Ένα στόρι πρώτα, να το βγάλω από μέσα μου, και θα πάμε και στα του σημερινού τίτλου.
Λέω, λοιπόν, ότι το «1492» δεν είναι καλή ταινία. Τι δεν είναι καλή ταινία, τέλος οι ευγένειες και το πένθος, μάπα είναι, δεν αξίζει ούτε καν για τις τρεις το πρωί όταν σε έχουν εγκαταλείψει όλα τα κουράγια. Αλλά περιλαμβάνει μια ατάκα μαγική. Μια ατάκα που βγαίνει απ’ το στόμα του Χριστόφορου Κολόμβου (στο ρόλο ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ), κατά τη διάρκεια του τσακωμού του με το τσατσόνι της βασιλίσσης Γκαμπριέλ Σάντσες. Όπου οραματίζεται ο Σάντσες (στο ρόλο ο Αρμάν Ασάντε) τα μεγαλεία που θα προκύψουν στο νέο κόσμο, την Αμερική, και γυρνάει ο Κολόμβος και του απαντάει:
«Όλα αυτά θα τα χτίσουν άνθρωποι σαν εμένα. Όσα χρόνια και να ζήσεις Σάντσες, αυτό είναι κάτι που δεν θ’ αλλάξει μεταξύ μας. Εγώ το ‘κανα, δεν το ‘κανες εσύ»!
Κάπως έτσι και με τις εκλογικές επιτυχίες ανά τα έτη, που μερικοί και μερικές λησμονούν με κάθε δυνατό τρόπο. Μόνο εννιά συνέλληνες έχουν κερδίσει εκλογές σε τούτο τον τόπο τα τελευταία πενήντα χρόνια. Άμα νομίζεις ότι είναι τόσο εύκολο καν’ το κι εσύ, δεν τρέχει κάστανο. Και μην ξοδεύεις τις δυνάμεις σου σε καουμποϊλίκια στην Κεντρική Επιτροπή…
Να πάμε, όμως, και στον Αβραμό του τίτλου, μην τον αδικήσουμε τον άνθρωπο. Να ταξιδέψουμε στο χρόνο και να επιστρέψουμε στο 1994, χρονιά μαγική για την Πασοκάρα που είχε συντρίψει τον υπαρκτό μητσοτακισμό και κυβερνούσε μετά βαΐων, κλάδων, ξεματιασμάτων και καφετζούδων. Τότε ήταν που πρότεινε το κόμμα το πράσινο ως υποψήφιο για τον Δήμο της Αθήνας ένα από τα πλέον προβεβλημένα και μπροσθόβαρα στελέχη του, τον Θόδωρο Πάγκαλο. Πολιτικό με κύρος υψηλό, με ευστροφία αδιανόητη, με αγωνιστικό παρελθόν, τι να λέμε αδερφέ, όλα τα είχε ο γίγαντας!
Κι απέναντί του; Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, με τις ευλογίες της Νέας Δημοκρατίας, φέρελπις διπλωμάτης δίχως σημαντική επαφή με την ενεργό πολιτική και τις παραφυάδες της. Και δίχως κανένα απολύτως όραμα ή πρόγραμμα για την πρωτεύουσα, παρά μόνο γενικολογίες και αοριστολογίες της κακιάς ώρας. Παρφουμέ, δεν λέω, όπως και η προσωπικότητά του, αλλά τίποτε παραπάνω από νεφελώματα σε μια εποχή όπου απαιτούνταν επείγουσες λύσεις και προτάσεις για την Αθήνα. Ο «κύριος τίποτα» τον είχε αποκαλέσει τότε ο αθυρόστομος Πάγκαλος και, μεταξύ μας παιδιά, εντελώς δίκιο είχε. Για να έρθουν οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες, να δώσουν στον πρώτο γύρο 44,6 % στον Αβραμόπουλο και 32 % στον Πάγκαλο και να εκλέξουν αβασάνιστα τον γαλάζιο υποψήφιο στον δεύτερο γύρο με 54,37 %…
Φαστ φόργουαρντ για τη συνέχεια και γυρνάμε στα χρόνια μας. Στο κεντρικό προεκλογικό σύνθημα της Νέας Δημοκρατίας, που πλημμύρισε όλες τις στάσεις των λεωφορείων στο κλεινόν άστυ:
Σταθερά, τολμηρά, μπροστά!
Το οποίο μήνυμα, μας λένε οι δημοσκόποι και οι επικοινωνιολόγοι κέρδισε τη μάχη των εκλογών, γιατί ήταν σαφές, συγκεκριμένο και σωστό. Και απεικόνιζε το πρόγραμμα, τις ιδέες και την νοοτροπία του κόμματος.
Μάλιστα; Μάλιστα!
Για να έρθω τώρα εγώ και να ρωτήσω με το φτωχό μου το μυαλό:
Τόσο φλου σύνθημα, έχετε ξαναδεί ποτέ στις ζωές σας;
Τόσο θαμπό, τόσο διφορούμενο, τόσο θολό, πείτε μου ρε παλικάρια και γοργόνες, έχετε αντικρίσει άλλη φορά;
Θα χωρούσε ή δεν θα χωρούσε δηλαδή στο ΠΑΣΟΚ μια χαρά χαρίτσα; Θα χωρούσε ή δεν θα χωρούσε και στον ΣΥΡΙΖΑ, άντε όχι τον φετινό αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνούσε το 2019;
Απάντηση δεν θέλω και καταλαβαινόμαστε υποθέτω. Να σημειώσω μόνο κάτι που μου είπε ο φίλος ψυχίατρος Δημήτρης Κ. (ψυχίατρος μανδάμ, όχι ψυχοθεραπευτής) και διευκρινίζει κάποια πραγματάκια μετά απ’ την πανδημία:
Ο φόβος ενεργοποιεί τους πλέον πρωτόγονους μηχανισμούς υπεράσπισης του εγώ. Εξ ου και η έξαρση του ατομικισμού!
Και όχι μόνο, θα συμπλήρωνα εγώ. Και όχι μόνο…
Χρήστος Ξανθάκης