Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2024

Διαβάστε και κανένα πρόγραμμα!


Ταμείο κάνουν στην κυβέρνηση
. Δεν είναι σίγουροι για το αποτέλεσμα του μασάζ στους βουλευτές. Ελπίζουν αλλά δεν διακινδυνεύουν πρόβλεψη. Ενα επιχείρημα, που χρησιμοποιεί το μέγαρο Μαξίμου για να πείσει τους διαφωνούντες με το άγνωστο μέχρι τώρα σχέδιο νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια, είναι ότι υπάρχει αναφορά στο πρόγραμμα του κόμματος. 

Οι υποψήφιοι βουλευτές το στήριξαν, οι πολίτες μάς ψήφισαν με ποσοστό σαράντα και κάτι τοις εκατό, οπότε είμαστε συνεπείς, λένε. Μεγάλα λόγια, σαν κι αυτά που υπάρχουν στα προγράμματα των κομμάτων, συνοδευόμενα από υποσχέσεις, εξαγγελίες, δεσμεύσεις και στόχους.

Το συγκεκριμένο επιχείρημα
όμως δεν απαντά στο ερώτημα: Πόσοι από τους υποψήφιους βουλευτές του κόμματος και πόσοι από τους πολίτες που επέλεξαν τη Νέα Δημοκρατία είχαν διαβάσει το πρόγραμμα του κόμματος; Ελάχιστοι. Και πόσοι απ’ αυτούς είχαν προσέξει την αναφορά στο επίμαχο ζήτημα; Μερικοί από τους ελάχιστους. Και τελικώς πόσοι πίστεψαν ότι θα το κάνει πράξη η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας; Ελάχιστοι από τους μερικούς. Λέτε να αυθαιρετώ ως προς την καταγραφή του μεγέθους του αναγνωστικού κοινού; Δεν νομίζω. Απόδειξη; Οι μπόλικοι διαφωνούντες στο εσωτερικό της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και η μεγάλη δυσφορία στο εκλογικό ακροατήριο της παράταξης.

Κατά κανόνα τα προγράμματα των αστικών κομμάτων εκδίδονται για να μην κατηγορηθούν οι ηγεσίες τους ότι δεν έχουν θέσεις, προτάσεις, λύσεις για όλα τα ζητήματα που απασχολούν τις κοινωνίες. Είναι φλύαρα, γενικόλογα, γεμάτα μεγαλόστομες τιποτολογίες και σκοπίμως ασαφή στα κρίσιμα θέματα ώστε να μπορούν οι ηγεσίες να ελιχθούν και να υποστηρίξουν αργότερα και τη μία εκδοχή και την ακριβώς αντίθετή της. Κατά κανόνα τα προγράμματα τα διαβάζουν αυτοί και αυτές που τα γράφουν. Τουλάχιστον στα μέρη εκείνα που έχουν αναλάβει. Για το σύνολο δεν παίρνω όρκο. 

Οι αρχηγοί ενημερώνονται από τους συμβούλους τους για τα βασικά, τα στελέχη και οι υποψήφιοι βουλευτές τα διαβάζουν (αν τα διαβάζουν) διαγωνίως αφιερώνοντας λίγο χρόνο, οι σύνεδροι τα εγκρίνουν διά βοής σε πανηγυρικές συνεδριάσεις και οι ψηφοφόροι δεν παίρνουν χαμπάρι ούτε από τις κεντρικές κατευθύνσεις ούτε από τα επουσιώδη, γιατί στη δημόσια συζήτηση δεσπόζουν τα συνθήματα, οι αφορισμοί, οι καταγγελίες εναντίον των πολιτικών αντιπάλων, οι δίκες προθέσεων και τα δίπολα (καλός-κακός).

Αν τα αστικά κόμματα τιμωρούνταν παραδειγματικά για τις παραβιάσεις που έχουν κάνει στα προγράμματά τους (μερικές ωμές και εξόφθαλμες) θα έπρεπε να μην είχαν διεκδικήσει για δεύτερη φορά την εξουσία. Κι όμως τη διεκδίκησαν και την πήραν, δηλώνοντας μάλιστα με απύλωτο θράσος ότι ο λαός τούς δικαίωσε. Υπάρχουν περιπτώσεις που κυβερνήσεις εφάρμοσαν πολιτικές που ήταν σε ευθεία αντίθεση με το πρόγραμμά τους. Υπουργοί ψήφισαν και υλοποίησαν μνημόνια που δεν είχαν διαβάσει και όμως υποδύθηκαν τους ειδικούς. Μιλούσαν γι’ αυτά με στόμφο, έλεγαν ότι είναι μονόδρομος, ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, δεν δέχονταν παρατηρήσεις κι ας είχαν πλήρη άγνοια. Προφανώς κάποιοι εξ αυτών, οι πιο επιμελείς, είχαν μελετήσει το βιβλίο του Πιερ Μπαγιάρ «Πώς να μιλάμε για ένα βιβλίο που δεν έχουμε διαβάσει» (Πατάκης).

Υπάρχουν φυσικά οι εξαιρέσεις. Στα κόμματα της Αριστεράς γίνονται εξαντλητικές συζητήσεις (ακόμη και για το φύλο των αγγέλων), συγκρούσεις επί της ουσίας, αλλά και σε δευτερεύοντα ζητήματα (ο ναρκισσισμός της λεπτομέρειας). Μερικές φορές η αντιπαράθεση είναι οξεία και οδηγεί ακόμη και σε διασπάσεις. Με τα προγράμματα των κομμάτων ισχύει (τηρουμένων των αναλογιών) ό,τι με κάποια εμβληματικά έργα της πολιτικής και της οικονομικής σκέψης (π.χ. το Κεφάλαιο του Καρλ Μαρξ) και της λογοτεχνίας (π.χ. «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ): έχουν πολλούς, πάρα πολλούς θαυμαστές, αλλά λίγους, πολύ λίγους αναγνώστες.

Τάσος Παππάς