του Χρήστου Ξανθάκη
Έχω μια μανία με τα «στρογγυλά» νούμερα. Με το δέκα, ας πούμε, με το είκοσι, με το τριάντα, με το πενήντα, με το εκατό, με το χίλια και πάει λέγοντας. Ίσως φταίει που είμαι απόφοιτος σχολής θετικών επιστημών και κάπως παραπάνω με ιντριγκάρουν οι αριθμοί. Τους δίνω λίγο μεγαλύτερη σημασία, κάτι μου κάνουν σημαδιακό. Μπορεί να έχει κάποιο νόημα, μπορεί να είναι και κουσούρι που έλεγε και ο Μακαριστός.
Οπότε δεν είναι παράλογο που με αναστάτωσαν σφόδρα οι είκοσι χιλιάδες νεκροί από την πανδημία του κορωνοϊού. Είναι ένα ορόσημο, αναμφιβόλως, σε αγγίζει εκεί που πονάς, δεν μπορείς να σταθείς απέναντί του αδιάφορος. Ή μήπως μπορείς;
Δεν ξέρω αν το θυμάστε, το είχα γράψει εδώ προ ημερών και στο Kontra, στην εκπομπή της Γιάμαλη το είχα πει:
Έπρεπε όλες οι εφημερίδες να το έχουν πρωτοσέλιδο, όλα τα ραδιόφωνα
και τα κανάλια πρώτη είδηση, όλες οι ιστοσελίδες φάτσα κάρτα.
Γιατί είκοσι χιλιάδες άνθρωποι είναι πολλοί, πάρα πολλοί, είναι σφαγείο κανονικό και δεν μπορούμε, δεν γίνεται, είναι αδύνατον να χάσουμε άλλους τόσους.
Φρούδες ελπίδες…
Η ζωή συνεχίστηκε κανονικά για τα Μέσα Μαζικής
Επικοινωνίας στη Χώρα όπου Ανθεί η Φαιδρά Πορτοκαλέα και ελάχιστα μόνο
εξ αυτών έδωσαν σημασία στο αξιομνημόνευτο νούμερο. Η «δημοκρατία», ας
πούμε, που του αφιέρωσε ξανά το πρωτοσέλιδό της, γράφοντας:
«20.055 γιατί. Πόσοι μπορούσαν να έχουν σωθεί;»
Και η «Αυγή» που έγραψε για:
«Θλιβερό παρόν, αβέβαιο μέλλον».
Κατά τ’ άλλα, διαβάζαμε ότι υπάρχει «Νέα απόφαση για αναδρομικά στο δημόσιο», ότι «Ο λαός πληρώνει ακριβά την πολιτική της “απελευθέρωσης” και τα “πράσινα” κέρδη», ότι είναι «Εκτός ελέγχου το φυσικό αέριο» ότι «Πληρώνουμε το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη» και ότι ετοιμάζεται «Κουμπαράς 1 δις. για το ρεύμα».
Χρήμα, δηλαδή, λεφτά, μπακίρι, πορτοφόλα και πώς να μην αφουγκράζεται ύστερα η κυβέρνηση το σφυγμό της ειδησεογραφίας και να μην αφήνει ελεύθερη την αγορά για τις ημέρες των Χριστουγέννων. Με μια παράλληλη διαρροή την ίδια ημέρα, ότι πριν καν σκάσουν μύτη τα Φώτα (ρε, ποιος τα γαμάει τα Φώτα!), θα πάμε σε ένα λοκντάουν τσίλικο, του παλιού κακού καιρού, από εκείνα τα ξεγυρισμένα που κοντέψανε να μας στείλουν όλους και όλες στα χάπια. Μη φοβάστε όμως, μπορεί να είναι αυστηρό αλλά θα κρατήσει μόνο ένα μηνάκι. Ούτως ή άλλως άπαντες και άπασες υποφέρουμε από κάποιου είδους μαυρίλα (μπλουζ, για τους φίλους), μετά από τις γιορτές, οπότε τι μία φορά σκότος, τι δύο. Πάλι με κατεβασμένα τα μούτρα θα ήμασταν και με διάθεση χειρότερη κι από τη μάνα της γαλοπούλας…
Στο μεταξύ είκοσι χιλιάδες συνάνθρωποί μας δεν θα ξαναδούν το φως του ήλιου. Και η μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα τακτοποιήθηκε στο χρονοντούλαπο, άρα ποτέ δεν θα μάθουμε αν τη μελέτησε η κυβέρνηση της Μπανανίας ή αν την χάρισε στον Πίνατ να έχει και κάτι άλλο να γρατζουνάει εκτός από τους καναπέδες του Μαξίμου. Συμβαίνουν αυτά τα πράγματα όταν ο νόμος της σιωπής ξεφτιλίζει τόσο τον όρκο του Ιπποκράτη όσο και την αρχή της διαφάνειας. Και όταν υπομένουμε την μοίρα μας με είκοσι χιλιάδες νεκρούς, λες και είναι στραγάλια ή φιστίκια. Ένα απλό νούμερο είναι στο κάτω κάτω της γραφής, αύριο μεθαύριο θα γίνουν είκοσι μία και είκοσι δύο χιλιάδες, μπορεί και είκοσι τρεις. Άμα είναι κάθε φορά να ρίχνουμε το ίδιο κλάμα, πότε θα μας περισσέψει χρόνος να δούμε τη «Φάρμα»;
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost