του Χρήστου Ξανθάκη
Δεν ξέρω αν η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, αλλά σίγουρα είναι μια τέχνη για μεγάλα παιδιά.
Σε απλά ελληνικά αυτό μας κάνει ότι είτε λόγω εμπειρίας είτε λόγω εκπαίδευσης (απαιτείται και λίγο μυαλό, αλλά τέλος πάντων…), δεν βγαίνουν βατράχια από το στόμα σου όταν κάνεις δηλώσεις για όχι και τόσο ασήμαντα θέματα.
Μπορεί να μη βγαίνουν ούτε διαμάντια, αλλά σίγουρα δεν τον φτύνεις στη μούρη τον μέσο κακομοίρη που τρέχει όλη μέρα για το μεροκάματο και περιμένει ν’ ακούσει από εσένα δυο λόγια ενθαρρυντικά και παρηγορητικά.
Τούτων λεχθέντων, δεν νομίζω ότι ο Στέλιος Πέτσας το ‘χει με την πολιτική. Βλέπε και την απάντησή του για το φυσικό αέριο και τους καυστήρες πετρελαίου, σε ερώτηση του δημοσιογράφου Γιώργου Καραμέρου. Λα τα μινόρια:
«Είναι λαϊκισμός αυτό. Λαϊκισμός είναι όταν αρνούμαι να δω την πραγματικότητα. Ακούστε, 1200% έχει αυξηθεί η τιμή του φυσικού αερίου και λέμε πως έχουμε την δυνατότητα αν μετακινηθείτε σε κάτι άλλο που είναι φθηνότερο και κοστίζει λιγότερο σε εσάς και τον κρατικό προϋπολογισμό, να σας βοηθήσουμε. Το βασικό ζητούμενο σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να δείχνουμε προσαρμογή. Όποιος αρνείται να προσαρμοστεί, δυστυχώς, πεθαίνει».Και βεβαίως η πρώτη σου αντίδραση όταν τα ακούς, τα διαβάζεις, τα βλέπεις τα ανωτέρω είναι να κατεβάσεις καντήλια, αλλά επειδή εδώ αφενός είμαστε ρεπόρτερ και αφετέρου πολιτισμένη ιστοσελίδα, κατέληξα σε μια λέξη που χαρακτηρίζει απολύτως τον αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών:
Άνιωθος!
Κάποιος, δηλαδή, που είσαι εσύ τάβλα στο πάτωμα, αιμορραγείς, σπαρταράς, κοπανιέσαι και περνάει από δίπλα σου και δεν καταδέχεται ούτε ματιά να σου ρίξει. Ο «εξαιρετικά χοντρόπετσος», o «αναίσθητος» που λένε και τα καλόπαιδια του slang.gr
Αλλά δεν δείχνει παντού ανιωθίλα ο Στέλιος Πέτσας. Όπως αποκάλυψε σε προχθεσινό ρεπορτάζ της η εφημερίδα «δημοκρατία» (όχι δεν της δόθηκε ερώτηση στην πρωθυπουργική συνέντευξη Τύπου, στη ΔΕΘ…), ο αναπληρωτής υπουργός επέδειξε εξαιρετική ευαισθησία σχετικά με τις ζημίες που υπέστη Ιερός Ναός του Αγίου Βλασσίου στον Δήμο Αχαρνών. Και είχε τάξει προ μηνών 2 εκατομμύρια ευρώ, όχι φασόλια, για επανέλθει η εκκλησία στην προτέρα αυτής κατάσταση. Να γίνει λειτουργική ρε παιδί μου, γιατί την τσατάλιασε ο σεισμός.
Εκεί, όπως φαίνεται, δεν ίσχυε το όποιος δεν προσαρμόζεται, πεθαίνει» για το χριστεπώνυμο πλήθος. Να τους έστελνε, σαν να λέμε, ο Πέτσας σε διπλανές γειτονιές, ιδίοις εξόδοις, να πληρώνουν ταξί ή βενζίνα, για να ακούσουν τα λόγια του Ιερού Ευαγγελίου. Όχι βέβαια, ανάγκη ήταν και είναι να επισκευαστεί ο Άγιος Βλάσσιος στις Αχαρνές, που όλως παραδόξως τυγχάνει και εκλογική περιφέρεια του αναπληρωτή υπουργού. Τώρα που θα κατέβει στις εκλογές και θα δοκιμαστεί με τα κουκιά και τις κάλπες. Και τους συνυποψηφίους του, φυσικά, από τη Νέα Δημοκρατία, που διόλου δεν επευφημούν τον αφ’ υψηλού ανταγωνισμό του ανδρός.
Βλέπε και την αντίδραση του βουλευτή Γιώργου Βλάχου, που κατήγγειλε ότι «οκτώ μήνες έχουν περάσει από τις υποσχέσεις Πέτσα και ακόμη δεν ξέρουμε από ποιο κονδύλι θα γίνει η εκταμίευση». Κάλεσε, μάλιστα, τον αναπληρωτή υπουργό να δώσει καθαρή απάντηση για το τι μέλλει γενέσθαι με την αποκατάσταση του ναού σε όσους τον αναζητούν, διότι «στο τηλέφωνο δεν τον βρίσκουν»!
Κι ο Πέτσας; Ο Πέτσας, ως άλλο σεμνό παπαδοπαίδι, ευχαρίστησε τον Βλάχο για τη συμβουλή του «να είμαι φρόνιμος και προσεκτικός στις ανακοινώσεις μου», υπογραμμίζοντας ότι ισχύει η δέσμευση που έχει αναλάβει.
Για να καταλήξει, σχολιάζοντας με νόημα:
«Είμαστε μαζί σε αυτή την προσπάθεια και δεν είμαστε εδώ για να καταλογίσουμε ευθύνες μικροπολιτικού χαρακτήρα».
Και μένω εγώ να αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να περιμένει λίγο η αποκατάσταση των ζημιών στον Άγιο Βλάσσιο και πόσες φτωχές οικογένειες θα κατάφερναν να θερμανθούν το χειμώνα με το μπαξίσι των δύο εκατομμυρίων. Πεντακόσιες, χίλιες, χίλιες πεντακόσιες; Ντου δι μαθ, που λένε και στο Χάρβαρντ…
Υ.Γ.: Αφού πέρασε μιάμιση μέρα και του τα ‘σουρε όλη κοινωνία, εδέησε επιτέλους ο Πέτσας να ζητήσει συγχώρεση:
«Χθες έκανα μια ατυχή δήλωση. Παρά το γεγονός ότι δεν ήταν στις προθέσεις μου, κάποιοι ένιωσαν προσβεβλημένοι. Τους ζητώ συγγνώμη».
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το Newpost (15.9.2022)