του Χρήστου Ξανθάκη
Με την εφημερίδα «δημοκρατία» έχω χίλιες διαφορές. Στα δεξιά είναι αυτή, στα αριστερά είμαι εγώ, λογικό να μην ταιριάζουμε. Σέβομαι, ωστόσο, ιδιαιτέρως ότι δεν υποκύπτει στις σειρήνες της.. ψηφιακής εποχής και προσπαθεί να είναι μια εφημερίδα του παλιού καλού καιρού. Με ρεπορτάζ, με έρευνες, με απόψεις (είπαμε, δεν συμφωνώ!), με ευκολία ανάγνωσης παρακαλώ, που τόσο την έχουμε ξεχάσει με την μωροφιλοδοξία μας για «πιλάφια» και «σεντόνια». Κι έχει κι ένα άλλο καλό:
Σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία των media, δεν ξεχνάει ούτε μια μέρα τον κορωνοϊό!
Ε, ναι παιδιά, αλήθειες να λέμε και να μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας. Τέτοια ενότητα ούτε απέναντι στον Ερντογάν δεν έχουν επιδείξει τα ελληνικά ΜΜΕ. Όλως εξάφνως, με το που ξεκίνησε η τουριστική σαιζόν, μπήκε στο ράφι κάθε αναφορά για τον κορωνοϊό και τα θύματά του και εμφανίσθηκε ειδησεογραφικό μέτωπο αρραγές με ειδυλλιακή εικόνα προς τα έξω:
Την ξανακερδίσαμε τη μάχη με την πανδημία τον Ιούνιο του 2021, όπως την είχαμε κερδίσει και τον Μάιο του 2020!
Στο μεταξύ τα πτώματα συνέχισαν να συσσωρεύονται…
Όπως διαβάζω, λοιπόν, αν όχι σήμερα άντε αύριο θα ξεπεράσουμε ένα ακόμη σημαδιακό νούμερο. Το κοντέρ θα γράψει 15.000 θύματα του κορωνοϊού, στρογγυλό αριθμό, ευκολομνημόνευτο. Όταν είχαμε πιάσει τους 10.000 νεκρούς, η εφημερίδα που λέγαμε, η «δημοκρατία», είχε κυκλοφορήσει με εξώφυλλο μαύρο και ένα κεράκι. Αναρωτιέμαι αν θα σκεφτούν κάτι ανάλογο τώρα…
Την ίδια ώρα, πέφτει μαλλιοτράβηγμα ενδοκυβερνητικό σχετικά με αυτή την περιβόητη Επιτροπή Λοιμωξιολόγων. Που μια φορά κι έναν καιρό έβγαζε λαγούς απ’ το καπέλο, αλλά πλέον μοιάζει πιο δυσλειτουργική κι από τρακτέρ τεσσαρακονταετίας. Κάθε μέρα που περνάει διογκώνεται η φημολογία που την θέλει να μεταμορφώνεται, να αποψιλώνεται, να αποκεφαλίζεται. Θα αλλάξουν τα μέλη, θα μειωθούν τα μέλη, θα εξαφανισθούν τα μέλη, όλα τ’ ακούμε και όλα τ΄ αφουγκραζόμαστε. Και απορούμε επίσης πως διάολο γίνεται να βγαίνουν ξαφνικά άχρηστοι αυτοί οι γίγαντες της επιστήμης που μέχρι προχτές κυβερνούσαν τις ζωές μας. Εκτός κι αν ήταν αληθής η φημολογία ότι απλώς επικύρωναν το ραβασάκι που τους μετέφερε ο Γεραπετρίτης…
Θα μπορούσε να το εκλάβει κανείς ως αστείο, μάλιστα θα μπορούσε, αν δεν υπήρχε από πίσω κι από μπρος κι από πάνω κι από κάτω αυτός ο καταραμένος αριθμός:
Δεκαπέντε χιλιάδες νεκροί. Αδύνατον να τους αναστήσεις, αδύνατον να τους φορτωθείς, που θα έλεγε και ο τροβαδούρος. Αδύνατον να συλλάβεις καν πως μια πόλη ολόκληρη εξεμέτρησε το ζην. Και η σφαγή συνεχίζεται…
Τουλάχιστον μας έμεινε η παραίτηση του προέδρου του ΕΟΔΥ, Παναγιώτη Αρκουμανέα, ως ένα μνημείο αυτοθαυμασμού για τις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα. Με δικά του λόγια:
«Τίμησα το αξίωμα που μου εμπιστεύτηκε η κυβέρνηση αυτής της χώρας με εντιμότητα, μαχητικό πνεύμα και αυταπάρνηση, χωρίς ουδέποτε να παρεκκλίνω από το ηθικό καθήκον μου, και, προπαντός, δίνοντας απόλυτη, αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα στις ανάγκες και στις αγωνίες των συμπολιτών μας».
Και κάπως έτσι αγαπητές αναγνώστριες και αγαπητοί αναγνώστες, το πιάσαμε το δεκαπεντάρι και πάμε για ανώτερα. Κανείς δεν ξέρει τι συνέβη, κανείς δεν ξέρει πως συνέβη, κανείς δεν ξέρει γιατί συνέβη. Κάπως ήρθε ο κορωνοϊός, κάπως μπήκε στις ζωές μας, κάπως μας ξέκανε. Όπως θα αναρωτιόταν και ο αλησμόνητος Ογκουνσότο:
«Πωτς γκένεν αυτό;»
Υ.Γ.: Κι επειδή δεν τα λέω μόνο εγώ τα ανωτέρω, δημοσιεύω και χθεσινό τουί του κομσομόλου Γιώργου Κύρτσου. Με τις υγείες σας:
«Τους τελευταίους μήνες είμαστε σταθερά στη χειρότερη τετράδα στην ΕΕ-27, στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Από την καλύτερη τριάδα, στην αρχή αντιμετώπισης της πανδημίας, διολισθήσαμε σταδιακά στη χειρότερη τετράδα. Το χειρότερο, μοιάζουμε συμβιβασμένοι με την πτώση…»
- από το newpost