Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

Πως είναι να ζεις χωρίς θέρμανση;


του Χρήστου Ξανθάκη

Δεν ξέρω πως είναι να ζεις χωρίς θέρμανση. Τη βγάζαμε στη φτώχεια, το έχω πει, τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής μου, αλλά δούλευαν οι σόμπες πετρελαίου στο φουλ. Σου κάνανε κεφάλι, αναμφιβόλως και ήθελαν προσοχή στο άναμμα για να μην πάθεις καμιά ζημιά, το κρύο όμως το εξόντωναν. Με το φανελάκι γυρνάγαμε στο σπίτι, παρά την αφραγκία.

Το μοναδικό βάσανο ήταν το εξωτερικό μπάνιο, που δεν σήκωνε σόμπα. Εκεί, ομολογώ, ότι τράβαγα των παθών μου τον τάραχο, ως την ώρα που θα έτρεχε καυτό το νερό και θα σενιάριζε κάπως την κατάσταση. Ως τη στιγμή της επιστροφής στο κυρίως σπίτι και τα τρία μέτρα που χώριζαν την πόρτα του μπάνιου από την πόρτα της κουζίνα. Πιο βασανιστική διαδρομή, δεν έχω βιώσει ποτέ.

Αλλά έλεγα ότι δεν ξέρω πως είναι να ζεις χωρίς θέρμανση. Και δεν ψεύδομαι μιας και δεν μου έλλειψε ποτέ η ζέστη (ζέστα, στα τρικαλινά) τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Ούτε καν όταν ήμουν φοιτητής, που δικαιολογούνται οι αβαρίες, ούτε καν εκείνη την τρομερή τριετία από το '12 ως το '15, που η μισή Ελλάδα μπήκε στον καταψύκτη. Απλή τύχη ήταν, δεν συνέβη τίποτε μαγικό, έτυχε έτσι κι όχι αλλιώς ένοικοι της πολυκατοικίας. Έχω, ωστόσο, την εντύπωση ότι μπαίνει πλέον η χώρα όλη στην κοιλάδα της γκαντεμίας και ότι ακόμη και ο πλέον καλοπροαίρετος αστός θα δυσκολευτεί να πληρώνει 1.000 ευρώ το μήνα μόνο για τη θέρμανση. Επομένως...

Επομένως επιστρέφουμε στο ρεπορτάζ, για να μάθουμε από πρώτο χέρι πως είναι η ζωή στο κρύο. Κι επειδή εγώ, το ‘γραψα, δεν το κατέχω το θέμα, επικοινώνησα με την κουμπάρα μου τη Γωγώ που ζει δέκα χρόνια (με μικρές διακοπές…) στο κρύο και έχει παγώσει το είναι της όχι μία, όχι δύο, αλλά ένα σκασμό φορές. Με δικά της λόγια:

«Το ’11, άλλαξα σπίτι και από εκεί που είχα αυτόνομη θέρμανση στο διαμέρισμα ήρθα σε πολυκατοικία με κοινό καυστήρα φυσικού αερίου για όλους και όλες. Η πρώτη μου αντίδραση όταν μπήκε ο χειμώνα και κατάλαβα ότι θέρμανση γιόκ; Τρόμος, τι να σου πω! Ξύπνησαν μέσα μου όλες οι δυσάρεστες αναμνήσεις από το πατρικό μου στην επαρχία που δεν είχαμε ζέστη και από το σχολείο μου που παγώναμε. Κι ύστερα άρχισε το δράμα:
  • Να πλένεσαι στον ψόφο μέσα και να τουρτουρίζεις.
  • Να σου πέφτουν πράγματα απ’ τα χέρια λόγω κρύου.
  • Να γυρνάς μέσα στο σπίτι σου μπουμπουλωμένη, λες και είχες βγει στο αλβανικό μέτωπο να κυνηγάς Ιταλούς.
  • Να μην τολμάς να αερίσεις, γιατί θα σε φάει το ψύχος.
  • Να σαπίζουνε τα ξύλα στο πάτωμα.
  • Και το πιο βαρύ, που εμένα μου θύμισε κάτι απ’ τη “Λάμψη” του Κιούμπρικ:
  • Να τρέχουν υδρατμοί ρυάκια στους τοίχους και στα τζάμια, λες και σε έχει επισκεφθεί κάποιο κακό πνεύμα…
Ξέρεις, στο τέλος είναι σαν να κατασκηνώνει στο μυαλό σου μέσα το κρύο, σε καταλαμβάνει εντελώς, δεν αφήνει χώρο για τίποτε. Όλα τα υπόλοιπα στριμώχνονται στο χώρο που τους αφήνει το ψύχος»!

«Ναι αλλά», της λέω, «ακούσαμε στη ΔΕΘ δια στόματος πρωθυπουργού ότι θα υπάρξει μέριμνα για ν’ αλλάξουν οι καυστήρες αερίου σε καυστήρες πετρελαίου».
«Χρηστάρα», μου απάντησε, «έχει χάρη που μας ακούει η μισή κοινωνία πλέον στα κινητά, γιατί αλλιώς θα σου έλεγα τι θα της αλλάξω της κυβέρνησης ολόκληρης ενόψει χειμώνα. Άντε με τους άριστους που μας έχουν βάλει να μελετάμε τα μερομήνια απ’ το πρωί ως το βράδυ, για να δούμε πότε θα μας βαρέσει ο παγετός…»

Υ.Γ.: Επί του πιεστηρίου:
Μόλις διάβασα τη δήλωση του Πέτσα για τον χειμώνα που έρχεται ("Xρειάζεται να δείχνουμε μια προσαρμογή. Όποιος αρνείται να προσαρμοστεί, δυστυχώς πεθαίνει") και κατανόησα πλήρως τι σημαίνει η λέξη "άνιωθος"!
  • το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το Newpost (13.9.2022)