Γράφει ο Τάσος Παππάς
Στον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. η κυβέρνηση και τα φιλικά της μέσα ενημέρωσης πόνταραν όλα τα λεφτά τους στον Ανδρέα Λοβέρδο. Απαξίωναν με ήκιστα πολιτικούς χαρακτηρισμούς την υποψηφιότητα Γιώργου Παπανδρέου, γιατί πίστευαν ότι αν εκλεγεί αυτός αρχηγός θα σπρώξει το κόμμα στην αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ (και μόνο στη σκέψη ανατρίχιαζαν) και αδιαφόρησαν για τον Νίκο Ανδρουλάκη -τον θεωρούσαν αουτσάιντερ χωρίς πολλές πιθανότητες να περάσει στον τελικό. Αστόχησαν.
Οι πολίτες που προσήλθαν στις κάλπες δεν τους έκαναν το χατίρι και έθεσαν τον κ. Λοβέρδο εκτός δεύτερου γύρου. Δεν το έβαλαν όμως κάτω. Αλλαξαν κατεύθυνση και πριμοδότησαν τον Νίκο Ανδρουλάκη με τον ίδιο ενθουσιασμό που είχαν δείξει για τον κ. Λοβέρδο και πανηγύρισαν δεόντως με την άνετη επικράτησή του.
Εκαναν λόγο για τέλος εποχής, για νίκη της ανανέωσης και ήττα του πορφυρογέννητου (καλό είναι να αποφεύγουν αυτή τη λέξη γιατί στην αυλή τους υπάρχουν τέτοιοι πολιτικοί) και φόρτωσαν τα τηλεοπτικά δίκτυα με τον πράσινο ήλιο και μουσικό χαλί το γνωστό από τις προεκλογικές συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ Κάρμινα Μπουράνα. Οδηγούνται στην εκτίμηση ότι με τον Ανδρουλάκη επικεφαλής στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ. δεν υπάρχει περίπτωση να ευδοκιμήσει το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για προοδευτική κυβέρνηση.
Φτάνουν στο σημείο να αποθεώνουν το ΠΑΣΟΚ για όλη τη διαδρομή του ξεχνώντας προφανώς τι έσουρναν στο πάλαι ποτέ κόμμα εξουσίας την εποχή που ήταν το μεγάλο αντίπαλο δέος της συντηρητικής παράταξης. Ποιο ΠΑΣΟΚ όμως θαυμάζουν, ποιο ΠΑΣΟΚ νοσταλγούν η Δεξιά και οι σύμμαχοί της; Οχι βεβαίως το ΠΑΣΟΚ που κυβερνούσε μόνο του. Αυτό το έχουν αποδοκιμάσει. Του έχουν χρεώσει την εκτίναξη του δημόσιου χρέους (μιλάνε διαρκώς για τη χαμένη δεκαετία του ’80), τη γιγάντωση του πελατειακού κράτους (αυτοί που ήταν οι πρώτοι διδάξαντες), το έχουν αποκαλέσει ναυαρχίδα του λαϊκισμού, το έχουν κατηγορήσει για αιμομικτικές σχέσεις με την τρομοκρατία και έσυραν τον ιδρυτή του στο Ειδικό Δικαστήριο για να πετύχουν την πολιτική εξόντωσή του.
Για το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη δεν εκφράζονται τόσο αρνητικά, παρά το γεγονός ότι τον είπαν αρχιερέα της διαπλοκής και άφησαν βιτριολικούς υπαινιγμούς για νοθεία στις εκλογές του 2000. Με τις επιλογές του Σημίτη στην οικονομική πολιτική δεν διαφώνησαν και του αναγνωρίζουν ότι έβαλε την Ελλάδα στην ΟΝΕ. Αλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι υποδέχτηκαν με θέρμη στις τάξεις τους στελέχη του εκσυγχρονιστικού χώρου και τα τοποθέτησαν σε κυβερνητικές και κρατικές θέσεις.
Το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου δεν άντεξε πολύ, οπότε δεν έχει αφήσει ευδιάκριτο ενοχλητικό για τη Δεξιά αποτύπωμα και επιπλέον έχει το ντεζαβαντάζ της επιβολής του πρώτου μνημονίου. Αρα ποιο ΠΑΣΟΚ θέλουν; Μα εκείνο που συνεργάστηκε μαζί τους, που δέχτηκε να παίξει τον ρόλο του κομπάρσου, που δεν είχε κανένα πρόβλημα να υπογράψει όλες τις βάρβαρες αποφάσεις, που βεβήλωσε το όνομά του, που δυσφήμησε την ιστορία του, που δεν αντιστάθηκε ούτε για τα μάτια του κόσμου, εκείνο το ΠΑΣΟΚ που θεώρησε ότι έκανε το εθνικό καθήκον του λειτουργώντας σαν τσόντα στον προαιώνιο αντίπαλό του, εκείνο το ΠΑΣΟΚ που καταβαραθρώθηκε στις εκλογές, εκείνο το ΠΑΣΟΚ που είδε τους οπαδούς του να φεύγουν μαζικά για άλλες πολιτείες.
Φτάνουν στο σημείο να αποθεώνουν το ΠΑΣΟΚ για όλη τη διαδρομή του ξεχνώντας προφανώς τι έσουρναν στο πάλαι ποτέ κόμμα εξουσίας την εποχή που ήταν το μεγάλο αντίπαλο δέος της συντηρητικής παράταξης. Ποιο ΠΑΣΟΚ όμως θαυμάζουν, ποιο ΠΑΣΟΚ νοσταλγούν η Δεξιά και οι σύμμαχοί της; Οχι βεβαίως το ΠΑΣΟΚ που κυβερνούσε μόνο του. Αυτό το έχουν αποδοκιμάσει. Του έχουν χρεώσει την εκτίναξη του δημόσιου χρέους (μιλάνε διαρκώς για τη χαμένη δεκαετία του ’80), τη γιγάντωση του πελατειακού κράτους (αυτοί που ήταν οι πρώτοι διδάξαντες), το έχουν αποκαλέσει ναυαρχίδα του λαϊκισμού, το έχουν κατηγορήσει για αιμομικτικές σχέσεις με την τρομοκρατία και έσυραν τον ιδρυτή του στο Ειδικό Δικαστήριο για να πετύχουν την πολιτική εξόντωσή του.
Για το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη δεν εκφράζονται τόσο αρνητικά, παρά το γεγονός ότι τον είπαν αρχιερέα της διαπλοκής και άφησαν βιτριολικούς υπαινιγμούς για νοθεία στις εκλογές του 2000. Με τις επιλογές του Σημίτη στην οικονομική πολιτική δεν διαφώνησαν και του αναγνωρίζουν ότι έβαλε την Ελλάδα στην ΟΝΕ. Αλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι υποδέχτηκαν με θέρμη στις τάξεις τους στελέχη του εκσυγχρονιστικού χώρου και τα τοποθέτησαν σε κυβερνητικές και κρατικές θέσεις.
Το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου δεν άντεξε πολύ, οπότε δεν έχει αφήσει ευδιάκριτο ενοχλητικό για τη Δεξιά αποτύπωμα και επιπλέον έχει το ντεζαβαντάζ της επιβολής του πρώτου μνημονίου. Αρα ποιο ΠΑΣΟΚ θέλουν; Μα εκείνο που συνεργάστηκε μαζί τους, που δέχτηκε να παίξει τον ρόλο του κομπάρσου, που δεν είχε κανένα πρόβλημα να υπογράψει όλες τις βάρβαρες αποφάσεις, που βεβήλωσε το όνομά του, που δυσφήμησε την ιστορία του, που δεν αντιστάθηκε ούτε για τα μάτια του κόσμου, εκείνο το ΠΑΣΟΚ που θεώρησε ότι έκανε το εθνικό καθήκον του λειτουργώντας σαν τσόντα στον προαιώνιο αντίπαλό του, εκείνο το ΠΑΣΟΚ που καταβαραθρώθηκε στις εκλογές, εκείνο το ΠΑΣΟΚ που είδε τους οπαδούς του να φεύγουν μαζικά για άλλες πολιτείες.
Δεν ξέρω ποιο ΠΑΣΟΚ έχει στο μυαλό του ο κ. Ανδρουλάκης. Φαντάζομαι ότι δεν θα θέλει να συνδέσει τ’ όνομά του με τις χειρότερες στιγμές της ιστορίας του κόμματος που ανέλαβε να διοικήσει.
- το κείμενο του Τάσου Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών (16.12.2021)