του Χρήστου Ξανθάκη
Μια διευκρίνιση πρώτα, για να μη χάνουμε τη μπάλα: Όσα θέλετε να μάθετε για τις τεχνικές λεπτομέρειες και την αισθητική του Don’t look up, θα τα βρείτε με μια επίσκεψη στο pantimo.gr –την ιστοσελίδα του κορυφαίου σινεκριτικού Παναγιώτη Τιμογιαννάκη. Δουλειά του είναι και τη δουλειά του την κάνει καλύτερα απ’ όλους. Άσε που τις βλέπει κιόλας τις ταινίες πριν τις κρίνει, σε αντίθεση με κάποιους μερακλήδες συναδέλφους του!
Οπότε εκεί θα ψάξετε, μην το πολυσυζητάμε και μην
μακρηγορούμε και διαφωνία μηδέν. Σε ένα μόνο πράγμα θα τον πάω λίγο
κόντρα τον Παναγιώτη, καθώς έχω την εντύπωση ότι στην περίπτωση του
Don’t look up δεν μιλάμε για σάτιρα, μιλάμε για παρωδία.
Θα μου πεις μικρές οι διαφορές, θα σου απαντήσω ναι αλλά διόλου
ασήμαντες. Άσε τώρα που στην Ελλάδα, στη χώμα που γέννησε το χαμόγελο
εις βάρος της εξουσίας, έχουμε εδώ και καιρό αποκηρύξει το είδος. Κάτι
που, βεβαίως, συμβαίνει και σε πολλά άλλα κράτη, με φωτεινή εξαίρεση τις
ΗΠΑ. Τη χώρα όπου η παρωδία γνωρίζει ακόμη μεγάλα σουξέ…
Πάμε όμως και στο πολιτικό ζουμί της ταινίας., η οποία παρεξηγήθηκε
όσο καμιά άλλη στα πρόσφατα χρονικά του θεάματος. Από τους φιλελέδες
πρώτα απ’ όλα, που πολύ θα ήθελαν να ζωγραφίζει μια ανελέητη καταγγελία κατά του Τραμπισμού και μόνο,
αντί να βγάζει τη γλώσσα στη συνολική σαπίλα του συστήματος. Το πρώτο
είναι εύκολο και συσπειρώνει τα γίδια. Το δεύτερο, πάλι, πολύ μας
χαλάει, γιατί από εκεί ακριβώς, από το ντελαπάρισμα των πάλαι ποτέ
κραταιών δομών είναι που σιτιζόμαστε. Από εκεί είναι που κονομάμε, πουλώντας συνταγές ανανέωσης και εκσυγχρονισμού. Μαστιγώνοντας το ψόφιο άλογο, που λέγανε και οι Pistols…
Μην περιμένετε λοιπόν από αυτά τα καϊνάρια να δαγκώσουν το χέρι που
τους ταΐζει και να εκφρασθούν θετικά για μια παραγωγή που κοροϊδεύει όλο
αυτό το γαμημένο νταλαβεράκι της επικοινωνιακής μαγείας. Πώς αλλιώς θα
μας καθότανε στο σβέρκο και θα τσουρνεύανε τις πορτοφόλες μας, αν δεν
αποτελούσαν βασικά στελέχη ενός παρανοϊκού ιστού πολιτικής κυριαρχίας; Μιας αδιανόητης αγοραπωλησίας νεκρών ψυχών, σε κοινή θέα…
Τα γράφω όλα αυτά τα ανωτέρω και σκέφτομαι τον πρώην συνάδελφο και
νυν υπουργό Επικρατείας Άκη Σκέρτσο, που είδε μεν το τυρί αλλά δεν είδε
τη φάκα. Γιατί είχε τη στοιχειώδη ευφυΐα να αποφύγει σαχλαμάρες του
τύπου «δεν είναι ταινία, είναι meme στο Facebook»,
έπεσε όμως ολοσούμπητος στην παγίδα της αυτοαναφορικότητας
αποκρυπτογραφώντας το Don’t look up ως έναν ύμνο στην “κάτι παραπάνω από
αποτελεσματική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας”. Ο ίδιος τα έγραψε αυτά
τα περικολόζα, σε ποστάρισμά του στα σόσιαλ, όπου σημείωνε μεταξύ άλλων:
«Το βρήκα διασκεδαστικά μελαγχολικό και επίκαιρο. Αν μη τι άλλο, μέσα στην πανδημία ζούμε το ακριβώς αντίθετο, τη σχεδόν απόλυτη συμπόρευση δηλαδή των κυβερνήσεων με τους επιστήμονες. Γι’ αυτό και δεν μπορώ να κρύψω ότι μπερδεύτηκε λίγο με κάποιους φίλους που εκθειάζουν την ταινία και ταυτόχρονα διαφωνούν με την εισήγηση των ειδικών επιστημόνων να ανοίξουν τα σχολεία την ερχόμενη εβδομάδα».
Και εδώ ακριβώς είναι που δικαιώνεται το Don’t look up, στον πυρήνα του σαρκασμού του. Όπως η πρόεδρος των ΗΠΑ διέταζε την επικεφαλής της NASA να βγάζει χαζούς τους επιστήμονες, έτσι και η κυβέρνηση της Ψωροκώσταινας τους επιστήμονες τους μεταχειρίζεται ως χρήσιμους ηλίθιους. Από το «πες κι εσύ Σωτήρη» ως την Μελέτη που δεν Παρέλαβε Κανείς, όταν μας βολεύει τους επιστήμονες τους χειροκροτάμε. Όταν δεν μας βολεύει, τους γυρνάμε την πλάτη. Και όπως συμβαίνει και στην ταινία, κλείνουμε το μάτι στον ιδιωτικό τομέα για να σώσει εμάς και τις τσέπες μας…
Υ.Γ.: Στο Don’t look up εμφανίζεται και ο γνωστός ΕλληνοΑμερικάνος ηθοποιός Μάικλ Τσίκλις. Απορώ πως δεν το εκμεταλλεύτηκε ακόμη ο Άδωνις, για να υπογραμμίσει τη δημοφιλία των ελληνικών προϊόντων!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr