Γράφει ο Τάσος Παππάς
Εχουν ξεκινήσει οι συζητήσεις στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. για τις εκλογές στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η ηγεσία και οι τοπικές οργανώσεις, άλλοτε σε συνεργασία, άλλοτε αυτόνομα, αναζητούν τα κατάλληλα πρόσωπα. Και όταν λέμε κατάλληλα, εννοούμε υποψηφίους που θα έχουν πολλές πιθανότητες να περάσουν στον δεύτερο γύρο και να διεκδικήσουν με αξιώσεις περιφέρειες και δήμους. Να γίνει η Ελλάδα κόκκινη, λένε στον ΣΥΡΙΖΑ. Για την ώρα είναι μπλε.
Δεν είναι εύκολη υπόθεση η αλλαγή των συσχετισμών. Η Δεξιά είναι κυρίαρχη στον χώρο της Αυτοδιοίκησης και θα κάνει τα πάντα για να μη χάσει την πρωτοκαθεδρία. Η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν πρέπει να γίνουν τα λάθη των προηγούμενων εκλογών. Τότε το κριτήριο για την επιλογή των υποψηφίων στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν η κομματική ταυτότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ λειτούργησε όπως το ΚΚΕ και όχι όπως ένα κόμμα εξουσίας. Το μοντέλο δοκιμάστηκε και απέτυχε παταγωδώς. Κόμμα με εκλογική επιρροή σε εθνικό επίπεδο πάνω από 30% δεν κατάφερε να εκλέξει ούτε έναν περιφερειάρχη, ενώ οι δήμαρχοι που θεωρούνται «δικοί του» είναι ελάχιστοι.
Σε περιοχές όπου ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πρώτο κόμμα στις εθνικές εκλογές ή πολύ κοντά στη Νέα Δημοκρατία, καταποντίστηκε στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές. Πολλοί υποψήφιοι(ες) τερμάτισαν στην τέταρτη και την πέμπτη θέση με μονοψήφια ποσοστά. Οι πολίτες που είχαν ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές κάλπες αρνήθηκαν να στηρίξουν τις επιλογές του στις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Προτίμησαν υποψηφίους με άλλα… χαρίσματα. Η ιδεολογική καθαρότητα έφερε την πολιτική περιθωριοποίηση.
Σήμερα, η Δεξιά εκτός από την κυβέρνηση ελέγχει σχεδόν όλες τις περιφέρειες, σχεδόν όλες τις μεγάλες πόλεις και τους περισσότερους μεσαίους και μικρομεσαίους δήμους. Στην Κουμουνδούρου λένε ότι θα προσπαθήσουν να συνεννοηθούν με άλλα κόμματα της λεγόμενης δημοκρατικής παράταξης για να υπάρξουν κοινοί υποψήφιοι(ες) και όπου αυτό δεν είναι εφικτό, θα προτείνουν υποψήφιους(ες) με προοδευτικό πρόσημο και δυνατότητα διείσδυσης σε ευρύτερα ακροατήρια. Επαθαν. Εμαθαν; Θα δείξει.
ΥΓ.: Καταγράφω τη διαφωνία του υπουργού Ανάπτυξης Αδωνη Γεωργιάδη σε ένα σημείο του άρθρου μου (Δευτέρα 9-1-2023) με τον τίτλο «Ο παλιός κακός εαυτός της Δεξιάς». Εγραφα ότι ο κ. Γεωργιάδης είχε χαρακτηρίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών «προδοτική». Μου είπε ότι ουδέποτε είχε μιλήσει για προδοτική συμφωνία, αλλά για «πολύ κακή συμφωνία» και ουδέποτε είχε αποκαλέσει τον Αλ. Τσίπρα προδότη. Οντως τις λέξεις προδοσία και προδότης δεν τις έχει χρησιμοποιήσει. Παραθέτω απόσπασμα συνέντευξής του στον Σπύρο Μουρελάτο στο «Εθνος της Κυριακής» 16-12-2018: «Για εµάς αυτή η συμφωνία δεν ισχύει και δεν θα ισχύσει παρά µόνο εάν καταστεί διεθνής συμφωνία. Αυτό µπορεί να γίνει µόνο αν η ελληνική Βουλή κυρώσει τη διεθνή συμφωνία. Αγωνιζόμαστε όσο µπορούμε περισσότερο για να µην προχωρήσει το ελληνικό Κοινοβούλιο σε ένα τέτοιο εθνικό έγκλημα». Οχι προδοσία λοιπόν, αλλά εθνικό έγκλημα. Υπάρχει διαφορά;
- το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών (11.01.2022)