Η Ντόρα Μπακογιάννη, είπε χθες ότι έπρεπε να έχουν κυρωθεί τα πρωτόκολλα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Καθαρή μπηχτή για την κυβέρνηση του κόμματός της. Ο Γιώργος Καρελιάς γράφει σχετικά στο News247 υπό τον τίτλο «Η Ντόρα ξέρει: Αθώοι “ρεμπεσκέδες”, κουτοπόνηροι ψηφοθήρες…»:
Το «μακεδονικό» ταλανίζει την εξωτερική πολιτική της χώρας τα τελευταία 35 χρόνια, από τότε που οι εθνικισμοί διέλυσαν την ενιαία Γιουγκοσλαβία και οι (σημερινοί) Βορειομακεδόνες ήθελαν να αποκαλούνται(σκέτο) «Μακεδόνες».
Το παιχνίδι, ως προς το όνομα, είχε σχεδόν χαθεί για την Ελλάδα, αφού όλος ο κόσμος, μεταξύ των οποίων ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα και πολλοί Ευρωπαίοι, αποκαλούσαν την (όπως λέγαμε εμείς) «χώρα των Σκοπίων» με το όνομα «Μακεδονία» (σκέτο). Και μόνο στα επίσημα έγγραφα και στη διπλωματική γλώσσα βλέπαμε την τότε διεθνή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (αγγλιστί FYROM).
Eίχαν προηγηθεί τα αλήστου μνήμης εθνικο-θρησκευτικά συλλαλητήρια και το δάκρυ του μακαρίτη Κωνσταντίνου Καραμανλή, που συντήρησαν την ψευδαίσθηση ότι θα επιβάλαμε το αξίωμα «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική». Για την ακρίβεια δεν επρόκειτο για ψευδαίσθηση, αλλά για ιστορική παραχάραξη. Πρώτον, διότι δεν ισχύει. Στα Βαλκάνια υπάρχουν τρεις γεωγραφικές περιοχές με το όνομα Μακεδονία. Στην Ελλάδα, στη Βουλγαρία και στη σημερινή Βόρεια Μακεδονία. Δεύτερον, διότι η Ελλάδα το είχε αποδεχθεί αυτό επισήμως, καθώς συναλλασσόταν επί δεκαετίες εγγράφως με την «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», μία από τις έξι «Δημοκρατίες» της (ενιαίας) Γιουγκοσλαβίας του Τίτο.
Η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν η πιο σωστή πράξη της κυβέρνησης Τσίπρα. Διότι έλυσε, αξιοπρεπώς για την Ελλάδα, το θέμα του ονόματος του γειτονικού κράτους. Από κανένα λογικό άνθρωπο δεν μπορεί να διαφεύγει ότι, με τη συμφωνία αυτή, έγινε κάτι πολύ σπάνιο στις διεθνείς σχέσεις: ένα κράτος υποχρεώθηκε να αλλάξει το Σύνταγμά του και, κυρίως, το όνομά του. Το (σκέτο) Μακεδονία έγινε Βόρεια Μακεδονία. Όλος ο κόσμος, που αποκαλούσε το γειτονικό μας κράτος Μακεδονία, το αποκαλεί πλέον Βόρεια Μακεδονία.
Το παιχνίδι, ως προς το όνομα, είχε σχεδόν χαθεί για την Ελλάδα, αφού όλος ο κόσμος, μεταξύ των οποίων ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα και πολλοί Ευρωπαίοι, αποκαλούσαν την (όπως λέγαμε εμείς) «χώρα των Σκοπίων» με το όνομα «Μακεδονία» (σκέτο). Και μόνο στα επίσημα έγγραφα και στη διπλωματική γλώσσα βλέπαμε την τότε διεθνή ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (αγγλιστί FYROM).
Eίχαν προηγηθεί τα αλήστου μνήμης εθνικο-θρησκευτικά συλλαλητήρια και το δάκρυ του μακαρίτη Κωνσταντίνου Καραμανλή, που συντήρησαν την ψευδαίσθηση ότι θα επιβάλαμε το αξίωμα «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική». Για την ακρίβεια δεν επρόκειτο για ψευδαίσθηση, αλλά για ιστορική παραχάραξη. Πρώτον, διότι δεν ισχύει. Στα Βαλκάνια υπάρχουν τρεις γεωγραφικές περιοχές με το όνομα Μακεδονία. Στην Ελλάδα, στη Βουλγαρία και στη σημερινή Βόρεια Μακεδονία. Δεύτερον, διότι η Ελλάδα το είχε αποδεχθεί αυτό επισήμως, καθώς συναλλασσόταν επί δεκαετίες εγγράφως με την «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», μία από τις έξι «Δημοκρατίες» της (ενιαίας) Γιουγκοσλαβίας του Τίτο.
Η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν η πιο σωστή πράξη της κυβέρνησης Τσίπρα. Διότι έλυσε, αξιοπρεπώς για την Ελλάδα, το θέμα του ονόματος του γειτονικού κράτους. Από κανένα λογικό άνθρωπο δεν μπορεί να διαφεύγει ότι, με τη συμφωνία αυτή, έγινε κάτι πολύ σπάνιο στις διεθνείς σχέσεις: ένα κράτος υποχρεώθηκε να αλλάξει το Σύνταγμά του και, κυρίως, το όνομά του. Το (σκέτο) Μακεδονία έγινε Βόρεια Μακεδονία. Όλος ο κόσμος, που αποκαλούσε το γειτονικό μας κράτος Μακεδονία, το αποκαλεί πλέον Βόρεια Μακεδονία.
Ο ελληνικός στόχος, όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών- σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό– επετεύχθη απολύτως. Η τότε κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ κατάλαβε ότι προέχει η ένταξη της χώρας τους στην Ευρώπη, αν θέλουν να αλλάξουν τη μοίρα του λαού τους καταπολεμώντας τη φτώχεια και τις άλλες υστερήσεις. Οι τότε λυσσώδεις αντιδράσεις των εθνικιστών ή απλώς ανεγκέφαλων και των δύο πλευρών ήταν αναμενόμενες. Το κουσούρι αυτό είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένο στα Βαλκάνια.
Αν υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη τα πάει καλύτερα από τους άλλους, είναι τα εξωτερικά. Δεν κάνει τίποτα διαφορετικό από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Με μια διαφορά. Στο θέμα αυτό η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά συμπεριφέρονται κουτοπόνηρα, από τότε που ήταν στην αντιπολίτευση μέχρι και σήμερα.
Ως αντιπολίτευση έλεγαν ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι «επιζήμια», ενώ κατά βάθος γνώριζαν πολύ καλά ότι έλυνε αξιοπρεπώς ένα, σχεδόν χαμένο για την Ελλάδα, θέμα: του ονόματος. Νυν υπέρ πάντων η ψηφοθηρία. Έπρεπε να κερδίσουν τις εκλογές του 2019 και «χάιδευαν» τους (ντεμέκ, βεβαίως) μακεδονομάχους.
Ως κυβέρνηση συμπεριφέρθηκαν με σύνεση. Και τη Συμφωνία των Πρεσπών εφάρμοσαν (ενώ μια «επιζήμια», όπως έλεγαν, συμφωνία δεν την εφαρμόζεις) και κανένα «βέτο» στη γειτονική χώρα δεν έβαλαν, όπως απειλούσαν τότε. Παρόλα αυτά, υπάρχει και μια πρόσθετη κουτοπονηριά που διαρκεί πέντε χρόνια: δεν έφεραν στη Βουλή για κύρωση τα πρωτόκολλα που συνοδεύουν τη συμφωνία. Γιατί; Για να μην «τσιγκλήσουν» τον πρώτο «μακεδονομάχο» Αντώνη Σαμαρά και όσους ψηφοφόρους θέλγονται ακόμη από τον «μακεδονισμό».
Όλα αυτά τα είπε πολύ καλά χτες η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία έχει φάει το «μακεδονικό» με το κουτάλι και ξέρει ότι ήταν επιτυχία η λύση με σύνθετη ονομασία. Και η ίδια, ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή, αυτό επιδίωκε. Η κυρία Μπακογιάννη, λοιπόν, είπε χτες ότι έπρεπε να έχουν κυρωθεί τα πρωτόκολλα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Καθαρή μπηχτή για την κυβέρνηση του κόμματός της. Επίσης, μίλησε απαξιωτικά για το ενδεχόμενο να βρεθούν βουλευτές της ΝΔ που θα τα καταψηφίσουν. «Η ΝΔ είναι πολύ σοβαρό κόμμα. Αν έχουμε μια πολιτική κυριαρχία, αυτή οφείλεται στην υπευθυνότητα του πρωθυπουργού βεβαίως και, κυρίως, της κοινοβουλευτικής μας ομάδας. Εμείς δεν είμαστε ρεμπεσκέδες».
Βεβαίως, το «πολύ σοβαρό» κόμμα της ΝΔ, ο «υπεύθυνος» πρωθυπουργός και η «υπεύθυνη» κοινοβουλευτική του ομάδα επί πέντε χρόνια δεν έφεραν στη Βουλή τα πρωτόκολλα της Συμφωνίας. Και η Ντόρα γνωρίζει ότι αυτό έγινε εξαιτίας (ή για χάρη) του Αντώνη Σαμαρά και των λοιπών «μακεδονομάχων», που κάνουν καριέρες με τα «μακεδονικό».
Άρα, ποιοι είναι οι-κατά Μπακογιάννη- «ρεμπεσκέδες»; Σύμφωνα με τα λεξικά, «ρεμπεσκές» είναι ο ανεπρόκοπος, ο τεμπέλης. Και εν προκειμένω ο χαρακτηρισμός δεν ταιριάζει στην αντιπολίτευση, αν υποθέσουμε ότι γι’ αυτήν τον προόριζε η πρώην υπουργός. Επί πέντε χρόνια οι δικοί της κυβερνούν. Αλλά δεν ταιριάζει ούτε στον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του. Δεν κύρωσαν επί πέντε χρόνια τα πρωτόκολλα όχι επειδή είναι «ρεμπεσκέδες», αλλά επειδή είναι κουτοπόνηροι και ψαρεύουν ψήφους στα θολά νερά των εθνικιστών, των ούλτρα πατριωτών και των ψευτο-μακεδονομάχων.
Αν η Ντόρα θέλει να βοηθήσει στο θέμα αυτό, ας πει στον πρωθυπουργό όλη την αλήθεια. Κι επειδή δεν λέγονται όλα δημόσια, ας του το πει ιδιωτικά: σε τέτοια θέμα η πολύ κουτοπόνηρη ψηφοθηρία μπορεί τους γυρίσει μπούμερανγκ…
Αν υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη τα πάει καλύτερα από τους άλλους, είναι τα εξωτερικά. Δεν κάνει τίποτα διαφορετικό από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Με μια διαφορά. Στο θέμα αυτό η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά συμπεριφέρονται κουτοπόνηρα, από τότε που ήταν στην αντιπολίτευση μέχρι και σήμερα.
Ως αντιπολίτευση έλεγαν ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι «επιζήμια», ενώ κατά βάθος γνώριζαν πολύ καλά ότι έλυνε αξιοπρεπώς ένα, σχεδόν χαμένο για την Ελλάδα, θέμα: του ονόματος. Νυν υπέρ πάντων η ψηφοθηρία. Έπρεπε να κερδίσουν τις εκλογές του 2019 και «χάιδευαν» τους (ντεμέκ, βεβαίως) μακεδονομάχους.
Ως κυβέρνηση συμπεριφέρθηκαν με σύνεση. Και τη Συμφωνία των Πρεσπών εφάρμοσαν (ενώ μια «επιζήμια», όπως έλεγαν, συμφωνία δεν την εφαρμόζεις) και κανένα «βέτο» στη γειτονική χώρα δεν έβαλαν, όπως απειλούσαν τότε. Παρόλα αυτά, υπάρχει και μια πρόσθετη κουτοπονηριά που διαρκεί πέντε χρόνια: δεν έφεραν στη Βουλή για κύρωση τα πρωτόκολλα που συνοδεύουν τη συμφωνία. Γιατί; Για να μην «τσιγκλήσουν» τον πρώτο «μακεδονομάχο» Αντώνη Σαμαρά και όσους ψηφοφόρους θέλγονται ακόμη από τον «μακεδονισμό».
Όλα αυτά τα είπε πολύ καλά χτες η Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία έχει φάει το «μακεδονικό» με το κουτάλι και ξέρει ότι ήταν επιτυχία η λύση με σύνθετη ονομασία. Και η ίδια, ως υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Καραμανλή, αυτό επιδίωκε. Η κυρία Μπακογιάννη, λοιπόν, είπε χτες ότι έπρεπε να έχουν κυρωθεί τα πρωτόκολλα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Καθαρή μπηχτή για την κυβέρνηση του κόμματός της. Επίσης, μίλησε απαξιωτικά για το ενδεχόμενο να βρεθούν βουλευτές της ΝΔ που θα τα καταψηφίσουν. «Η ΝΔ είναι πολύ σοβαρό κόμμα. Αν έχουμε μια πολιτική κυριαρχία, αυτή οφείλεται στην υπευθυνότητα του πρωθυπουργού βεβαίως και, κυρίως, της κοινοβουλευτικής μας ομάδας. Εμείς δεν είμαστε ρεμπεσκέδες».
Βεβαίως, το «πολύ σοβαρό» κόμμα της ΝΔ, ο «υπεύθυνος» πρωθυπουργός και η «υπεύθυνη» κοινοβουλευτική του ομάδα επί πέντε χρόνια δεν έφεραν στη Βουλή τα πρωτόκολλα της Συμφωνίας. Και η Ντόρα γνωρίζει ότι αυτό έγινε εξαιτίας (ή για χάρη) του Αντώνη Σαμαρά και των λοιπών «μακεδονομάχων», που κάνουν καριέρες με τα «μακεδονικό».
Άρα, ποιοι είναι οι-κατά Μπακογιάννη- «ρεμπεσκέδες»; Σύμφωνα με τα λεξικά, «ρεμπεσκές» είναι ο ανεπρόκοπος, ο τεμπέλης. Και εν προκειμένω ο χαρακτηρισμός δεν ταιριάζει στην αντιπολίτευση, αν υποθέσουμε ότι γι’ αυτήν τον προόριζε η πρώην υπουργός. Επί πέντε χρόνια οι δικοί της κυβερνούν. Αλλά δεν ταιριάζει ούτε στον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του. Δεν κύρωσαν επί πέντε χρόνια τα πρωτόκολλα όχι επειδή είναι «ρεμπεσκέδες», αλλά επειδή είναι κουτοπόνηροι και ψαρεύουν ψήφους στα θολά νερά των εθνικιστών, των ούλτρα πατριωτών και των ψευτο-μακεδονομάχων.
Αν η Ντόρα θέλει να βοηθήσει στο θέμα αυτό, ας πει στον πρωθυπουργό όλη την αλήθεια. Κι επειδή δεν λέγονται όλα δημόσια, ας του το πει ιδιωτικά: σε τέτοια θέμα η πολύ κουτοπόνηρη ψηφοθηρία μπορεί τους γυρίσει μπούμερανγκ…