Πώς προέκυψε η αυτοκριτική ομολογία των ακροδεξιών ακροβατισμών της Ν.Δ. επί κυβερνήσεων Σαμαρά και Μητσοτάκη, εκ μέρους του υπουργού των Εξωτερικών
Κάποτε οι πολιτικοί έκαναν θέατρο. Καθώς ήταν αναγκασμένοι να έρχονται συχνά σε άμεση επαφή με το κοινό, μελετούσαν το «σενάριο», έκαναν πρόβες (στον καθρέφτη τους), έμπαιναν στο πετσί του ρόλου τους και την κατάλληλη στιγμή έβγαιναν στη «σκηνή» και τα ’λεγαν...
Ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν εξαιρετικός ηθοποιός, το ίδιο και ο γιος του ο Ανδρέας. Ο Καραμανλής ήταν γεννημένος σταρ, ένας ζεν-πρεμιέ που κέρδιζε το κοινό με την παρουσία του και.. ας ήταν, ως ηθοποιός (και... γενικότερα), ακαλλιέργητος. Ένας ακόμα σπουδαίος θεατρίνος της πολιτικής ήταν ο Λεωνίδας Κύρκος. Έπαιζε τόσο καλά που, ενώ ήταν πρωταγωνιστής ενός μικρού «θιάσου», κατάφερνε να είναι ένας από τους πλέον δημοφιλείς πολιτικούς της χώρας...
Στο μεσοδιάστημα, οι πολιτικοί έκαναν τηλεόραση. Εκπαιδεύτηκαν στου... κασίδη το κεφάλι και, με τα χρόνια, οι πιο ταλαντούχοι διακρίθηκαν και έπιασαν στασίδια στα πλατό των πολιτικών τοκ σόου. Όμως κανένας πρωθυπουργός ή αρχηγός κόμματος ανάμεσά τους. Πλην... Βασίλη Λεβέντη, του νυν αρχηγού της Ένωσης Κεντρώων: Σημίτης, Καραμανλής, Γιωργάκης Παπανδρέου, Σαμαράς, όλοι ατάλαντοι. «Δεν θα πέρναγαν ούτε σε καστ για κομπάρσους τηλεοπτικών πάνελ», έλεγε η συχωρεμένη η Μαλβίνα...
Σήμερα οι πολιτικοί, όσοι... επιβίωσαν των Μνημονίων και της Covid-19 (όπως και οι πολίτες, άλλωστε) εξακολουθούν να κάνουν τηλεόραση. Κάθε είδους τηλεόραση∙ είτε live, είτε web tv, είτε βιντεάκια στις πλατφόρμες των social media. Και σε αντίθεση με το τηλεοπτικό «μεσοδιάστημα», όλοι ταλαντούχοι. Με προεξάρχοντα τον επονομαζόμενο και μπουμπούκο ή τηλεβιβλιοπώλη, κ. Άδωνι Γεωργιάδη.
*******
Αυτές τις μέρες, κάτι περίεργο συνέβη με κάποιους πολιτικούς που κάνουν τηλεόραση. Αίφνης άλλαξαν το ύφος τους, το στιλ τους, αυτοσχεδιάζοντας όχι πάνω στις ατάκες των πολιτικών αντιπάλων τους, όπως συνήθως, αλλά πάνω σε κάτι που έμοιαζε αληθινό: κάποια αλήθεια ή μέρος μιας κάποιας αλήθειας ιδεολογικού χαρακτήρα που, για λόγους υπαρξιακής αυτοσυντήρησης λες, έκρυβαν μέσα τους - δεν τολμούσαν καν να την κοιτάξουν...
Κάποτε ο Σάμιουελ Μπέκετ σκηνοθετούσε ένα θεατρικό έργο του, «Το τέλος του παιχνιδιού». Οι πρόβες έφταναν προς το τέλος τους, αλλά ο πρωταγωνιστής αδυνατούσε να αποδώσει μια σκηνή. Έπρεπε να συγκεντρωθεί για να ερμηνεύσει αισθαντικά έναν μονόλογο. Όμως δεν τα κατάφερνε, κοίταζε πότε ψηλά, στους προβολείς, πότε στα θεωρεία ή στο πουθενά, δίνοντας την εικόνα πολιτικού ομιλητή, καταστρέφοντας την εσωτερικότητα του κειμένου.
Ο Μπέκετ, ανικανοποίητος, διέκοπτε συνεχώς τον ηθοποιό, καλώντας τον να μην κοιτάζει δεξιά - αριστερά αλλά να εστιάσει στην ουσία του κειμένου, μέχρι που εκείνος, αγανακτισμένος, άρχισε να ωρύεται:
- Μα πείτε μου επιτέλους, πού στο διάβολο πρέπει να κοιτάξω;
- Να κοιτάξεις μέσα σου! του απάντησε ο Μπέκετ...
*******
Όπως ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας: «Δεν βρισκόμαστε εδώ για να επιστρέψουμε στο κακό παρελθόν της χώρας, αλλά για να συζητήσουμε την επιβίωση της πατρίδας μας στο μέλλον» είπε, παρεμβαίνοντας στην αήθη αντικομμουνιστική επίθεση του υποτιθέμενου ομοϊδεάτη του βουλευτή Κωνσταντίνου Μπογδάνου κατά του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΚΚΕ Θανάση Παφίλη, με αφορμή τα πρόσφατα περιστατικά βίας από φασιστικές ομάδες της Χρυσής Αυγής στη Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης.
Ύστερα, σαν να κοίταξε μέσα του και να ανακάλυψε κάπου εκεί στα βάθη παραπεταμένες ιδεολογικές αρχές και αλήθειες, φάνηκε σαν να αποφάσισε να τις ξαναφέρει στην επιφάνεια, να τις μεταβάλει σε εφαρμοσμένο πολιτικό ήθος: «Εγώ δεν γνωρίζω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ποιος παρέστη στην εκδήλωση για το Βίτσι. Ο πατέρας μου παρέστη στο Βίτσι», δήλωσε...
«Λέω, όμως, το εξής»: οποιαδήποτε προσπάθεια, σήμερα, προβολής στη σύγχρονη πολιτική ζωή των οδυνηρών στιγμών της χώρας στο παρελθόν, για την αποκόμιση μικροκομματικού οφέλους, είναι απαράδεκτη», συνέχισε οργισμένος. Και προβαίνοντας σε μια αυτοκριτική ομολογία των ακροδεξιών ακροβατισμών της Ν.Δ. επί Σαμαρά και Μητσοτάκη πρόσθεσε: «Η συμπαράταξη με τον Κασιδιάρη είναι πάντοτε απαράδεκτη, διαχρονικά απαράδεκτη. Και η κατάθεση στεφάνου από τη Χρυσή Αυγή στο αίμα νεκρών για τη δημοκρατία είναι επίσης απαράδεκτη»...
Ήταν μια μεμονωμένη, αισθητικού χαρακτήρα αλλαγή, στην οποία προφανή ρόλο έπαιξαν οι μετωπικές εσωκομματικές συγκρούσεις μεταξύ ακροδεξιών και λαϊκοδεξιών φατριών και οι ψηφοθηρικές ακροβασίες Μητσοτάκη με δαύτες. Μια αλλαγή που... αλίμονο, κράτησε ελάχιστα: όσο κρατάει μια θεατρική παράσταση. Αμέσως μετά, τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος άρχισαν και πάλι να κάνουν... τηλεόραση.
- το άρθρο του Ν. Τσαγκρή είναι από την ΑΥΓΗ της Κυριακής (10.19.2021)