Μην ακούτε τα μεγάλα λόγια που λένε κυβερνήσεις και οικονομικές ελίτ για την ελευθερία του Τύπου. Μην παίρνετε στα σοβαρά τις προτροπές τους προς τα μέσα ενημέρωσης να κάνουν τη δουλειά τους, δηλαδή να ελέγχουν τις εξουσίες και να ενημερώνουν σφαιρικά και τίμια τους πολίτες.
Αν μπορούσαν θα περιόριζαν μέχρι εξαφανίσεως και την ελευθερία του Τύπου και το δικαίωμα στην έκφραση γνώμης και κυρίως την κριτική για τις πράξεις και τις παραλείψεις τους. Θα το ήθελαν, αλλά υπάρχουν το Σύνταγμα και οι νόμοι που τους εμποδίζουν. Οντως τους εμποδίζουν; Στα χαρτιά ναι, και γι’ αυτό προσπαθούν με άλλους τρόπους και με πλάγια μέσα να πετύχουν τον στόχο τους που δεν είναι άλλος από τον έλεγχο των θεσμών και την ομοιομορφία, δαιμονοποιώντας κάθε αντίθετη άποψη και εξοστρακίζοντας από τη δημόσια συζήτηση κάθε αιρετική φωνή, χαρακτηρίζοντάς την γραφική, επικίνδυνη και λαϊκίστικη. Το κάνουν συστηματικά.
Οι πλούσιοι και οι πολύ πλούσιοι αγοράζουν μέσα ενημέρωσης. Για ποιο λόγο; Προφανώς όχι γιατί έχουν το μεράκι της ενημέρωσης και του πλουραλισμού, αλλά για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους. Για να απειλούν τις ηγεσίες που θα επιχειρήσουν να θέσουν κανόνες. Για να εκβιάζουν κυβερνήσεις και κόμματα. Για να οργανώνουν επιθέσεις και να εξαπολύουν συκοφαντίες εναντίον των ανταγωνιστών τους. Για να εξασφαλίζουν θέσεις επιρροής στην πολιτική και οφέλη στην περιοχή των δραστηριοτήτων τους. Για να φλομώνουν τους πολίτες με προϊόντα χαμηλής ποιότητας και να τους κρατούν σε λήθαργο. Βρίσκουν και κάνουν.
Υπάρχουν πρόθυμες κυβερνήσεις και ευένδοτοι πολιτικοί που συμπεριφέρονται με υπαλληλική νοοτροπία. Από τον λαό έχουν εκλεγεί, στους μεγιστάνες των μέσων ενημέρωσης και των επιχειρήσεων δίνουν λογαριασμό. Δίνουν και παίρνουν. Στηρίζουν πολιτικές που ευνοούν τις οικονομικές ελίτ και παίρνουν υποστήριξη από τους μηχανισμούς προπαγάνδας που αυτές έχουν.
Στην Ελλάδα μιλάμε συνεχώς για διαπλοκή. Τον όρο δεν τον έβαλε στον δημόσιο διάλογο η Αριστερά, αλλά ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος υπήρξε και θύτης και θύμα. Τη χρησιμοποίησε για να εξοντώσει πολιτικά τον προαιώνιο εχθρό του, τον Ανδρέα Παπανδρέου, και εκείνη ανέτρεψε την κυβέρνησή του. Αυτή η πανούργα η Ιστορία είναι απρόβλεπτη. Με τα τσαλίμια της χαλάει συνταγές, διαψεύδει προσδοκίες, ακυρώνει σχέδια και εκθέτει όσους υποστηρίζουν ότι ξέρουν πώς θα πορευτεί. Εκτοτε η διαπλοκή είναι η δεσπόζουσα συνισταμένη της πολιτικής διαδικασίας. Η παρούσα κυβέρνηση έχει… πλούσιες επιδόσεις στο πεδίο της ενημέρωσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 108η θέση του καταλόγου. Δεν είναι τυχαίο ότι τη συγκρίνουν με την κυβέρνηση του Ορμπαν.
Ο αρχηγός της δούλεψε μεθοδικά από τη μέρα που εξελέγη πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Υποσχέθηκε στους ιδιοκτήτες των μέσων ενημέρωσης τα πάντα, τους έταξε ότι δεν πρόκειται να τους δημιουργήσει προβλήματα σαν κι αυτά που προσπάθησε να τους βάλει η κυβέρνηση Καραμανλή (ανεπιτυχώς τελικά), δεσμεύτηκε ότι δεν θα ακουμπήσει τις άλλες επιχειρήσεις τους και θα τους επιτρέψει να λεηλατήσουν τον δημόσιο πλούτο. Και το έκανε. Το αντάλλαγμα; Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και οι λυσιμέριμνες αφηγήσεις που διακινούν τα στρατευμένα δίκτυα για να ναρκωθούν οι ιθαγενείς. Ως κυβέρνηση έσπρωξε δημόσιο χρήμα σε φιλικά της μέσα ενημέρωσης, αδιαφορώντας για την κυκλοφορία τους, τη θεαματικότητά τους, την επισκεψιμότητά τους. Το κριτήριο; Θα ευνοηθεί όποιος με αποθεώνει.
Η αλαζονεία όμως πλαισιώνεται από την ανασφάλεια. Ο συνδυασμός είναι εκρηκτικός. Το σύστημα δεν ορρωδεί προ ουδενός. Εστησε παρακράτος για να παρακολουθεί φίλους και αντιπάλους. Κι όταν ήρθε στο φως απάντησε με «δεν ξέρω», «δεν φταίμε εμείς» και κατασκεύασε φανταστικούς ενόχους. Σε όσα μέσα αρνήθηκαν να συμπράξουν, σε όσα μέσα επέμειναν στην ερευνητική δημοσιογραφία η απάντηση είχε δύο σκέλη: οικονομικός στραγγαλισμός για να βάλουν λουκέτο, ανελέητο κυνήγι με εξοντωτικές αγωγές για να συμμορφωθούν και να αυτολογοκριθούν.
Στην Ελλάδα μιλάμε συνεχώς για διαπλοκή. Τον όρο δεν τον έβαλε στον δημόσιο διάλογο η Αριστερά, αλλά ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος υπήρξε και θύτης και θύμα. Τη χρησιμοποίησε για να εξοντώσει πολιτικά τον προαιώνιο εχθρό του, τον Ανδρέα Παπανδρέου, και εκείνη ανέτρεψε την κυβέρνησή του. Αυτή η πανούργα η Ιστορία είναι απρόβλεπτη. Με τα τσαλίμια της χαλάει συνταγές, διαψεύδει προσδοκίες, ακυρώνει σχέδια και εκθέτει όσους υποστηρίζουν ότι ξέρουν πώς θα πορευτεί. Εκτοτε η διαπλοκή είναι η δεσπόζουσα συνισταμένη της πολιτικής διαδικασίας. Η παρούσα κυβέρνηση έχει… πλούσιες επιδόσεις στο πεδίο της ενημέρωσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 108η θέση του καταλόγου. Δεν είναι τυχαίο ότι τη συγκρίνουν με την κυβέρνηση του Ορμπαν.
Ο αρχηγός της δούλεψε μεθοδικά από τη μέρα που εξελέγη πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας. Υποσχέθηκε στους ιδιοκτήτες των μέσων ενημέρωσης τα πάντα, τους έταξε ότι δεν πρόκειται να τους δημιουργήσει προβλήματα σαν κι αυτά που προσπάθησε να τους βάλει η κυβέρνηση Καραμανλή (ανεπιτυχώς τελικά), δεσμεύτηκε ότι δεν θα ακουμπήσει τις άλλες επιχειρήσεις τους και θα τους επιτρέψει να λεηλατήσουν τον δημόσιο πλούτο. Και το έκανε. Το αντάλλαγμα; Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και οι λυσιμέριμνες αφηγήσεις που διακινούν τα στρατευμένα δίκτυα για να ναρκωθούν οι ιθαγενείς. Ως κυβέρνηση έσπρωξε δημόσιο χρήμα σε φιλικά της μέσα ενημέρωσης, αδιαφορώντας για την κυκλοφορία τους, τη θεαματικότητά τους, την επισκεψιμότητά τους. Το κριτήριο; Θα ευνοηθεί όποιος με αποθεώνει.
Η αλαζονεία όμως πλαισιώνεται από την ανασφάλεια. Ο συνδυασμός είναι εκρηκτικός. Το σύστημα δεν ορρωδεί προ ουδενός. Εστησε παρακράτος για να παρακολουθεί φίλους και αντιπάλους. Κι όταν ήρθε στο φως απάντησε με «δεν ξέρω», «δεν φταίμε εμείς» και κατασκεύασε φανταστικούς ενόχους. Σε όσα μέσα αρνήθηκαν να συμπράξουν, σε όσα μέσα επέμειναν στην ερευνητική δημοσιογραφία η απάντηση είχε δύο σκέλη: οικονομικός στραγγαλισμός για να βάλουν λουκέτο, ανελέητο κυνήγι με εξοντωτικές αγωγές για να συμμορφωθούν και να αυτολογοκριθούν.
Τάσος Παππάς