Γράφει ο Τάσος Παππάς
Κορυφαίος υπουργός μού έλεγε προ ημερών (η συνομιλία μας έγινε μέσω τηλεφώνου χωρίς καμιά προφύλαξη, οπότε δεν ξέρω αν κατεγράφη από τα συστήματα παρακολούθησης - ντόπια ή εισαγόμενα) πως δεν πιστεύει ότι το θέμα των υποκλοπών θα πλήξει βαριά την κυβέρνηση, όχι γιατί δεν είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, όπως προς τιμήν του παραδέχτηκε, αλλά γιατί δεν ασχολείται κανείς. Οι περισσότεροι, είπε, είναι σίγουροι ότι όλες οι κυβερνήσεις βάζουν τις μυστικές υπηρεσίες να παρακολουθούν πολίτες και ενίοτε πολιτικούς αντιπάλους τους. Το έκαναν, ισχυρίζεται, οι προπροηγούμενες, η προηγούμενη, το κάνει η σημερινή, θα το κάνουν και οι επόμενες. Πρόκειται, όπως είπε, για μια κανονικότητα. Δυσάρεστη μεν αλλά κανονικότητα.
Στις επαφές που έχει με τους πολίτες στην εκλογική περιφέρειά του, αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, τα ερωτήματα που απασχολούν τον κόσμο αφορούν την ακρίβεια, τον πληθωρισμό, τον δύσκολο χειμώνα, τους μισθούς, τις συντάξεις, τα δάνεια που δεν μπορούν να αποπληρώσουν. Κοντολογίς η επιβίωση. Δεν προκαλεί έκπληξη η παρατήρηση του υπουργού. Πράγματι οι πολίτες, κυρίως αυτοί που ψήφισαν Νέα Δημοκρατία και δεν ανήκουν στα εύπορα στρώματα, αγωνιούν πρώτα για το αν θα μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα και μετά προβληματίζονται για το αν το κόμμα τους θα υποστεί εκλογική ζημιά. Τις υποκλοπές δεν τις χαρακτηρίζουν σοβαρό πολιτικό ζήτημα. Ο υπουργός για να ενισχύσει την επιχειρηματολογία του επικαλέστηκε τις δημοσκοπήσεις (θεωρεί ότι σε γενικές γραμμές είναι έγκυρες) όπου το σκάνδαλο των υποκλοπών βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις.
Αλλη μια διαπίστωση του είναι ότι το τελευταίο διάστημα υπάρχει ανησυχία στο ακροατήριο της παράταξης εξαιτίας της υπόθεσης Πάτση. Αυτό, κατά την κρίση του, βλάπτει την κυβέρνηση περισσότερο από το θέμα των υποκλοπών. Η γκρίνια (σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται θυμός) των οπαδών της Νέας Δημοκρατίας αναπτύσσεται σε δύο άξονες. Ο πρώτος έχει να κάνει με το κομματικό παρελθόν του ανεξάρτητου πια βουλευτή Γρεβενών - προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ. Με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση δηλώνουν ενοχλημένοι λόγω της ανάδειξης από τον πρωθυπουργό προσώπων που δεν προέρχονται από τους κόλπους της παράταξης, τα οποία συμπεριφέρονται αλαζονικά. Κυρίως τα στελέχη που έχουν κυβερνητικά πόστα. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι στο ίδιο μήκος κύματος με τους ψηφοφόρους της Ν.Δ. είναι και αρκετοί βουλευτές του κόμματος, οι οποίοι έχουν εκφράσει τη δυσφορία τους σε κύκλους του μεγάρου Μαξίμου. Παλαιότερα στον ίδιο τον κ. Δημητριάδη (όσοι είχαν πρόσβαση σ’ αυτόν) που εκτός των άλλων δραστηριοτήτων του (ΕΥΠ κ.λπ.) λειτουργούσε και σαν κυματοθραύστης. Σήμερα αποδέκτης των διαμαρτυριών τους είναι ο διάδοχός του, ο οποίος έχει σαφώς λιγότερη επιρροή στον πρωθυπουργό.
Ο δεύτερος άξονας της κριτικής των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας ακουμπά το περιβάλλον του πρωθυπουργού, το οποίο εγκαλούν για πλημμελείς ελέγχους γύρω από τον βίο και την πολιτεία πολλών εξ αυτών που μετακόμισαν από το ΠΑΣΟΚ στη Νέα Δημοκρατία όταν συνειδητοποίησαν ότι το κόμμα που τους γέννησε δεν είχε προοπτική να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Αναρωτιούνται δηλαδή γιατί εγκρίθηκε η υποψηφιότητα του κ. Πάτση από την ομάδα του πρωθυπουργού, ενώ ήταν γνωστό ότι και ο Αντ. Σαμαράς και ο Β. Μεϊμαράκης είχαν αρνηθεί να τον εντάξουν στα ψηφοδέλτια του κόμματος στις διπλές εκλογές του 2015.
Ποιος έβαλε πλάτη για να εκτεθεί με τη Ν.Δ. ο κ. Πάτσης και τελικώς να την εκθέσει; Στην πολιτική τα ενοχλητικά θέματα για μια κυβέρνηση ή για ένα κόμμα μπορεί για κάποιο διάστημα να φασκιωθούν, αλλά είναι σφόδρα πιθανό, από μια ασήμαντη αφορμή, να ξεσπάσει σάλος για όλα μαζί και να γίνει ο κακός χαμός. Τότε θα είναι αδιάφορο ποιο μέτρησε περισσότερο στη συνείδηση των πολιτών.
-το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών (03.11.2022)