμων μάλιστα (όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κων/νος Μητσοτάκης) με την κατηγορία πως κάνει κάτι περίεργα, σατανιστικά με τις βελόνες του και κάτι τέτοια - δεν θυμάμαι και πολύ καλά, ένεκα νεαροτάτου ηλικίας τότες. Θυμάμαι όμως ξεκάθαρα το γέλιο της μάνας μου σαν άκουσε την ατάκα του Πανούση. Τότε ήταν που αποφάσισα κι εγώ πως μπάστα πια με τη σοβαροφάνεια - αυτή την αφήσαμε στους σοβαρούς κατόχους της αλήθειας των πάντων (τουλάχιστον!). Μπάστα και με τη γλύκα - αυτή την αφήσαμε στα ζαχαροκάλαμα.

Βέβαια, αυτό που δεν ήξερα σαν έπαιρνα τόσο σοβαρές αποφάσεις για τη ζωή μου ήταν πως ο εν λόγω Βιετναμέζος είχε πάρε και δώσε με τη ρωσική μαφία, με συμβόλαια θανάτου και πληρωμένους εκτελεστές (ούτε ο Τζιμάκος τα 'ξερε αυτά τότε). Για τη ρώσικη δεν ξέρω έως τα σήμερα - ούτε τη μαφία, ούτε τη σαλάτα. Κάτι σκαμπάζω, ωστόσο, από την ιταλική (και μαφία και σαλάτα).

Κάπου 120 χρόνια πριν, έφτανε με την οικογένειά του στις ΗΠΑ από τη Σικελία ο Σαλβατόρε Λουκάνια, που έμελλε να γίνει ο πιο διαβόητος από τους μαφιόζους. Στην ιστορία έμεινε γνωστός ως Λάκι Λουτσιάνο («Ο τυχερός Λουτσιάνο»), ακριβώς γιατί είχε καταφέρει να αποφύγει δεκάδες απόπειρες δολοφονίας εναντίον του. Ενώ έγινε για χρόνια το «μεγάλο αφεντικό», εν τέλει πιάστηκε και καταδικάστηκε. Ελα όμως που σκάει ο Β' Π.Π. και οι Αρχές φοβήθηκαν ότι ναζί πράκτορες είχαν βάλει φωτιά στο πολεμικό πλοίο «Νορμανδία» στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Και ποιος έλεγχε το λιμάνι, ακόμα κι απ' τη φυλακή; Ο Λάκι. Παίρνουν τα μούτρα τους το λοιπόν, και κάνουν συμφωνία μαζί του (απλώς σε καλύτερες φυλακές τον μετέφεραν, μη νομίζεις) ώστε να προστατεύει το λιμάνι. Ο Λάκι, κάτι από πατριωτισμό, καθώς μισούσε τον Μουσολίνι γιατί πίστευε πως είχε κάνει μεγάλο κακό στη χώρα του -ειδικά τον ιταλικό Νότο τον ξεπάστρεψε ολωσδιόλου-, κάτι για να πάρει το αίμα του πίσω (δεν το λες και λίγο να σε παρακαλάει το FBI με πεσμένα παντελόνια), και δέχτηκε και εξαιρετικά βοήθησε: και κατασκόπους βρήκε και το λιμάνι άθικτο έμεινε.

Κάπως έτσι, ξεκίνησε η «Επιχείρηση Υπόκοσμος»: η συνεργασία μεταξύ αμερικανικής κυβέρνησης και μαφίας, υπό τη «φυλακισμένη» ηγεσία του Λουτσιάνο. Ακόμα και η θριαμβευτική νίκη στην αγγλοαμερικανική εισβολή στη Σικελία το 1943, χάρη σ' αυτόν επετεύχθη. Ενεκα που ο Λουτσιάνο παρείχε σημαντικές πληροφορίες για το φασιστικό καθεστώς που μισούσε (αλλά είχε ανθρώπους που ήξεραν και μάθαιναν), ένεκα οι χάρτες που έδωσε για τον τόπο, η μάχη κερδήθηκε.
Ο Λουτσιάνο, πολύ λογικά, περίμενε μετάλλιο. Ούτε συγχωροχάρτι δεν πήρε. Μετά τον πόλεμο αποφυλακίστηκε και εστάλη στην Ιταλία να πεθάνει, γέρος και απογοητευμένος.

Κάποτε, το κράτος συνεργαζόταν με τη μαφία, για να κερδίσει τους φασίστες. Τώρα, το κράτος κυβερνάται από το παρακράτος, που έχει γίνει επίσημο, νόμιμο, εκλεγμένο. Με εγκληματίες στην κυβέρνηση και στα υπουργεία (σωστά, κυρία Λίνα μου;). Δεν χρειάζεται να συνεργαστεί με τη μαφία - δεν θέλει κανόνες. Ούτε ιεραρχία. Μόνο αρχηγό έχει, που απαιτεί. Δεν θέτει κανόνες - τους παραβιάζει. Οσο για τους φασίστες, είναι. Δεν τους πολεμά. Είναι.

Ποιος ο αρχηγός του στην Ελλάδα; Μία είναι η απάντηση και δεν την αλλάζω με τίποτα (κι όποιος κατάλαβε, είθε να πει την αλήθεια): Λευτεριά στον Βιετναμέζο βελονιστή!