Γράφει ο Διονύσης Βραϊμάκης
Οι παλιές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου αποτελούν την πλούσια πινακοθήκη της ζωής μιας εποχής και το μεγάλο άλμπουμ ηθοποιών για τους οποίους αργήσαμε να καταλάβουμε ότι ήταν αυτό που τώρα ξέρουμε: προσωπικότητες.
Ο Νίκος Ξανθόπουλος, ο Θανάσης Βέγγος, η Γεωργία Βασιλειάδου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο (τεράστιος) Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο (μέγιστος) Βασίλης Αυλωνίτης αλλά και σκηνοθέτες, όπως ο Γιάννης Δαλιανίδης ή ο Ερρίκος Ανδρέου, δεν δικαιώθηκαν (καλλιτεχνικά, όχι εμπορικά) στην εποχή τους. Αναγνωρίστηκαν πολύ μετά, όταν ο ελληνικός κινηματογράφος απέκτησε μουσειακή αξία και ηθοποιοί που περιφρονούσαμε –τουλάχιστον η νεολαία της εποχής–, έγιναν αποδεκτοί ως λαϊκοί καλλιτέχνες με μεγάλο εκτόπισμα.
Τότε, στα χρόνια της ακμής τους, οι ελληνικές ταινίες έσπαγαν ταμεία και έδιναν χαρά στον απλό κόσμο, αλλά πιστεύαμε, χωρίς να είναι η αλήθεια, ότι ο Βέγγος ήταν μόνο ένας τρεχαλατζής και ότι τα έργα τού Ξανθόπουλου τα έβλεπαν οι μαμάδες και οι γιαγιάδες –γενικά οι «κυρούλες».
Τον ίδιο τον Ξανθόπουλο αποκαλούσαμε ειρωνικά «παιδί του λαού», αυτό δηλαδή που σήμερα του αναγνωρίζεται ως τίτλος τιμής, ενώ μια από τις βασικές παρτενέρ του την περιπαίζαμε με το κοροϊδευτικό «Μάρθα Κλάψα», και ας είναι η Μάρθα Βούρτση σπουδαία ηθοποιός, όπως έδειξε αργότερα και στο θέατρο.
Κάπως έτσι –λίγο χειρότερα, λίγο καλύτερα– η νεανική αντίληψη ενός ξενόφερτου μοντερνισμού, έβλεπε τον Στέλιο Καζαντζίδη. Έναν τραγουδιστή που «έψελνε» συνεχώς για την ξενιτιά, τους οικοδόμους, τις πληγωμένες αγάπες, τις προδοσίες της καρδιάς και τις πονεμένες μανούλες. Σήμερα –και πολύ πριν από το σήμερα– ο Καζαντζίδης θεωρείται το μεγαλύτερο μέταλλο φωνής στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού,
Ο Νίκος Ξανθόπουλος έφυγε από τη ζωή με διαφορά εικοσιτετραώρων μετά από τον Ερρίκο Ανδρέου, αλλά η πινακοθήκη τού ελληνικού κινηματογράφου παραμένει πλούσια και με τη δική τους παρουσία. Οι ελληνικές ταινίες που εξακολουθούμε να βλέπουμε βουλιμικά έχουν όλο και λιγότερους ζώντες, όμως η αξία τους παραμένει σταθερή και αμείωτη για πολλές δεκαετίες.
Κάπως έτσι –λίγο χειρότερα, λίγο καλύτερα– η νεανική αντίληψη ενός ξενόφερτου μοντερνισμού, έβλεπε τον Στέλιο Καζαντζίδη. Έναν τραγουδιστή που «έψελνε» συνεχώς για την ξενιτιά, τους οικοδόμους, τις πληγωμένες αγάπες, τις προδοσίες της καρδιάς και τις πονεμένες μανούλες. Σήμερα –και πολύ πριν από το σήμερα– ο Καζαντζίδης θεωρείται το μεγαλύτερο μέταλλο φωνής στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού,
Ο Νίκος Ξανθόπουλος έφυγε από τη ζωή με διαφορά εικοσιτετραώρων μετά από τον Ερρίκο Ανδρέου, αλλά η πινακοθήκη τού ελληνικού κινηματογράφου παραμένει πλούσια και με τη δική τους παρουσία. Οι ελληνικές ταινίες που εξακολουθούμε να βλέπουμε βουλιμικά έχουν όλο και λιγότερους ζώντες, όμως η αξία τους παραμένει σταθερή και αμείωτη για πολλές δεκαετίες.
Και είναι αγαπημένες για πολλές γενιές που δεν τις γνώρισαν στον φυσικό τους χώρο –δηλαδή στη μεγάλη και όχι στη μικρή οθόνη. Αλλά αυτό δεν τις εμπόδισε να καταλάβουν ότι οι πρωταγωνιστές τους ήταν μεγάλοι. Και πολλοί από αυτούς σπουδαίοι.
** το κείμενο του Διονύση Βραϊμάκη είναι από το Harddog