Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

Τσάο Μπέλα, Μπέλα τσάο


Η ταινία του Γιώργου Λάνθιμου Poor things προκάλεσε έντονο δημόσιο διάλογο και ακραία, αντιφατικά συναισθήματα: σε άλλους άρεσε πολύ και σε άλλους καθόλου, ενώ σίγουρα δεν προκάλεσε αισθήματα αδιαφορίας.
Εμείς θα θέλαμε να εστιάσουμε στον πολύ ενδιαφέροντα διάλογο που μπορεί να προκληθεί ανάμεσα σε συγγραφικά έργα διαφορετικών εποχών όπως και σε διαφορετικές τέχνες. Το μυθιστόρημα του Αλισντερ Γκρέι στο οποίο βασίστηκε η ταινία, μυθιστόρημα του 1992, ανοίγει σαφέστατα διάλογο με τη Μαίρη Σέλεϊ και τον «Φρανκενστάιν».

Ο Γκρέι τοποθετεί τη δράση στη βικτοριανή εποχή και, χωρίς να το λέει, φτιάχνει ένα δεύτερο μέρος του Φρανκενστάιν όπου όμως όλα ανατρέπονται. Στο Poor things το τέρας δεν είναι το κατασκεύασμα αλλά ο δημιουργός, πειραματόζωο κι εκείνος του ίδιου του του πατέρα. Αρα εδώ έχουμε ένα τέρας που κατασκευάζει άνθρωπο, είναι σαν το τέρας που έφτιαξε ο Φρανκενστάιν να κατασκευάζει αυτό την όμορφη Μπέλα αντιστρέφοντας τη βασική συνθήκη της Σέλεϊ.

Ετσι η συζήτηση μετατοπίζεται: ενώ στη Σέλεϊ το πρόβλημα είναι ότι ο άνθρωπος είναι ικανός να κατασκευάζει τέρατα, στο βιβλίο του Γκρέι γίνεται φανερό ότι από την ασχήμια μπορεί να φτιαχτεί ομορφιά, ότι η ψυχή δεν ταυτίζεται με το περίβλημα και ότι ο κύκλος της δημιουργίας και της καταστροφής είναι αέναος, όπως επίσης ο κύκλος της μαθητείας, της γνώσης, της σοφίας και της ματαιότητας. Επιπλέον, ενώ ο Φρανκενστάιν ψάχνει μέρος να κρυφτεί για να μη βλέπουν οι άλλοι την ασχήμια του, η Μπέλα γεννιέται φυλακισμένη από τον δημιουργό της και αποζητά να ζήσει ελεύθερη μέσα στον κόσμο.

Από το όχι και τόσο μακρινό 1992, ωστόσο, έχουν μεσολαβήσει το κίνημα MeToo και η ανάπτυξη της ρομποτικής και της τεχνητής νοημοσύνης. Ο Λάνθιμος εκμεταλλεύεται τα νέα ερεθίσματα για να οδηγήσει στα άκρα τις προθέσεις του Γκρέι, χωρίς ποτέ να χάσει την αξιοπιστία της αφήγησης.

Το νέο δημιούργημα, που έχει σώμα και πρόσωπο όμορφης νέας γυναίκας αλλά μυαλό παιδιού που εξελίσσεται, δίνει την ευκαιρία να σχολιάσει κανείς τον τρόπο λειτουργίας της τεχνητής νοημοσύνης, που δεν καταλαβαίνει από ηθικούς φραγμούς και κοινωνικές συμβάσεις, κάνει μόνο ψυχρούς υπολογισμούς. 
Η Μπέλα-παιδί δεν έχει τη σωματική εξάρτηση που έχει ένα κανονικό παιδί από τους γονείς του και αυτονομείται ταχύτατα, σαν κομπιούτερ που επεξεργάζεται γρήγορα και συνεχώς νέα data. Μπορεί να γνωρίσει ωμά τη σεξουαλικότητά της, μπορεί να γίνει και πόρνη σαν να έκανε μια υπολογισμένη επαγγελματική κίνηση, ανατρέποντας τη βικτοριανή εικόνα μιας πόρνης που είναι είτε αμαρτωλή είτε θύμα.

Ετσι ο Λάνθιμος ενδεχομένως σοκάρει κάποιους που δεν μπορούν να διανοηθούν την τόσο μεγάλη γυναικεία ελευθεριότητα, δείχνει όμως απλώς τη γυμνή αλήθεια όταν φεύγουν οι αλυσίδες της πατριαρχίας. Εχοντας μάλιστα το όπλο της εικόνας, κουρελιάζει την υποκρισία όπως κουρελιάζει τα φανταχτερά βικτοριανά ρούχα της αριστοκρατίας, που πλέον μετατρέπονται σε ψευτονοσταλγικές καρικατούρες, σε ψευδαισθήσεις στενών κορσέδων που πια απλώς αδυνατούν να φυλακίσουν τον πόθο της χειραφέτησης.