Στο τέλος της Παγκόσμιας Ημέρας του Αθλητικού Συντάκτη (2 Ιουλίου) θυμήθηκα, και ανέσυρα, μια παλιά έκδοση του ΠΣΑΤ για τα πενήντα χρόνια από την ίδρυσή του. Ήταν ένα καλοφτιαγμένο τομίδιο με πολλά στοιχεία –ιδιαίτερα ενδιαφέροντα σήμερα που αθλητικά έντυπα, αθλητικά σάιτ και, κυρίως, σπουδαίοι άνθρωποι του χώρου, έχουν χαθεί. Σε εκείνη την έκδοση αρκετοί κορυφαίοι της αθλητικής δημοσιογραφίας, περίπου δεκαπέντε αν μέτρησα καλά, ανάμεσα στους οποίους και ο αγαπημένος Βαγγέλης Φουντουκίδης, έγραψαν από ένα άρθρο.
Ο κύριος Βαγγέλης του «διπλανού γραφείου» για αρκετά χρόνια (όταν η Αθλητική Ηχώ ήταν στη Βούλγαρη ακόμα), υπήρξε από τους σκαπανείς της αθλητικής δημοσιογραφίας σε εποχές που ο κλάδος (αν μπορούσες να τον πεις ακόμα «κλάδο») βρισκόταν στο δημοσιογραφικό περιθώριο.
Στο άρθρο περιγράφονταν οι πολύ δύσκολοι καιροί των αθλητικών συντακτών, τότε που δεν εγγράφονταν στην ΕΣΗΕΑ (θεωρούνταν «μιάσματα», λέει). Η οποία ΕΣΗΕΑ ενέγραφε δύσκολα ακόμα και πολιτικούς συντάκτες – «ούτε αριστοκρατική λέσχη του Λονδίνου να ήταν», αναφέρει.
Τότε οι αθλητικοί συντάκτες αμείβονταν με μισθό ίσο προς 26 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη –βεβαίως αφού προηγουμένως έμπαιναν με πολλές δυσκολίες και πολλή υπομονή στο μισθολόγιο. Ο Βαγγέλης Φουντουκίδης αναφέρεται και στη δική του ανέλπιστη εγγραφή στην Ένωση που έγινε χωρίς καν να έχει υποβάλει αίτηση. Αλλά υπήρχε λόγος που την υποχρέωνε να το κάνει και ένας άνθρωπος του «Έθνους» που φρόντισε να γίνει η εγγραφή.
Αντιγράφω ένα μέρος από εκείνο το άρθρο:
Διον. Βραϊμάκης
Αντιγράφω ένα μέρος από εκείνο το άρθρο:
«Πρέπει να ήταν το 1963 όταν ένα μεσημέρι περνώντας από το ''Έθνος'' να πάρω φύλλο πριν κατηφορίσω την Κολοκοτρώνη προς την ''Αθλητική Ηχώ'' δυο-τρεις συνάδελφοι που βρέθηκαν εκεί, μου έδωσαν συγχαρητήρια για την εγγραφή μου στην ΕΣΗΕΑ. Η ανακοίνωση είχε τοιχοκολληθεί στα γραφεία από το πρωί. Έκπληξη τεραστίων διαστάσεων για την εποχή. Δεν είχα κάνει ούτε αίτηση. Αυτό όμως ήταν ίσως το λιγότερο. Η λέξη ''αθλητικός'', όπως και ''οικονομικός'', ήταν την πρώτη μεταπολεμική 20ετία μίασμα για την Ένωση Συντακτών. Άλλωστε από τη δεκαετία του ’50 ελάχιστοι ήταν και οι πολιτικοί συντάκτες που εγγράφονταν στην ΕΣΗΕΑ. Ούτε αριστοκρατική λέσχη του Λονδίνου να ήταν. Η εγγραφή μου οφειλόταν τελικά στον μακαρίτη Γιώργο Δρόσο, ένα σπουδαίο πολιτικό συντάκτη της εποχής που δούλευε μαζί μου στο "Έθνος'' και ήταν μέλος του συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ. Είχαν αποφασίσει να γράψουν, έπειτα από πολλές επικρίσεις, ένα συντάκτη από κάθε εφημερίδα. Δεν γράφτηκα βεβαίως ως αθλητικός συντάκτης. Αλίμονο. Ως συντάκτης του ''Έθνους'' με πενταετή υπηρεσία. Η δωδεκαετής υπηρεσία μου στην ''Αθλητική Ηχώ'' δεν εσυζητείτο. Είναι ένα δείγμα αυτό για το τι τράβηξαν οι αθλητικοί συντάκτες στην πρώτη μεταπολεμική εικοσιπενταετία μέχρι να αναγνωρισθούν. Να ήταν όμως μόνο αυτό το πρόβλημα τους. Το οικονομικό χρόνια άλυτο. Ιδιαίτερα στις αθλητικές εφημερίδες. Και όσοι έμπαιναν στο μισθολόγιο είχαν μηνιάτικο ίσο με 26 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη. Και αύξηση μόνο όταν το υπουργείο Εργασίας αποφάσιζε κάτι σχετικό. Βλέπετε ούτε η Ένωση Ιδιοκτητών δεχόταν τους ιδιοκτήτες των αθλητικών εφημερίδων για πολλά χρόνια ώστε να ισχύουν οι υπογραφόμενες κάθε τόσο συμβάσεις. Στον τομέα αυτό οι αθλητικοί των πολιτικών εφημερίδων –ο κατά κανόνα ένας δηλαδή που υπήρχε– είχε πλεονέκτημα έναντι των άλλων».Για την ιστορία: Το επετειακό τομίδιο του ΠΣΑΤ είχε γίνει με συντονισμό του Γιάννη Θεοδωρακόπουλου και επιμέλεια του Φάνη Σκύφτα. Στην «ταυτότητά» του αναφέρονταν ακόμα ο Μάριος Ζαφειρόπουλος (διόρθωση), οι Γιάννης Κορακής-Ιωάννα Αλυσανδράτου (συνεργασία) και ο Μιχάλης Βασιλόπουλος (δημιουργικό). Είναι ένα από τα αγαπημένα κομμάτια της βιβλιοθήκης τού σπιτιού που έγινε επίκαιρο λόγω της Παγκόσμιας Ημέρας.
Διον. Βραϊμάκης