Υπάρχουν τόποι και χρόνοι όπου μια αλυσίδα από απίθανες συγκυρίες δημιουργεί τις συνθήκες για να γεννηθούν εξαιρετικά πράγματα, πράγματα ικανά να αλλάξουν την ιστορία ολόκληρων λαών. Γυρνώντας διακόσια χρόνια πίσω στην καρδιά των Κυκλάδων, βλέπουμε τη γέννηση μιας θαυμαστής πόλης που άναψε τον σπινθήρα μιας βιομηχανικής και αστικής πρωτοπορίας στη μέση του Αιγαίου.
Ήταν τότε που οι έμπειροι Χιώτες έμποροι και ναυτικοί, κατατρεγμένοι από το σπαθί των Οθωμανών, καταλήγουν στη Σύρο, όπου προσπαθούν να στήσουν μια νέα ζωή.
Μαζί με Ψαριανούς, Κασιώτες, Μικρασιάτες και Κρήτες προσφεύγουν στο φυσικό, απάνεμο λιμάνι κάτω από τη μεσαιωνική ακρόπολη του νησιού και, ξεκινώντας από ταπεινά προσφυγικά καταλύματα, εντός τριών δεκαετιών κατάφεραν να στήσουν ένα μικρό αλλά πανίσχυρο αστικό, ναυτικό και βιομηχανικό κέντρο. Του έδωσαν το όνομα «Ερμούπολη» εμπνεόμενοι από τον θεό του εμπορίου και σε έναν βράχο στη μέση του πελάγους θεμελίωσαν μια πόλη ευρωπαϊκή, όπου, όπως είχε πει ο Ελευθέριος Βενιζέλος, «ξαναγεννήθηκε η Ελλάδα».
Όταν η Αθήνα έμοιαζε ακόμα με μια μικρή νέα πόλη που καταπιανόταν με τη φιλοδοξία να γίνει πρωτεύουσα, στην Ερμούπολη ήδη βρισκόταν το μεγαλύτερο ναυπηγικό κέντρο της Μεσογείου και υπήρχε μια όπερα όπου μπορούσες να ακούσεις έναν ιταλικό θίασο να παίζει την Τραβιάτα. Μπορεί να έχασε τη δύναμή της όταν ο Πειραιάς τής πήρε τα λιμανίσια πρωτεία της χώρας, στο τέλος του 19ου αιώνα, κατάφερε όμως να κρατήσει μέσα στα χρόνια έναν κοσμοπολίτικο, ευρωπαϊκό αέρα, που έχει ακόμα και σήμερα, διακόσια χρόνια μετά τη γέννησή της.
-από κείμενο του Δημήτρη Καραΐσκου στην Καθημερινή (ολόκληρο ΕΔΩ)