Για πρώτη φορά βίωσε τον πόλεμο τον Μάρτιο του 1982 στο Ελ Σαλβαδόρ στην Κεντρική Αμερική, ως απεσταλμένος των εφημερίδων Αυγή, National Herald της Νέας Υόρκης και του περιοδικού ΑΝΤΙ. Ο εμφύλιος είχε λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Είδε στρατιώτες να κλοτσούν πτώματα ανταρτών μετά τη μάχη, να λεηλατούν και να καίνε σπίτια, άκουσε αφηγήσεις ανθρώπων που είχαν βασανιστεί φριχτά βασανιστήρια, βρέθηκε σε στρατόπεδα προσφύγων, σε μάχες μεταξύ διασταυρούμενων πυρών, έπεσε σ’ ενέδρα, είδε συνάδελφους δολοφονημένους από τις φασιστικές ομάδες θανάτου.
Αυτό ήταν το βάπτισμα του πυρός για τον πολεμικό ανταποκριτή Παύλο Νεράντζη και η αρχή του βιβλίου του «Όταν η αλήθεια βομβαρδίζεται» που αποτελεί έργο ζωής τού επί 37 χρόνια ανταποκριτή της ιταλικής εφημερίδας Il Manifesto. Έκτοτε βρέθηκε πολλές φορές σε εμπόλεμες ζώνες, στη Νικαράγουα την εποχή των κόντρας (1988), στη Ρουμανία κατά την πτώση του Τσαουσέσκου,(1989), στο ιρακινό Κουρδιστάν με τους Πεσμεργκά την εποχή των συγκρούσεων με τις δυνάμεις του Σαντάμ (1991), στην Κροατία, τη Βοσνία, (1992-1995), στο Κόσοβο και στη Βόρεια Μακεδονία με τον UCK (1999-2001),στην Αλβανία κατά την εξέγερση του Νότου (1997), στην Αρμενία την εποχή του σπαραγμού στο Ναγκόρνο Καραμπάχ (1992-1995), στην Ινδονησία με ταμπουρωμένους Κινέζους στην Τζακάρτα (2000), στον Λίβανο με τη Χεσμπολάχ (2001), στη Γάζα τις μέρες που οι Ισραηλινοί έριχναν βόμβες φωσφόρου (2009) και σε πολλές άλλες περιοχές.
Το βιβλίο του Νεράντζη (πάνω από 1.000 σελίδες) σκιαγραφεί τον ρόλο των ισχυρών ειδησεογραφικών οργανισμών και των πολεμικών ανταποκριτών στην κάλυψη ένοπλων συγκρούσεων. Είναι μια βιωματική αφήγηση με έντονη αναστοχαστική διάθεση, η οποία εφαρμόζει για πρώτη φορά τη μέθοδο της αυτοεθνογραφίας και παράλληλα συνιστά το αποτέλεσμα μιας πολύχρονης ερευνητικής προσπάθειας να καταγραφούν τα fake news, η προπαγάνδα και η λογοκρισία στους μεγαλύτερους πολέμους που συγκλόνισαν τον κόσμο από τον 19ο έως τον 21ο αιώνα.
«Όλα αυτά τα χρόνια, καλύπτοντας τη μία μετά την άλλη ένοπλες συγκρούσεις, διαπίστωνα ότι η πρόσβαση σε πηγές γινόταν ολοένα και πιο δύσκολη, ότι τα όρια μετακίνησης σε μια εμπόλεμη ζώνη στένευαν ακόμη περισσότερο, ότι κάθε φορά κινδύνευα όλο πιο πολύ να πέσω θύμα παραπληροφόρησης, ότι τα γραφεία σύνταξης στα κανάλια προτιμούσαν άρτια σκηνοθετημένα, αλλά προπαγανδιστικά ρεπορτάζ που δίνονταν δωρεάν από στρατιωτικούς με τη σφραγίδα δήθεν της εγκυρότητας, παρά τις ανταποκρίσεις των απεσταλμένων που έστελναν επιτόπου τα ίδια τα Μέσα.
Η στάση πολλών ΜΜΕ μού φαινόταν υποκριτική. Συνήθως αναπαρήγαγαν τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο και τα στερεότυπα της προπαγάνδας, χωρίς καμία διάθεση κριτικής προσέγγισης. Η συμμετοχή των Μέσων στην προσπάθεια δαιμονοποίησης του εχθρού ήταν προφανής. [...]
Ως αρχισυντάκτης και διευθυντής ειδήσεων διαπίστωσα την εξάρτηση ακόμη και ενός δημόσιου Μέσου από μεγάλους διεθνείς ενημερωτικούς οργανισμούς. Το τι σημαίνει η δημόσια ραδιοτηλεόραση να προβάλλει μια ένοπλη σύγκρουση με συγκεκριμένο τρόπο, έναν τρόπο που έθετε ερωτηματικά για το κατά πόσο εξυπηρετεί την προπαγάνδα ή την ενημέρωση.
Αντιλήφθηκα πως ο πλήρης έλεγχος των πηγών, η αμφισημία των λέξεων και η αναπαραγωγή εικόνων σε καιρό πολέμου έχουν ως στόχο να εξουδετερώσουν κάθε φωνή που αμφισβητεί τις επιλογές και τις επιδιώξεις όσων εμπλέκονται σε αυτόν», διαβάζουμε στην εισαγωγή.
Ο Νεράντζης γράφει με ονοματεπώνυμα για πολιτικούς που είπαν κατά συρροή ψέματα, προκειμένου να νικήσουν τον αντίπαλο, να κατασκευάσουν την κοινωνική συναίνεση και να διατηρήσουν υψηλά το ηθικό της ημέτερης πλευράς, για μεγαλοϊδιοκτήτες Μέσων που βρήκαν ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν, για γνωστούς δημοσιογράφους στην υπηρεσία της προπαγάνδας, για γραφεία δημοσίων σχέσεων που πρόσφεραν δωρεάν «έγκυρα» ρεπορτάζ, για διεθνή Μέσα που αποσιώπησαν εγκλήματα πολέμου, και άλλα που με τις αποκαλύψεις τους άλλαξαν τη ροή ένοπλων συγκρούσεων.
Ο Νεράντζης γράφει με ονοματεπώνυμα για πολιτικούς που είπαν κατά συρροή ψέματα, προκειμένου να νικήσουν τον αντίπαλο, να κατασκευάσουν την κοινωνική συναίνεση και να διατηρήσουν υψηλά το ηθικό της ημέτερης πλευράς, για μεγαλοϊδιοκτήτες Μέσων που βρήκαν ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν, για γνωστούς δημοσιογράφους στην υπηρεσία της προπαγάνδας, για γραφεία δημοσίων σχέσεων που πρόσφεραν δωρεάν «έγκυρα» ρεπορτάζ, για διεθνή Μέσα που αποσιώπησαν εγκλήματα πολέμου, και άλλα που με τις αποκαλύψεις τους άλλαξαν τη ροή ένοπλων συγκρούσεων.
Γράφει για την αλήθεια, το πρώτο θύμα του πολέμου, σε ένα βιβλίο διαχρονικά επίκαιρο, πόσο μάλλον φέτος, με έναν εξελισσόμενο πόλεμο στην ευρύτερη γειτονιά μας.
Κώστας Ζαφειρόπουλος / EφΣυν