Η υπόθεση Γεωργούλη φέρνει ξανά στη δημόσια συζήτηση το θέμα των κριτηρίων που χρησιμοποιούν τα κόμματα για την επιλογή των υποψηφίων τους είτε στις εθνικές εκλογές είτε στις ευρωεκλογές. Σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται πως αυτό που μετράει είναι η αναγνωρισιμότητα.
Είναι κάποιος/-α γνωστός/-ή για τις επιδόσεις του/της στον επαγγελματικό στίβο; Μας κάνει και τον/την τοποθετούμε στις λίστες ασχέτως αν η σχέση που έχει με την πολιτική είναι επιδερμική.
Είναι κάποιος ή κάποια με παρουσία στον χώρο του θεάματος, του αθλητισμού ή της δημοσιογραφίας και θέλει να ασχοληθεί με την πολιτική; Μας κάνει και τον/τη βάζουμε στους συνδυασμούς, αδιαφορώντας για το επίπεδο και τη δράση του/της στα πεδία όπου πρωταγωνιστούσε πριν περάσει στη μαχόμενη (λέμε τώρα) πολιτική. Κατά κανόνα αυτές οι επιλογές... δικαιώνονται αφού οι πολίτες με την ψήφο τους «νομιμοποιούν» τις αποφάσεις των ηγεσιών.
Στη συνέχεια, όταν προκύπτουν ζητήματα, όταν η συμπεριφορά των... επωνύμων εκθέτει αυτούς που τους προώθησαν σε κεντρικές θέσεις, αναζητούνται ευθύνες. Τα ερωτήματα πολλά. Η έρευνα που έπρεπε να είχε γίνει πριν από την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων έρχεται εκ των υστέρων. Είναι όμως πια αργά.
Εχουν ευθύνες και οι πολίτες; Εχουν. Αυτοί σε τελική ανάλυση επιλέγουν αυτούς/-ές που θα τους εκπροσωπήσουν. Ωστόσο, μεγαλύτερη ευθύνη έχουν οι ηγεσίες. Λειτούργησαν ψηφοθηρικά.
Για να μαζέψουν ψήφους μετέτρεψαν τα κόμματά τους σε πασαρέλες. Υπάρχει λύση; Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το μέσο που οδηγεί στον εκφυλισμό της πολιτικής είναι ο σταυρός. Οι υποψήφιοι δεν διστάζουν να κάνουν τα πάντα προκειμένου να προσελκύσουν ψηφοφόρους. Τάζουν, κολακεύουν, καλλιεργούν προσδοκίες, δυσφημούν συναδέλφους τους που ανήκουν στην ίδια παράταξη για να αποκτήσουν προβάδισμα.
Πέφτει χρήμα άφθονο και οι συναλλαγές κάτω από το τραπέζι δίνουν τον τόνο. Δημιουργούνται σχέσεις εξάρτησης. Υπογράφονται γραμμάτια τα οποία καλούνται να ξεπληρώσουν οι βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας τους καταθέτοντας ερωτήσεις που ευνοούν τα συμφέροντα των χρηματοδοτών τους.
Αν όμως υπήρχε η λίστα τέτοιου τύπου ιστορίες δεν θα υπήρχαν, ισχυρίζονται οι αντίπαλοι του σταυρού. Δηλαδή λένε ότι αν τα κόμματα αποφάσιζαν για τη σειρά των υποψηφίων και οι πολίτες απλώς επέλεγαν κόμματα και όχι βουλευτές θα είχαμε γλιτώσει από τα εκφυλιστικά φαινόμενα που συνδέονται με τη σταυροδοσία.
Μεγάλη συζήτηση. Πολλές οι ενστάσεις. Κάποιες έχουν βάση. Με ποιον τρόπο θα αποφασίζουν τα κόμματα; Τον πρώτο λόγο θα τον έχουν τα συλλογικά όργανα που είναι εκλεγμένα; Θα έχουν άποψη και μάλιστα αποφασιστική τα ενεργά μέλη των κομμάτων και όχι αυτοί και αυτές που εγγράφονται στους κομματικούς καταλόγους μόνο για να ψηφίσουν και μετά επιστρέφουν στους καναπέδες τους;
Θα υπάρχουν εσωκομματικά δημοψηφίσματα ή άλλου τύπου συμμετοχικές διαδικασίες; Μήπως κουμάντο θα κάνουν οι αρχηγοί με τη βοήθεια των κλειστών ομάδων που τους πλαισιώνουν, τα μέλη των οποίων είναι διορισμένα από τις ηγεσίες και με τη δύναμη που έχουν θα στελεχώνουν τους συνδυασμούς με πρόσωπα που συμφωνούν με τις θέσεις τους, υποβαθμίζοντας τις εσωκομματικές αντιπολιτεύσεις και θέτοντας εκτός εκείνους/-ες που έχουν εκφράσει διαφωνίες για τη μια ή την άλλη επιλογή της ηγεσίας;
Μήπως οι λίστες θα διαμορφώνονται ύστερα από συνεννόηση ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες των κομμάτων με τη μέθοδο των ποσοστώσεων, αν έχουμε να κάνουμε με κόμματα όπου οι τάσεις και τα ρεύματα προβλέπονται από το καταστατικό;
Αν η εσωκομματική δημοκρατία δεν είναι αναλώσιμη πολυτέλεια, αν δηλαδή τα καθοδηγητικά όργανα δεν είναι διακοσμητικά και λειτουργούν κανονικά, αν τα οργανωμένα μέλη συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της γραμμής, η λίστα μπορεί να λειτουργήσει εξυγιαντικά. Διαφορετικά θα έχουμε ή «ενός ανδρός αρχή» ή άθροισμα φραξιών που θα διαβουλεύονται στο παρασκήνιο.
Τάσος Παππάς