Το ξαναγράφω, για να το εμπεδώσουν τόσο τα φρόνιμα όσο και τα άτακτα πλάσματα αυτής της χώρας:
Δεν ζούμε σε χουντικό καθεστώς. Τελεία. Αλλά ζούμε σε δημοκρατία της μπανάνας!.,
Στη χούντα το βουλώνεις, το ράβεις, το κρατάς κλειστό το στόμα σου. Ούτε κιχ σε λέω, ούτε φωνήεν, ούτε σύμφωνο. Άκρα του τάφου σιωπή, με εντολή άνωθεν. Τσιμουδιά!
Στη δημοκρατία της μπανάνας, από την άλλη, υποτίθεται ότι έχεις το ελεύθερο να πεις ό,τι γουστάρεις, όπως το γουστάρεις, όποτε το γουστάρεις.
Άμα το πεις, όμως, μπαίνει σε λειτουργία ένας μηχανισμός
κατασταλτικός, ο οποίος σε ουκ ολίγες περιπτώσεις σε βρίσκει να
παραβιάζεις τη νομοθεσία και σε στέλνει στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Κι εκεί πια, είναι ρουλέτα η φάση.
Κάθεται η μπίλια στο κόκκινο; Εντάξει μωρέ, είπε το παιδί μια κουβέντα
παραπάνω. Κάθεται στο μαύρο; Φάε και πρόστιμο, φάε και μπουζού, φάε και
το λουρί της μάνας προκομμένε μου, που νόμισες ότι θα βγάλεις γλώσσα και
θα υπονομεύσεις τους θεσμούς και την κοινωνική γαλήνη. Άντε γειά!
Εμείς λοιπόν τώρα, είμαστε στο μπανανικό. Από χτες το βράδυ το λαχταράμε σαν τα πιθήκια, μιας και ψήφισε η Βουλή τον νέο Ποινικό Κώδικα που προβλέπει αυστηροποίηση σε ένα σωρό ποινές (άλλου παπά ευαγγέλιο ετούτο…) και περιλαμβάνει και το άρθρο 191 το καψαλό που εγκαινιάζει μια νέα περίοδο όχι και τόσο κεκαλυμμένης λογοκρισίας στην Ψωροκώσταινα. Το ποστάρω για να μην χάνουμε τη μπάλα:
«Όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή. Εάν η πράξη τελέστηκε επανειλημμένα μέσω του τύπου ή μέσω διαδικτύου, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και ο πραγματικός ιδιοκτήτης ή εκδότης του μέσου με το οποίο τελέστηκαν οι πράξεις των προηγούμενων εδαφίων».
Έτσι απλά, έτσι αβασάνιστα, έτσι αβάδιστα.
- Βγαίνω εγώ, ας πούμε, και γράφω ότι τα μαχητικά Ραφάλ και οι φρεγάτες οι Μπελχαρά (Μπελαρά, για τους μερακλήδες) δεν είναι πια και οι καταλληλότερες επιλογές για να αντιμετωπίσουμε τις εντάσεις στο Αιγαίο και τις προκλήσεις τις σουλτανικές, τσακ φάε μια μήνυση γιατί κλόνισες την εμπιστοσύνη του κοινού στην αμυντική ικανότητα της χώρας.
- Εκφράζω, ας πούμε, την άποψη ότι κάτι δεν πάει με πεντακόσιους διασωληνωμένους και χίλιες τριακόσιες κλίνες ΜΕΘ, να πεθαίνει κόσμος στους διαδρόμους των νοσοκομείων, τρέχα στα δικαστήρια να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας.
- Φωνάζω ότι το βζιιιιιν του υπουργού Ανάπτυξης για την οικονομία είναι ένα παραμύθι και μισό και ότι πάνε σκατά τα πράγματα, ανέβα στο εδώλιο αδερφούλη και στάξε ιδρώτα μέχρι να ανακοινωθεί η απόφαση του δικαστή. Κι άμα πεις ότι ο πρωθυπουργός λέει ψέματα, ωχ Παναγίτσα μου…
Την ίδια ώρα η ΕΣΗΕΑ, η ένωση, δηλαδή, των επαγγελματιών που θα φάνε
πιο πολύ απ’ όλους το τσιβί, αντί να δώσει εντολή να κατέβουν εδώ και
τώρα τα μολύβια (να σιγήσουν τα πληκτρολόγια, τέλος πάντων), εξέδωσε μια
διαμαρτυρία πιο χλιαρή κι από εγγλέζικη μπύρα. Και ζήτησε από τον
υπουργό να αποσύρει την επίμαχη τροποποίηση στο άρθρο 191. Κι ο υπουργός
Τσιάρας, τι έκανε; Την έγραψε την ΕΣΗΕΑ εκεί που δεν πιάνει μελάνι,
εκεί που δεν φωτάει ο ήλιος γιατί γνωρίζει πολύ καλά ότι όπου πίπτει λόγος δεν πίπτει ράβδος. Κο-κο-κο-κο-κο…