Γράφει ο Τάσος Παππάς
Ορισμένες εταιρείες δημοσκοπήσεων έχουν βαλθεί να μας τρελάνουν. Υπάρχουν ευτυχώς και αυτές που υπηρετούν με συνέπεια τον ρόλο τους. Το πρόβλημα που δημιουργείται, όμως, από τη στάθμιση, τις αναγωγές, τις αναλύσεις και τα συμπεράσματα εκείνων των εταιρειών που δίνουν την εντύπωση ότι θέλουν να μετατρέψουν την επιθυμία τους σε πραγματικότητα είναι μεγάλο. Μέχρι πριν από λίγους μήνες «έβγαζαν» τη Νέα Δημοκρατία λίγο πιο κάτω από την επίδοσή της στις κάλπες τον Ιούλιο του 2019 και τον ΣΥΡΙΖΑ κοντά στο 20%, διαφορά δηλαδή περίπου είκοσι ποσοστιαίων μονάδων. Τα υπόλοιπα κόμματα κινούνταν στα ρηχά.
Σιγά σιγά άρχισαν να μειώνουν τη δύναμη της Νέας Δημοκρατίας, χωρίς όμως να κερδίζει η αξιωματική αντιπολίτευση. Πού πήγαιναν οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι; Κάποιοι στους αναποφάσιστους, κάποιοι στο λευκό, κανένας όμως στον ΣΥΡΙΖΑ και στα άλλα κόμματα. Από πρώτη ματιά μπορεί να ήταν και λογική εξέλιξη. Οι διστακτικοί δεν είχαν ακόμη αποφασίσει να γίνουν κοψοχέρηδες. Στη συνέχεια η διαφορά μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος μειώθηκε, όχι όμως τόσο που να προκαλεί ανησυχία στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Παρέμεινε πάντα διψήφια (από το 10% έως το 15%). Η Ν.Δ. έπιανε με το ζόρι το 33%, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να πλησιάσει, αντιθέτως φαινόταν να χάνει μία με δυο μονάδες.
Την ίδια στιγμή οι πολίτες που ψήφιζαν όπως ψήφιζαν στις… τηλεφωνικές κάλπες των συγκεκριμένων εταιρειών διαφωνούσαν με τις επιλογές της κυβέρνησης στην πανδημία, εξέφραζαν τη δυσφορία τους για το κύμα ακρίβειας και την έξαρση της εγκληματικότητας, αποδοκιμάζοντας έτσι και τις υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις του πρωθυπουργού ότι γράφουμε τον επίλογο της πανδημίας και τις προβλέψεις των αρμοδίων υπουργών ότι η ακρίβεια είναι παροδικό φαινόμενο και τους ισχυρισμούς των κυβερνητικών στελεχών ότι υπάρχει τάξη και ασφάλεια (το δόγμα της Ν.Δ.). Η πραγματικότητα αποδεικνυόταν ατίθαση, τα γεγονότα πεισματάρικα, ωστόσο η Νέα Δημοκρατία δεν απειλούνταν και η δημοτικότητα του πρωθυπουργού χτυπούσε ταβάνι.
Και ήρθαν οι εσωκομματικές εκλογές στο ΠΑΣΟΚ. Οι ίδιες εταιρείες προεξοφλούσαν την επικράτηση του Ανδρέα Λοβέρδου. Επέμειναν και μετά την είσοδο στην αρένα του Γιώργου Παπανδρέου. Το αποτέλεσμα τις διέψευσε, αλλά δεν το έβαλαν κάτω. Ο Ανδρουλάκης από αουτσάιντερ στη μάχη για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ έγινε μέσα σε λίγες μέρες σημαντικός πολιτικός παράγοντας, το κόμμα του ξεκόλλησε από τα γλίσχρα ποσοστά.
Κοντεύει να φτάσει τον ΣΥΡΙΖΑ, διεκδικεί με αξιώσεις τη δεύτερη θέση και με τον ρυθμό που δείχνουν το ΠΑΣΟΚ να ανεβαίνει, ενδεχομένως να δικαιωθεί η χαριτωμενιά του Δημήτρη Κανελλόπουλου στο σάιτ της «Εφ.Συν.» ότι σύντομα θα του δώσουν την πρωτιά και γιατί όχι την αυτοδυναμία. Λένε πολλοί, «μην κάνετε έτσι, πρόκειται για φωτογραφία της στιγμής». Ναι, αλλά πώς γίνεται η μια εταιρεία να βγάζει φωτογραφία της στιγμής ένα συγκεκριμένο νούμερο και η φωτογραφία της στιγμής μιας άλλης εταιρείας να απεικονίζει άλλο νούμερο; Η απόσταση που χωρίζει τις δυο φωτογραφίες της στιγμής είναι μεγάλη.
Πάντως οι φωτογραφίες της στιγμής σωρευτικά δημιουργούν κλίμα. Η καθοδήγηση του εκλογικού ακροατηρίου μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους: από τη συχνότητα των σφυγμομετρήσεων μέχρι τη διατύπωση πονηρών ή εσκεμμένα ασαφών ερωτημάτων. Το πόσο συχνά παραγγέλνει ένα κόμμα δημοσκοπήσεις έχει σημασία. Δεν είναι μια αθώα επιλογή.
Στο παιχνίδι των αλλεπάλληλων μετρήσεων μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα επιδίδονται οι κυβερνήσεις και ο στόχος είναι: να εμπεδωθεί η σιγουριά στις τάξεις των οπαδών της ότι πάμε καλά, να αποθαρρυνθούν οι αιρετικές φωνές και να εδραιωθεί στο αντίπαλο στρατόπεδο κλίμα απαισιοδοξίας, να κλονιστεί το ηθικό του πολιτικού προσωπικού του και να δημιουργηθούν συνθήκες αμφισβήτησης της ηγεσίας. Αυτό κάνει η σημερινή κυβέρνηση με τη συνδρομή ορισμένων μέσων ενημέρωσης.
- το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την ΕφΣυν (21.12.2021)