Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής
Tην 3η Μαϊου 2022, «Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας», όπως και πέρσι και πρόπερσι την ίδια μέρα, διαβάσαμε ωραίες ανακοινώσεις για τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αδέσμευτη, ελεύθερη, αλογόκριτη, δημοσιογραφία, οι αδέσμευτοι, ελεύθεροι, αλογόκριτοι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο.
Στις φετινές – όπως και στις περσινές και τις προπέρσινες και… πάει λέγοντας – ανακοινώσεις για την «Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας», κυριάρχησαν απ’ τη μια οι εθιμοτυπικές – εξουσιαστικές (καθεστωτικές, κυβερνητικές, κομματικές, κλπ.) ανακοινώσεις ρουτίνας, όπως αυτή του Έλληνα κυβερνητικού εκπροσώπου Γ. Οικονόμου («Η υποστήριξη των ΜΜΕ είναι ζήτημα Δημοκρατίας» κλπ., κλπ.), που θυμίζουν το περιεχόμενο ευχετηρίων καρτών για την… Παγκόσμια Ημέρα των Ερωτευμένων, κι απ’ την άλλη οι πιο μαχητικές και καταγγελτικές: αυτές των ελληνικών και ξένων δημοσιογραφικών ενώσεων και οργανώσεων, όπως η Διεθνής Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (ΔΟΔ), οι «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα», η ΕΣΗΕΑ κ.α.
Οι δεύτερες – όπως και οι περσινές και οι προπέρσινες – εστίαζαν στην διεθνώς αυξανόμενη τάση εξουσιαστικών (καθεστωτικών, κυβερνητικών, εταιρικών, κομματικών, κλπ.) παρακολουθήσεων (σ σ: κατασκοπεύσεων των κινητών τους) των αδέσμευτων δημοσιογράφων – ερευνητών με εξελιγμένα ψηφιακά μέσα, και εν τέλει την στοχοποίηση και την «εξόντωσή» τους.
Τελευταίο παράδειγμα, η απίστευτη και όμως… ελληνική περίπτωση διεθνών διαστάσεων, της σκανδαλώδους παρακολούθησης του ερευνητή δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη από την ΕΥΠ Μητσοτάκη (μη… γελάτε, άμεσος προϊστάμενός της είναι) διότι, σύμφωνα με το ρεπορτάζ (insidestory.gr), «ερευνούσε επιχειρηματικά συμφέροντα που επωφελούνταν από νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησής του»!...
*******
Και, βέβαια, το φαινόμενο SLAPP (Strategic lawsuits against public participation / Στρατηγικές αγωγές κατά της δημόσιας συμμετοχής), την διαρκώς αυξανόμενη βιομηχανία αγωγών από πολιτικούς αξιωματούχους (και άλλα φυσικά ή νομικά δημόσια πρόσωπα –ακόμα και κυβερνήσεις– κατά δημοσιογράφων που, ασκώντας το βασικό καθήκον τους, τους κρίνουν ή τους επικρίνουν. Αποσκοπώντας, βέβαια, στη λογοκρισία, τον εκφοβισμό και τη φίμωση των δημοσιογράφων… «επικριτών τους», καθώς τους επιβαρύνουν με το κόστος μιας νομικής υπεράσπισης μέχρι να εγκαταλείψουν την κριτική ή την αντίθεσή τους.
Όπως η απίστευτη και όμως… ελληνική περίπτωση εξώδικου τελεσίγραφου μετά απειλής αγωγής τύπου SLAPP, ενός αριστερού, υποτίθεται, πολιτικού αξιωματούχου (του βουλευτή Επικρατείας και κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Πάνου Σκουρλέτη, κατά του έγκριτου δημοσιογράφου – πολιτικού αναλυτή Γιώργου Λακόπουλου, επειδή… τόλμησε να αναδείξει και να καυτηριάσει πολιτικές πράξεις και θέσεις και συμπεριφορές του…
Πράξεις, θέσεις, και συμπεριφορές που –κατά τη γνώμη του Γ. Λακόπουλου και όχι μόνον– συνιστούσαν ένα διαρκές φαινόμενο υπονόμευσης του προσυνεδριακού και συνεδριακού εγχειρήματος του Αλέξη Τσίπρα για μια κυβερνητική προοπτική του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης: «Ο θρίαμβος Τσίπρα στο συνέδριο μετέτρεψε τον Σκουρλέτη σε μαινόμενο υπονομευτή του επιτεύγματος να βγει το κόμμα ενωμένο και πιο ισχυρό από την κορυφαία εσωτερική διαδικασία του»…
Κατά τα λοιπά, την 3η Μαϊου 2022, «Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας», μάθαμε ότι, στη φάση της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, η Ελλάδα κατρακύλισε 38 ολόκληρες θέσεις προς τον πάτο του δείκτη των «Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα» για την ελευθερία του Τύπου, και ότι βρίσκεται πλέον στην 108η θέση της παγκόσμιας κατάταξης: κάτω από χώρες όπως η Τυνησία, το Τόγκο, η Μποτσουάνα...
*******
Και, βέβαια, στη χειρότερη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Πιο χαμηλά ακόμα και από την Ουγγαρία του ακροδεξιού Ορμπάν!.. Και να φανταστείτε πως είχα δεοντολογικές επιφυλάξεις όταν, μόλις προχθές, έγραφα ότι «όπως ο Μητσοτάκης, έτσι και ο Ορμπάν έχει δημιουργήσει ένα στημένο περιβάλλον Μέσων Ενημέρωσης όπου, εκτός από όλα τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, ακόμη και το 50% των εμπορικών μέσων ελέγχεται από το κυβερνητικό κόμμα και χρηματοδοτείται από κυβερνητικές πηγές».
Πώς να το κάνουμε, ειδικά στην εποχή μας, μια εποχή πολιτικών και μιντιακών τεράτων που τρέφονται με δημοσιογραφικό αίμα, θέλει αρετή και τόλμη η αδέσμευτη δημοσιογραφία... Και συμπεριφορική προσοχή: γιατί, αν είσαι δημοσιογράφος και αρχίσεις τα κολλητιλίκια με τους πολιτικούς και τους εκδότες, να συχνάζεις στα στέκια τους, να ζυμώνεσαι μαζί τους, το πιθανότερο είναι να προσεγγίζεις τα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα με τον τρόπο που τα προσεγγίζουν εκείνοι, με την ελαφρότητα, δηλαδή, και την αλαζονεία, και τον συμφεροντολογικό κυνισμό, την ανηθικότητα εν τέλει, του επαγγελματία πολιτικού και του εκδότη –που δεν είναι εκδότης, εφοπλιστης, εργολάβος ή προμηθευτής του Δημοσίου είναι– τότε…
Τότε, θα χάσεις την επαφή σου με την πεμπτουσία της πολιτικής (την αέναη ανθρώπινη δράση για την αριστοτελική «αγαθή κοινωνία» στην εξέλιξή της) και της δημοσιογραφίας, (την συνείδηση ότι η ενημέρωση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης), και θα αρχίσεις να μοιάζεις με τους επαγγελματίες πολιτικούς: να ασκείσαι κι εσύ, όπως εκείνοι, στην κατεργασία παραπολιτικών στοιχείων που συνθέτουν μικροπολιτικά σενάρια τόνωσης και επιβίωσης του συστήματός που τους βολεύει…
Σενάρια που καταλήγουν στα ηλεκτρονικά και έντυπα πρωτοσέλιδα, καθώς και στα δελτία των οκτώ, ως πολιτικές εξελίξεις. Να κάνεις, εν τέλει, ό,τι κάνουν οι πολιτικοί και οι εκδότες ενώ εξακολουθείς να δηλώνεις «δημοσιογράφος, μέλος της ΕΣΗΕΑ»...
- το κείμενο του Νίκου Τσαγκρή είναι από το μπλογκ ΤΑ ΡΕΣΤΑ ΜΟΥ