Η έκτακτη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ καλείται να ψηφίσει σήμερα, έπειτα από δύο ημέρες ομιλιών των μελών της, ένα σχέδιο απόφασης το οποίο θα καταδικάζει τη Ρωσία για την εισβολή της στην Ουκρανία και θα ζητεί την «άμεση» απόσυρση» των ρωσικών δυνάμεων από τη χώρα. Κατά τις τοποθετήσεις Ο αραβικός κόσμος τήρησε διακριτική στάση, με εξαίρεση το Κουβέιτ λόγω Ιράκ ενω η Ινδία παρέμεινε επιφυλακτική. Η Κίνα από την πλευρά της υπογράμμισε ότι ο κόσμος «δεν έχει τίποτα να κερδίσει» από έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο.
Στο πλευρό της Ρωσίας συντάχθηκαν ξεκάθαρα η Συρία, η Νικαράγουα, η Κούβα και η Βόρεια Κορέα οι οποίες επέκριναν τους Δυτικούς που, όπως δήλωσε η Πιόνγκγιανγκ, «κατέστρεψαν τη Λιβύη, το Ιράκ και το Αφγανιστάν».
Σχετικά με το ποιοι στηρίζουν τη Ρωσία υπάρχει σχετικό ρεπορτάζ της Χριστίνας Πάντζου στην Εφημερίδα των Συντακτών όπου αναφέρει μεταξύ άλλων:
Η κυβέρνηση της Κούβας είναι από τις πρώτες που συστρατεύτηκαν με τη Ρωσία. Ο πρόεδρος Ντίας Κανέλ εξέφρασε την αλληλεγγύη του στη Ρωσική Ομοσπονδία, καταδικάζοντας «την επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Ρωσίας και την αντιρωσική προπαγανδιστική και επικοινωνιακή υστερία».
Η Νικαράγουα, την οποία επισκέφθηκε στη συνέχεια ο Βολόντιν την Πέμπτη, διαβεβαίωσε διά του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα την άμεση υποστήριξή της στη Μόσχα.
Από την πλευρά της, η Βενεζουέλα δήλωσε πως η επιδείνωση της κρίσης στην Ουκρανία είναι προϊόν της παραβίασης των Συμφωνιών του Μινσκ από μέρους του ΝΑΤΟ. Ο πρόεδρος Νικολάς Μαδούρο καταδίκασε τα «διεστραμμένα σχέδια που επιδιώκουν να περικυκλώσουν στρατιωτικά και στρατηγικά τη Ρωσία».
Σαφής ήταν και η στάση της χούντας της Μιανμάρ, με τον στρατηγό Ζάου Μιν Τουν, εκπρόσωπο του Στρατιωτικού Συμβουλίου της χώρας, να εξηγεί τους λόγους για τους οποίους στηρίζει τη ρωσική στρατιωτική επιχείρηση: «Πρώτον, γιατί η Ρωσία εργάζεται για να εδραιώσει την κυριαρχία της. Νομίζω ότι είναι το σωστό. Και δεύτερον, γιατί δείχνει στον κόσμο πως η Ρωσία είναι μια παγκόσμια δύναμη».
Ανάλογα θερμή προς τη Ρωσία ήταν η αντίδραση της κυβέρνησης της Συρίας, που υιοθέτησε τη ρητορική του Πούτιν και χαρακτήρισε την επίθεση «μια στρατιωτική επιχείρηση από τους συμμάχους της Ρωσίας για να διατηρήσουν την εθνική τους ασφάλεια και σταθερότητα».
Η κυβέρνηση της Κούβας είναι από τις πρώτες που συστρατεύτηκαν με τη Ρωσία. Ο πρόεδρος Ντίας Κανέλ εξέφρασε την αλληλεγγύη του στη Ρωσική Ομοσπονδία, καταδικάζοντας «την επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Ρωσίας και την αντιρωσική προπαγανδιστική και επικοινωνιακή υστερία».
Η Νικαράγουα, την οποία επισκέφθηκε στη συνέχεια ο Βολόντιν την Πέμπτη, διαβεβαίωσε διά του προέδρου Ντανιέλ Ορτέγα την άμεση υποστήριξή της στη Μόσχα.
Από την πλευρά της, η Βενεζουέλα δήλωσε πως η επιδείνωση της κρίσης στην Ουκρανία είναι προϊόν της παραβίασης των Συμφωνιών του Μινσκ από μέρους του ΝΑΤΟ. Ο πρόεδρος Νικολάς Μαδούρο καταδίκασε τα «διεστραμμένα σχέδια που επιδιώκουν να περικυκλώσουν στρατιωτικά και στρατηγικά τη Ρωσία».
Σαφής ήταν και η στάση της χούντας της Μιανμάρ, με τον στρατηγό Ζάου Μιν Τουν, εκπρόσωπο του Στρατιωτικού Συμβουλίου της χώρας, να εξηγεί τους λόγους για τους οποίους στηρίζει τη ρωσική στρατιωτική επιχείρηση: «Πρώτον, γιατί η Ρωσία εργάζεται για να εδραιώσει την κυριαρχία της. Νομίζω ότι είναι το σωστό. Και δεύτερον, γιατί δείχνει στον κόσμο πως η Ρωσία είναι μια παγκόσμια δύναμη».
Ανάλογα θερμή προς τη Ρωσία ήταν η αντίδραση της κυβέρνησης της Συρίας, που υιοθέτησε τη ρητορική του Πούτιν και χαρακτήρισε την επίθεση «μια στρατιωτική επιχείρηση από τους συμμάχους της Ρωσίας για να διατηρήσουν την εθνική τους ασφάλεια και σταθερότητα».
Την Πέμπτη, και ενώ εξελισσόταν η επίθεση, ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Ιμράν Χαν έκανε επίσημη επίσκεψη στον Πούτιν, δηλώνοντας ότι ήλπιζε «πως η διπλωματία θα είχε αποτρέψει μια ανοιχτή στρατιωτική και σύρραξη», αλλά αποφεύγοντας να αποδώσει ευθύνες για αυτή την κλιμάκωση.
Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, τηλεφώνησε στον Πούτιν ζητώντας την άμεση κατάπαυση της βίας. Η Ινδία, που εξαρτάται σημαντικά από τη Ρωσία για στρατιωτικό εξοπλισμό αλλά και έχει αναζητήσει να ενισχύσει τις σχέσεις της με τη Δύση τα τελευταία χρόνια, επανέλαβε ότι «οι διαφορές Ρωσίας - ΝΑΤΟ μπορούν να λυθούν μόνο με ειλικρινή και έντιμο διάλογο», χωρίς να καταδικάσει την επίθεση.
Και το Ιράν δεν καταδικάζει τη Ρωσία, αλλά δηλώνει αντίθετο με τον πόλεμο, στάση που αντανακλά τους δεσμούς του με τη Μόσχα τις τελευταίες δεκαετίες, τις όλο και πιο τεταμένες σχέσεις του με τη Δύση σε σειρά ζητημάτων, περιλαμβανομένου του πυρηνικού του προγράμματος, και τις ευρύτερες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η αντίδραση του Πεκίνου, όπου ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στη στήριξη της συμμάχου Ρωσίας και στην προάσπιση της αρχής της μη επέμβασης στα εσωτερικά μιας χώρας, με το βλέμμα στραμμένο στην Ταϊβάν. Την Πέμπτη δεν στήριξε την επίθεση, παρότι τις προηγούμενες ημέρες είχε αναγνωρίσει τις «νόμιμες ανησυχίες ασφαλείας» της Ρωσίας. Για πολλούς, η στάση της Κίνας συνίσταται κυρίως στο να αξιολογήσει την απάντηση της Δύσης στην κλιμάκωση της κρίσης Ρωσίας - Ουκρανίας στο πλαίσιο της ατζέντας της για την Ταϊβάν, και να διαπιστώσει το αν και πώς αυτή η κρίση θα δοκιμάσει την ενότητά της.
Την ίδια ημέρα, ο πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, τηλεφώνησε στον Πούτιν ζητώντας την άμεση κατάπαυση της βίας. Η Ινδία, που εξαρτάται σημαντικά από τη Ρωσία για στρατιωτικό εξοπλισμό αλλά και έχει αναζητήσει να ενισχύσει τις σχέσεις της με τη Δύση τα τελευταία χρόνια, επανέλαβε ότι «οι διαφορές Ρωσίας - ΝΑΤΟ μπορούν να λυθούν μόνο με ειλικρινή και έντιμο διάλογο», χωρίς να καταδικάσει την επίθεση.
Και το Ιράν δεν καταδικάζει τη Ρωσία, αλλά δηλώνει αντίθετο με τον πόλεμο, στάση που αντανακλά τους δεσμούς του με τη Μόσχα τις τελευταίες δεκαετίες, τις όλο και πιο τεταμένες σχέσεις του με τη Δύση σε σειρά ζητημάτων, περιλαμβανομένου του πυρηνικού του προγράμματος, και τις ευρύτερες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.
Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η αντίδραση του Πεκίνου, όπου ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στη στήριξη της συμμάχου Ρωσίας και στην προάσπιση της αρχής της μη επέμβασης στα εσωτερικά μιας χώρας, με το βλέμμα στραμμένο στην Ταϊβάν. Την Πέμπτη δεν στήριξε την επίθεση, παρότι τις προηγούμενες ημέρες είχε αναγνωρίσει τις «νόμιμες ανησυχίες ασφαλείας» της Ρωσίας. Για πολλούς, η στάση της Κίνας συνίσταται κυρίως στο να αξιολογήσει την απάντηση της Δύσης στην κλιμάκωση της κρίσης Ρωσίας - Ουκρανίας στο πλαίσιο της ατζέντας της για την Ταϊβάν, και να διαπιστώσει το αν και πώς αυτή η κρίση θα δοκιμάσει την ενότητά της.