του Χρήστου Ξανθάκη
Έχετε ιδέα από φτώχεια; Καθήστε να σας πω εγώ μια ιστορία από φτώχεια. Όταν δολοφονήθηκε ο παππούς μου ο Χρήστος από κάτι πιθήκια που παρίσταναν τους κομμουνιστές, έμειναν χήρα η γιαγιά μου και ορφανή η μάνα μου, μοναχές τους και απροστάτευτες. Και τις βρήκε η απελευθέρωση απ’ τους Γερμανούς στα Τρίκαλα, με τη μητέρα μου έξι χρονών και τη γιαγιά μου να προσπαθεί να μαζέψει κάνα φράγκο ράβοντας τις κυρίες της εποχής. Σ’ ένα δωμάτιο και οι δυο τους.
Στη μια γωνιά του δωματίου ήταν το κρεβάτι το σιδερένιο που κοιμότανε μαζί μάνα και κόρη. Εκεί είχε δέσει σχοινιά η γιαγιά μου κι επάνω τους κρέμαγε τα υφάσματα που έραβε.
Στη δεύτερη γωνιά ήταν η ραπτομηχανή, στην τρίτη ένα τραπέζι που έβαζε επάνω τα υφάσματα για να τα κόψει. Στα όρθια τρώγανε, σπάνια να κάτσουν να το ευχαριστηθούν.
Στην τέταρτη γωνία ήταν ένα βαρέλι με αλεύρι. Για το ψωμί, που ζύμωνε η γιαγιά μου. Καπακωμένο το βαρέλι με ένα ταψί χαλκωματένιο κι από πάνω η γκαζιέρα με την μία και μοναδική κατσαρόλα για το μαγείρεμα.
Κι έξω στην αυλή η τουλούμπα για να βγάζουν νερό, ένα παράπηγμα για τουαλέτα κι ένα δωματιάκι με μια κοπάνα για το πλύσιμο των ρούχων. Κι ένα καζάνι. Για να ζεσταίνουν νερό, να πλένουν τα ρούχα και να πλένονται κι οι ίδιες όπως μπορούσαν.
Και τα βράδια, μετά απ’ τα μεσάνυχτα έβγαινε η γιαγιά μου κι έκλεβε μήλα από τη μηλιά του γείτονα, γιατί λεφτά για φρούτα δεν είχαν και θα πάθαιναν σκορβούτο…
Τα θυμήθηκα τα ανωτέρω, και ιδίως το τσούρνεμα της μηλιάς, διαβάζοντας ένα άρθρο του πολύπλαγκτου σχολιαστή Τόμας Φρίντμαν στους New York Times. Όπου, μεταξύ άλλων, σημείωνε ο κόλουμνιστ πως αν συνεχιστεί η εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία έως τον χειμώνα και δεν επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός, τότε πολλές οικογένειες στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στη θέρμανση και στο φαγητό. Ανάμεσα στο χίτινγκ και στο ίτινγκ, έτσι λίγο πιο ποιητικά, στη γλώσσα που καταλαβαίνουν οι απόφοιτοι του Χάρβαρντ.
Και η αλήθεια είναι ότι εδώ στο Χαλάνδρι που μένω, στο κάτω Χαλάνδρι που έχει κάτι πολυκατοικίες θηρία με ακάλυπτο χώρο φουλ, όλο και κάνα λεμόνι ενθυλακώνουμε από τις κοντούλες λεμονιές του κήπου. Δεν βγαίνει όμως έτσι η δουλειά, όπως δεν μπορεί να χορτάσει όλη η γειτονιά από δέκα ελιές που έχει στο πλησίον αδιέξοδο και κάτι αγριόχορτα που τα κατουράνε οι σκύλοι. Θα πέσουν κορμιά, που λένε και στα γήπεδα, μη σου πω θα πέσουν και τα τσιμέντα. Για μια τρύπια θερμίδα, αγαπητέ Σέρτζιο Λεόνε…
Τα είπε και το ΙΝΚΑ αυτά, δεν τα βγάζω απ’ το μυαλό μου. Στις αρχές του τρέχοντος μηνός βγήκε και ανακοίνωσε ότι ένα καλάθι με είδη πρώτης ανάγκης τον Μάρτιο του 2021 κόστιζε 300 ευρώ. Τα ίδια προϊόντα τον Μάρτιο του 2022, κόστιζαν 390 ευρώ, ενώ το κόστος για το ίδιο καλάθι προϊόντων εκτινάχθηκε τον Ιούνιο του 2022 στα 450 ευρώ. Και τον Ιούλιο θα την περάσει την πεντακοσάρα αδερφέ μου και θα πάρεις το επίδομα αδείας και θα φύγει όλο στο σούπερ μάρκετ. Και καλά εγώ που έχω γατιά, άντε να πάει εκατό ευρώ η λουξ διατροφή τους από ογδόντα που δίνω τώρα. Εσύ που έχεις παιδιά;
Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο ερώτημα του σημερινού τίτλου:
Θέρμανση ή φαγητό;
Και προσέξτε, για τους Ευρωπαίους το λέει αυτό ο Φρίντμαν, με τα δύο και τρία χιλιάρικα μισθά, όχι για τα Ελληνάκια των επτακοσίων ευρώ μεικτά. Αν εκεί έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στα δύο, εδώ που τη θέρμανση την έχουμε ήδη ψιλοξεχάσει, μήπως θα πάει περίπατο και το φαγάκι; Μήπως θα μείνει άδειο το πιάτο και άχρηστο το κουταλοπήρουνο; Τα κάναμε κάτι τέτοια όταν ήμασταν φοιτητές, όταν θέλαμε να μαζέψουμε λεφτά για δίσκους και βιβλία, αλλά ποιος το περίμενε ότι θα μας ξανασυνέβαινε, όχι από επιλογή αλλά υποχρεωτικά, κάτι δεκαετίες αργότερα; Αυτά και σας αφήνω, έχω μια δουλίτσα επείγουσα τώρα. Στάμπαρα μια συκιά σε ένα ξέφραγο οικόπεδο εδώ δίπλα και πάω με τη σκάλα να δω τι μπορώ να κονομήσω!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το Newpost (19.7.2022)