Πέμπτη 30 Ιουνίου 2022

Δεν έχει ξαναγίνει η διοίκηση της ΕΡΤ να στήνει απεργοσπαστικό μηχανισμό


Ήμουνα εκεί όταν έκλεισε η κυβέρνηση Σαμαρά την ΕΡΤ, με το κατάπτυστο διάγγελμα Κεδίκογλου. Ήμουνα πάλι εκεί όταν την άνοιξε ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε δάκρυα χαράς. Και πολύ καλά έκανε και μπράβο του και δυο φορές μπράβο που δεν επέδειξε διάθεση ρεβανσισμού και προσέλαβε κανονικά και τους εργαζόμενους της ΝΕΡΙΤ. Όσους και όσες δηλαδή δεν είχαν προϋπηρεσία στην ΕΡΤ και θα έμεναν απέξω, αλλά δεν πειράζει ρε φίλε, καμιά εκατοστή είναι, διαγωνισμό πέρασαν, πρόσθεσέ τους κι αυτούς να αυγατίσει το δυναμικό, να πάμε για μεγάλα πράγματα. Και πήγαν στον κουβά…

Διότι, όπως όλοι και όλες ξέρουμε, από τον Ιούνιο του 2015 που ξανάνοιξε η ΕΡΤ και για καναδυο χρονάκια το είχε εναποθέσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στα χεράκια της ΠΟΣΠΕΡΤ το Ραδιομέγαρο, αφενός για να τιμήσει τους αγώνες των εργαζόμενων και αφετέρου για να έχει το κεφαλάκι της ήσυχο. Το πρώτο ήταν σωστό, πάνσωστο, αλλά θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί και με άλλο τρόπο, το δεύτερο ήταν καταστροφή σκέτη διότι έπεσε τέτοια ραστώνη στην Αγία Παρασκευή υπό τους συνδικάλες (αρρώστησε ο πρόεδρος Τσακνής…) που δεν κουνιότανε φύλλο. Και όταν καταλάβανε επιτέλους οι αποπάνω ότι η κατάσταση είχε βαλτώσει και είπανε να το δώσουνε το μαγαζί στον Θαλασσινό να το τρέξει, πάλι δεν είχανε το σθένος να τον στηρίξουνε. Και πήρε το καπελάκι του ο άνθρωπος και έφυγε.

Τα γράφω τα ανωτέρω για να μη κατηγοράτε ότι τα βρίσκω όλα ειδυλλιακά τα πριν και όλα σκάρτα τα τωρινά. Ναι, δεν ήταν ρόδινη η κατάσταση στην ΕΡΤ από το 2015 ως το 2019, αλλά η τωρινή σαπίλα με την διοίκηση να στήνει απεργοσπαστικό μηχανισμό και να τρέχει στα δικαστήρια την ΕΣΗΕΑ, την Ένωσή μας γαμώ την τρέλα μου, δεν έχει ξαναγίνει. Και έχει δίκιο ο εκπρόσωπος των εργαζομένων στο ΔΣ της εταιρείας Γιάννης Δάρρας, όταν σημειώνει:
«Όταν η διοίκηση ζητάει υπερδιπλάσιες αυξήσεις επιδομάτων σε στελέχη που κατέχουν θέσεις ευθύνης, είναι τουλάχιστον ανάλγητη η στάση της να μην αναγνωρίζει το δικαίωμα σε υποαμειβόμενους εργαζόμενους να πραγματοποιήσουν μια στάση εργασίας διεκδικώντας όχι το επιπλέον αλλά το ελάχιστο μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης».

Χρήστος Ξανθάκης