Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Σηκώνεσαι το πρωί, νίβεσαι, πίνεις καφέ, πίνεις τσάι, πίνεις χυμό, κάνεις τσιγάρο, ντύνεσαι, χαιρετάς την οικογένεια, χαιρετάς το ίντερνετ, χαιρετάς το γατί, μπαίνεις στο αμάξι, μπαίνεις στο Μετρό, μπαίνεις στο λεωφορείο, πας στη δουλειά. Δουλεύεις. Τελειώνεις τη δουλειά, τα μαζεύεις, ξαναμπαίνεις στο αμάξι, στο Μετρό, στο λεωφορείο. Γυρνάς σπίτι, πας για ποτάκι, πας σινεμά. Περνάει η ώρα, νυστάζεις, χασμουριέσαι, βάζεις τις πυτζάμες, βάζεις το φανελάκι, βάζεις το νυχτικό, σβήνεις τα φώτα. Κοιμάσαι.
Αυτή είναι η ζωή σου, αυτή είναι η ζωή όλων μας. Εξαιρούνται οι άνεργοι, οι άρρωστοι και κάποιες άλλες ειδικές κατηγορίες, αλλά κι αυτοί ένα ανάλογο νορμαλιτέ θα επιζητούσαν. Και σίγουρα δεν ψάχνανε να κυνηγάνε τις φωτιές πάνω από βουνά και λαγκάδια και να κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να τους προδώσει το γαμημένο το μαραφέτι που καβαλάνε και να τους αφήσει ξεκρέμαστους εν μέσω νεφών. Κανένας δεν το θέλει αυτό. Μερικοί ωστόσο το ζούνε κάθε μέρα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι…
Ημών των υπολοίπων δηλαδή, τη δική μας κανονικότητα, τη δική μας ρουτίνα, τις δικές μας περιουσίες, το δικό μας ευ ζην είναι που υπερασπίζονται οι πιλότοι των πυροσβεστικών. Δίχως να το κάνουν θέμα, χωρίς φωνασκίες και κομπασμούς και λοιπά θεατρικά που ταιριάζουν μόνο σε ριάλιτυ. Μπαίνουν στο αεροπλάνο, το σηκώνουν, αναπτύσσουν ταχύτητα και πάνε να πλακωθούν με τη φωτιά, για να μπορούμε εμείς με την ησυχία μας να κοιμόμαστε, να ξυπνάμε, να ερωτευόμαστε, να χαζολογάμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τα ζόρια που τραβάνε οι ξενοδόχοι της Μυκόνου και για το κρίσιμο ματς του Παναθηναϊκού με τη Ντνίπρο. Και οι πιλότοι δεν ξέρουν τις τους ξημερώνει. Και οι πιλότοι μετρούν απώλειες.
Οι τελευταίες εξ αυτών ακούνε στα ονόματα Χρήστος Μουλάς και Περικλής Στεφανίδης, ήταν ο σμηναγός και ο ανθυποσμηναγός της Πολεμικής Αεροπορίας που σκοτώθηκαν όταν έπεσε το αεροσκάφος του στον Πλατανιστό Καρύστου. Προσπαθούσαν να σβήσουν μια απ’ αυτές τις καταραμένες φωτιές που καταστρέφουν τις τελευταίες ημέρες την χώρα μας και αφανίζουν τον πραγματικό της πλούτο, τα δάση της.
Όπως γράφουν οι ειδικοί, το αεροσκάφος τη στιγμή που έκανε την προσβολή της φωτιάς και στη φάση της άφεσης του νερού προσέκρουσε με το δεξί φτερό σε δέντρο, αποκόπηκε ο δεξιός πλωτήρας, γεγονός που αύξησε τη δεξιά κλίση του αεροσκάφους και προσέκρουσε στο έδαφος. Μια έκρηξη εκκωφαντική, μια φλόγα τεράστια, ένα «όχι Παναγία μου» που ακούστηκε από εκατομμύρια χείλη. Πάνε τα παλικάρια μας, πέσανε στο καθήκον. Το αεροσκάφος τους ήταν ένα Canadair CL-215, δηλαδή από τα παλαιότερα Canadair που είναι ενταγμένα στον πυροσβεστικό στόλο της Ελλάδας…
Και κάπως έτσι η ζωή συνεχίζεται, που είπε κι ο άλλος ο άνιωθος. Κάπως έτσι μένουμε μαγεμένοι και μαργωμένοι μπροστά σε οθόνες και οθονίτσες να καταναλώνουμε φρίκη και πόνο. Στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα, τη βγάλαμε την υποχρέωση με τις εκλογές, μη μας ζητάτε τώρα κάθε πρωί, κάθε μεσημέρι, κάθε βράδυ να παίρνουμε την κατάσταση στα χέρια μας και να δίνουμε το είναι μας για την Ελλάδα 2.0. Το πολύ πολύ να τουιτάρουμε κάνα οργισμένο τσιτάτο κι όξω απ’ την πόρτα.
Οι ζωές μας θα συνεχιστούν μέσα στην μαλακισμένη κανονικότητά τους και ο σμηναγός Χρήστος Μουλάς με τον ανθυποσμηναγό Περικλή Στεφανίδη δεν θα ξαναδούν τον ήλιο ποτέ τους. Γιατί δεν κάτσανε στ’ αυγά τους να πίνουν φρέντο, αλλά φόρεσαν τις στολές τους και βγήκαν να παλέψουν με τις φωτιές. Για μια πατρίδα που μια φορά είναι μητέρα και εκατό φορές μητριά.
Υ.Γ.: Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου προέρχεται από ένα κομμάτι που είχα γράψει στο Newpost το 2018, όταν χάσαμε τον σμηναγό Γιώργο Μπαλταδώρο. Δεν ξεχνώ τη θυσία του, οι θυσίες δεν ξεχνιούνται ποτέ. Χωρίς κανένα ευτυχώς ή δυστυχώς…
Αυτή είναι η ζωή σου, αυτή είναι η ζωή όλων μας. Εξαιρούνται οι άνεργοι, οι άρρωστοι και κάποιες άλλες ειδικές κατηγορίες, αλλά κι αυτοί ένα ανάλογο νορμαλιτέ θα επιζητούσαν. Και σίγουρα δεν ψάχνανε να κυνηγάνε τις φωτιές πάνω από βουνά και λαγκάδια και να κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να τους προδώσει το γαμημένο το μαραφέτι που καβαλάνε και να τους αφήσει ξεκρέμαστους εν μέσω νεφών. Κανένας δεν το θέλει αυτό. Μερικοί ωστόσο το ζούνε κάθε μέρα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι…
Ημών των υπολοίπων δηλαδή, τη δική μας κανονικότητα, τη δική μας ρουτίνα, τις δικές μας περιουσίες, το δικό μας ευ ζην είναι που υπερασπίζονται οι πιλότοι των πυροσβεστικών. Δίχως να το κάνουν θέμα, χωρίς φωνασκίες και κομπασμούς και λοιπά θεατρικά που ταιριάζουν μόνο σε ριάλιτυ. Μπαίνουν στο αεροπλάνο, το σηκώνουν, αναπτύσσουν ταχύτητα και πάνε να πλακωθούν με τη φωτιά, για να μπορούμε εμείς με την ησυχία μας να κοιμόμαστε, να ξυπνάμε, να ερωτευόμαστε, να χαζολογάμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τα ζόρια που τραβάνε οι ξενοδόχοι της Μυκόνου και για το κρίσιμο ματς του Παναθηναϊκού με τη Ντνίπρο. Και οι πιλότοι δεν ξέρουν τις τους ξημερώνει. Και οι πιλότοι μετρούν απώλειες.
Οι τελευταίες εξ αυτών ακούνε στα ονόματα Χρήστος Μουλάς και Περικλής Στεφανίδης, ήταν ο σμηναγός και ο ανθυποσμηναγός της Πολεμικής Αεροπορίας που σκοτώθηκαν όταν έπεσε το αεροσκάφος του στον Πλατανιστό Καρύστου. Προσπαθούσαν να σβήσουν μια απ’ αυτές τις καταραμένες φωτιές που καταστρέφουν τις τελευταίες ημέρες την χώρα μας και αφανίζουν τον πραγματικό της πλούτο, τα δάση της.
Όπως γράφουν οι ειδικοί, το αεροσκάφος τη στιγμή που έκανε την προσβολή της φωτιάς και στη φάση της άφεσης του νερού προσέκρουσε με το δεξί φτερό σε δέντρο, αποκόπηκε ο δεξιός πλωτήρας, γεγονός που αύξησε τη δεξιά κλίση του αεροσκάφους και προσέκρουσε στο έδαφος. Μια έκρηξη εκκωφαντική, μια φλόγα τεράστια, ένα «όχι Παναγία μου» που ακούστηκε από εκατομμύρια χείλη. Πάνε τα παλικάρια μας, πέσανε στο καθήκον. Το αεροσκάφος τους ήταν ένα Canadair CL-215, δηλαδή από τα παλαιότερα Canadair που είναι ενταγμένα στον πυροσβεστικό στόλο της Ελλάδας…
Και κάπως έτσι η ζωή συνεχίζεται, που είπε κι ο άλλος ο άνιωθος. Κάπως έτσι μένουμε μαγεμένοι και μαργωμένοι μπροστά σε οθόνες και οθονίτσες να καταναλώνουμε φρίκη και πόνο. Στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα, τη βγάλαμε την υποχρέωση με τις εκλογές, μη μας ζητάτε τώρα κάθε πρωί, κάθε μεσημέρι, κάθε βράδυ να παίρνουμε την κατάσταση στα χέρια μας και να δίνουμε το είναι μας για την Ελλάδα 2.0. Το πολύ πολύ να τουιτάρουμε κάνα οργισμένο τσιτάτο κι όξω απ’ την πόρτα.
Οι ζωές μας θα συνεχιστούν μέσα στην μαλακισμένη κανονικότητά τους και ο σμηναγός Χρήστος Μουλάς με τον ανθυποσμηναγό Περικλή Στεφανίδη δεν θα ξαναδούν τον ήλιο ποτέ τους. Γιατί δεν κάτσανε στ’ αυγά τους να πίνουν φρέντο, αλλά φόρεσαν τις στολές τους και βγήκαν να παλέψουν με τις φωτιές. Για μια πατρίδα που μια φορά είναι μητέρα και εκατό φορές μητριά.
Υ.Γ.: Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου προέρχεται από ένα κομμάτι που είχα γράψει στο Newpost το 2018, όταν χάσαμε τον σμηναγό Γιώργο Μπαλταδώρο. Δεν ξεχνώ τη θυσία του, οι θυσίες δεν ξεχνιούνται ποτέ. Χωρίς κανένα ευτυχώς ή δυστυχώς…
Voices / Newpost (25.7.2023)