...ήταν ο 23χρονος Γιάννης Διακογιάννης
Γνωρίστηκαν το 1954 στην Ελβετία. Το Παγκόσμιο Κύπελλο είχε, ήδη, αρχίσει να καθιερώνεται στη συνείδηση των φιλάθλων ως κορυφαίο αθλητικό γεγονός -εκείνη τη χρονιά διεξαγόταν για πέμπτη φορά-, ενώ η τηλεόραση έκανε τα πρώτα της, δειλά βήματα. Αγαπήθηκαν με την πρώτη ματιά και, έκτοτε, δεν χώρισαν ποτέ. Σήμερα, το Μουντιάλ αποτελεί το αθλητικό γεγονός με τα υψηλότερα ποσοστά τηλεθέασης (μεγαλύτερα και από αυτά των Ολυμπιακών Αγώνων), ενώ τα τηλεοπτικά δικαιώματα των αγώνων του είναι μια από τις δυο κυριότερες πηγές των εσόδων του.
Το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ελβετίας ήταν το πρώτο που μεταδόθηκε live, επιτρέποντας στον κόσμο να δει με τα μάτια του τους ήρωες των γηπέδων, για τους οποίους μέχρι τότε άκουγε στο ραδιόφωνο και διάβαζε στις εφημερίδες. Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 1950, είχε δημιουργηθεί η EBU (European Broadcasting Union) – η ένωση των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών της Ευρώπης, που σήμερα γνωρίζουμε με το όνομα της θυγατρικής της, Eurovision.
Στις 2 Ιουνίου 1953 είχε μεταδώσει τη στέψη της Βασίλισσας Ελισάβετ. Ενα χρόνο μετά αποφάσισε να δοκιμάσει τις δυνατότητές της και στο ποδόσφαιρο. Η εικόνα του πρώτου τηλεοπτικού Μουντιάλ έφτασε, πέρα από την Ελβετία, στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Δυτική Γερμανία, το Βέλγιο και τη Νορβηγία.
Ανάμεσα στους τυχερούς που παρακολούθησαν αυτό το υπέροχο Παγκόσμιο Κύπελλο των 16 ομάδων, στο οποίο σημειώθηκαν 140 γκολ (πάνω από 5 σε κάθε ματς, κατά μέσον όρο), ήταν και ένας Ελληνας, που εκείνη την εποχή ζούσε στο Παρίσι: ο Γιάννης Διακογιάννης. Βρισκόταν εκεί για σπουδές, όμως τον είχε κερδίσει η δημοσιογραφία. Εργαζόταν για την Equipe και, παραλλήλως, έστελνε ανταποκρίσεις στην Ελλάδα, στην «Αθλητική Ηχώ». Ούτε που το φανταζόταν, βεβαίως, ότι πολλά χρόνια αργότερα η φωνή του θα γινόταν το soundtrack των Μουντιάλ (και όλων των άλλων μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων) στην Ελλάδα.
Ο 23χρονος, τότε, Διακογιάννης σκόπευε να ταξιδέψει στην Ελβετία, για να παρακολουθήσει κάποιους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου από κοντά. Αλλά, όταν ενημέρωσε για τα σχέδιά του έναν φίλο του ποδοσφαιριστή, που αγωνιζόταν στη Ρασίνγκ Παρί, τον Αλμπέρ Ντιμπέγκ, εκείνος του είπε: «Γιατί να δώσεις 40.000 (γαλλικά) φράγκα για να πας στην Ελβετία; Να έρχεσαι στο σπίτι μου και να βλέπουμε το ματς της ημέρας από την τηλεόραση». Ετσι κι έγινε. Από τις 17 έως τις 30 Ιουνίου απόλαυσε από την πολυθρόνα, με μια μπίρα στο χέρι, 10 παιχνίδια.
- από το protagon.gr. Διαβάστε εδώ ολόκληρο το θέμα.
Ανάμεσα στους τυχερούς που παρακολούθησαν αυτό το υπέροχο Παγκόσμιο Κύπελλο των 16 ομάδων, στο οποίο σημειώθηκαν 140 γκολ (πάνω από 5 σε κάθε ματς, κατά μέσον όρο), ήταν και ένας Ελληνας, που εκείνη την εποχή ζούσε στο Παρίσι: ο Γιάννης Διακογιάννης. Βρισκόταν εκεί για σπουδές, όμως τον είχε κερδίσει η δημοσιογραφία. Εργαζόταν για την Equipe και, παραλλήλως, έστελνε ανταποκρίσεις στην Ελλάδα, στην «Αθλητική Ηχώ». Ούτε που το φανταζόταν, βεβαίως, ότι πολλά χρόνια αργότερα η φωνή του θα γινόταν το soundtrack των Μουντιάλ (και όλων των άλλων μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων) στην Ελλάδα.
Ο 23χρονος, τότε, Διακογιάννης σκόπευε να ταξιδέψει στην Ελβετία, για να παρακολουθήσει κάποιους αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου από κοντά. Αλλά, όταν ενημέρωσε για τα σχέδιά του έναν φίλο του ποδοσφαιριστή, που αγωνιζόταν στη Ρασίνγκ Παρί, τον Αλμπέρ Ντιμπέγκ, εκείνος του είπε: «Γιατί να δώσεις 40.000 (γαλλικά) φράγκα για να πας στην Ελβετία; Να έρχεσαι στο σπίτι μου και να βλέπουμε το ματς της ημέρας από την τηλεόραση». Ετσι κι έγινε. Από τις 17 έως τις 30 Ιουνίου απόλαυσε από την πολυθρόνα, με μια μπίρα στο χέρι, 10 παιχνίδια.
- από το protagon.gr. Διαβάστε εδώ ολόκληρο το θέμα.