Γράφει ο Τάσος Παππάς
Στην πολιτική, σύμφωνα με μια χυδαία αντίληψη, επιτρέπονται τα πάντα. Χτυπήματα κάτω από τη ζώνη, συκοφαντίες, ανοίκειοι χαρακτηρισμοί, δολοφονίες χαρακτήρων, ακόμη και εκβιασμοί. Είναι συνήθεις πρακτικές. Τις χρησιμοποιούν τα κόμματα στον μεταξύ τους ανταγωνισμό, τις χρησιμοποιούν και οι δελφίνοι στις εσωκομματικές συρράξεις. Κάποιες φορές, πάντως, οι πρωταγωνιστές ξεπερνούν τα όρια – ναι, υπάρχουν και όρια.
Οταν σε πιάνουν στα πράσα να έχεις παραβιάσει όλους τους κανόνες –ναι, υπάρχουν κάποιοι κανόνες που δεν γίνεται να τους καταργήσεις ατιμωρητί–, όταν αρνείσαι να αναλάβεις τις ευθύνες σου για πράξεις ή παραλείψεις σου που κόστισαν στην κυβέρνηση αν είσαι πρωθυπουργός ή υπουργός και στην παράταξη αν είσαι επικεφαλής της ή κορυφαίο στέλεχός της, όταν πετάς την μπάλα στην εξέδρα για να κερδίσεις χρόνο με στόχο τη συγκάλυψη, όταν κατασκευάζεις ενόχους για να γλιτώσεις την κατακραυγή και τους φορτώνεις όλα τα στραβά και τα ανάποδα τα οποία εσύ έχεις προκαλέσει με τις αστόχαστες επιλογές σου, τότε είσαι ευάλωτος στην υποψία ότι εκβιάζεις και κάνεις τα πάντα για να κρατήσεις τη θέση σου, κλείνοντας με απειλές τα στόματα όσων ξέρουν και σίγουρα η λέξη αξιοπρέπεια δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό σου. Νομίζω ότι έχουμε δύο κραυγαλέες περιπτώσεις πολιτικών με βοερό έλλειμμα αξιοπρέπειας. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Τάκης Θεοδωρικάκος.
Ο πρώτος στο σκάνδαλο των υποκλοπών οχυρώθηκε από την πρώτη στιγμή στη γραμμή «Δεν ξέρω τι έχει συμβεί». Φώναζε έμπλεος οργής ότι θα χυθεί άπλετο φως, θα φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο και η υπόθεση βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης. Αλλαξε καμιά δεκαριά φορές άποψη για το ποιος κρύβεται πίσω απ’ αυτήν την ιστορία. Στοχοποίησε ξένους ηγέτες, πρεσβείες, επιχειρηματίες, μέσα ενημέρωσης, διακίνησε δηλητηριώδεις υπαινιγμούς για κόμματα και Ανεξάρτητες Αρχές, αλλά δεν μετακινήθηκε από τη θέση «Δεν ήξερα».
Καρατόμησε δύο στενούς συνεργάτες του, υπερασπίστηκε το απόρρητο κι ας του έλεγαν νομικοί, συνταγματολόγοι και πρώην πρωθυπουργοί υπεράνω υποψίας για ροπή προς τον λαϊκισμό ότι δεν στέκει ως επιχείρημα, εμπόδισε την Εξεταστική Επιτροπή να ψάξει σε βάθος, προστάτευσε τους ιδιώτες που είχαν εμπλακεί με τις εταιρείες τους, έβαλε συνεργάτες του να ξεφτιλίσουν το Σύνταγμα, επιχείρησε να παραπλανήσει τις επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αλλά δεν πέρασε από το μυαλό του ότι αυτό που οφείλει να κάνει ένας πρωθυπουργός που έχει υπό την εποπτεία του την ΕΥΠ (από τις πρώτες αποφάσεις του) είναι να παραιτηθεί.
Δικαιούται, λοιπόν, ο καθένας να ισχυριστεί ότι ήξερε τι συνέβαινε στην αυλή του γιατί αυτός είναι ο εγκέφαλος. Με τη στάση του, πάντως έδωσε, το παράδειγμα στους υφισταμένους του. Την ίδια τακτική ακολουθεί ο υπουργός Προ-Πο. Ούτε αυτός ήξερε τι γινόταν στο υπουργείο του και στο στενό περιβάλλον του. Κι αυτός παραπέμπει στη Δικαιοσύνη τις καταγγελίες (εκ των υστέρων). Κι αυτός μιλάει για κάθαρση (με αδικαιολόγητη καθυστέρηση). Κι αυτός κατηγορεί τα μέσα ενημέρωσης για ρυπαρές πρακτικές (όχι όμως τα φιλοκυβερνητικά, προφανώς γιατί έχουν ισχυρούς ιδιοκτήτες). Κι αυτός κάνει συμψηφισμούς (παλιά καραβάνα). Κι αυτός αρνείται να παραιτηθεί (δεν θα κάνει το χατίρι σε αυτούς με τις ελαττωματικές ιδέες).
Εχει, πάντως, ένα ελαφρυντικό. Αφού ο πρωθυπουργός για τα ίδια ζητήματα δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογηθεί και να παραιτηθεί, γιατί να το κάνει αυτός; Δεν θέλει να διεκδικήσει δάφνες ήρωα. Δεν θα θυσιαστεί στα καλά καθούμενα. Δεν θα αλείψει με βούτυρο το ψωμί των πολιτικών αντιπάλων του. Εκλογές έρχονται και πρέπει να επιβιώσει. Τελικώς, σε αυτή την κυβέρνηση των αρίστων, σε αυτό το κόμμα που υποδύεται τον ιδιοκτήτη της χώρας, είναι μεταδοτικό παράδειγμα η δειλία.
Δικαιούται, λοιπόν, ο καθένας να ισχυριστεί ότι ήξερε τι συνέβαινε στην αυλή του γιατί αυτός είναι ο εγκέφαλος. Με τη στάση του, πάντως έδωσε, το παράδειγμα στους υφισταμένους του. Την ίδια τακτική ακολουθεί ο υπουργός Προ-Πο. Ούτε αυτός ήξερε τι γινόταν στο υπουργείο του και στο στενό περιβάλλον του. Κι αυτός παραπέμπει στη Δικαιοσύνη τις καταγγελίες (εκ των υστέρων). Κι αυτός μιλάει για κάθαρση (με αδικαιολόγητη καθυστέρηση). Κι αυτός κατηγορεί τα μέσα ενημέρωσης για ρυπαρές πρακτικές (όχι όμως τα φιλοκυβερνητικά, προφανώς γιατί έχουν ισχυρούς ιδιοκτήτες). Κι αυτός κάνει συμψηφισμούς (παλιά καραβάνα). Κι αυτός αρνείται να παραιτηθεί (δεν θα κάνει το χατίρι σε αυτούς με τις ελαττωματικές ιδέες).
Εχει, πάντως, ένα ελαφρυντικό. Αφού ο πρωθυπουργός για τα ίδια ζητήματα δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογηθεί και να παραιτηθεί, γιατί να το κάνει αυτός; Δεν θέλει να διεκδικήσει δάφνες ήρωα. Δεν θα θυσιαστεί στα καλά καθούμενα. Δεν θα αλείψει με βούτυρο το ψωμί των πολιτικών αντιπάλων του. Εκλογές έρχονται και πρέπει να επιβιώσει. Τελικώς, σε αυτή την κυβέρνηση των αρίστων, σε αυτό το κόμμα που υποδύεται τον ιδιοκτήτη της χώρας, είναι μεταδοτικό παράδειγμα η δειλία.
** το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών (7.2.2023)