Γέλασα με την πρωτοσέλιδη προαναγγελία στη «Συντακτών» της Δευτέρας με μέσα θέμα (ρεπορτάζ) τη λαγάνα της Καθαρής Δευτέρας: «“Πετάει” με... χαρταετό το σαρακοστιανό τραπέζι». Γέλασα, γιατί θυμήθηκα, εκείνα τα χρόνια τα αξέχαστα που φτιάχναμε χαρταετούς μόνοι, με χαρτί γλασέ ή λαδόκολλα, μάνες (σκελετό), ζύγια, ουρά, σπάγκο κερωμένο ή κορδονέτο και για κόλλα... αλευρόκολλα. Θυμάμαι τους κακούς, κακιά ώρα σήμερα τους κερδοσκόπους, που για να σε κερδίσουν βάζανε κρυφά στην ουρά του αετού τους ξυραφάκια να κόψουν τον σπάγκο του δικού σου.
Ή έκαναν διάφορα κόλπα επιδέξια, όπως τώρα οι αισχροκερδείς: αμολούσαν καλούμπα να σε ξεγελάσουν ότι χαμηλώνουν και μετά, επιδέξια, μάζευαν απότομα τον σπάγκο, έκανε ο αετός κάτι κωλοτούμπες ελεγχόμενες που τις έλεγαν καπόνια και ρίχνανε εσένα, τον απονήρευτο και αδέξιο, στο άψε-σβήσε. Γύριζες μετά στο σπίτι με τον χαρταετό στο... άγνωστο, από ξυραφάκι ή σκαλωμένο στα καλώδια του ηλεκτρικού, από καπόνι.
Είδα μετά και τον τίτλο στο θέμα: «Ακριβή μου λαγάνα και φέτος...». Και μου ’ρθε το λογοπαίγνιο: της λαγάνας και της μαλαγάνας... Οπου μαλαγάνα, είναι άμεσο δάνειο, από το ισπανικό malagana (που θα πει λιποθυμία) και στα δικά μας, μεταφορικά, αυτός που με υποκρισία, πονηριές, κολακείες και γλειψίματα προσπαθεί να πετύχει τους σκοπούς του, εις βάρος σου· να κονομήσει αυτός, να ζημιώσεις εσύ· ενέργεια, μαλαγανιά. Ενώ, η αθώα λαγάνα, που πάνε να την κάνουν ένοχη οι συνεχείς ανατιμήσεις από τις ποικίλες μαλαγάνες, είναι ο αρχαίος άζυμος άρτος, που οι τότε το έλεγαν λάγανον.
Πόσο θα πάει φέτος το λάγανον; Αν κατάλαβα καλά, η τιμή του θα εξαρτηθεί από το... αεράκι της Καθαρής Δευτέρας. Αυτό θα ρυθμίσει, με τον «αυτοματισμό της αγοράς», διά του «υγιούς ανταγωνισμού» και το ύψος και το... βάθος της προαιρετικής ή υποχρεωτικής σαρακοστιανής νηστείας. Ο υπουργός Ανάπτυξης; Οπως πληροφορούμαι, μια χαρά... αναπτύσσεται και ίπταται...
- ** Το χρονογράφημα του Πέτρου Μανταίου στην Εφημερίδα των Συντακτών με τίτλο «Της λαγάνας και της μαλαγάνας... »