Ποιος θα φωνάξει για πάρτη μας; Ποιος θα ρίξει τις δικές μας πέτρες;
Μιλάω με τη φίλη μου τη Μαίρη (ας την πούμε Μαίρη), λέμε τα οικογενειακά μας, λέμε τα επαγγελματικά μας, λέμε τα υπαρξιακά μας (έχουν και υπαρξιακά οι αριστεροί!), φτάνει η κουβέντα.. και στη ΔΕΘ. Γυρνάει η Μαίρη και μου λέει:
«Καλός ο πρόεδρος στη Θεσσαλονίκη, αλλά…»
«Τι αλλά;», τη ρωτάω, «θα μας πεις κι εσύ ότι ήταν ισοπαλία;»
«Όχι, δεν θα στο πω», μου απαντάει, «αυτά τα λένε όσοι ψάχνονται από πριν για ισοπαλίες. Αλλά δεν θέλω μόνο να μιλάει πια. Όσο καλά και να τα λέει, δεν θέλω μόνο να μιλάει. Να φωνάζει θέλω, να φωνάζει για πάρτη μας. Να ρίχνει και καμιά πέτρα»!
Κι αυτή, αγαπητές αναγνώστριες και αγαπητοί αναγνώστες, είναι η κοινή συνισταμένη της νέας εποχής, του 2021 που αποσύρεται σιγά σιγά για να μπει το 2022. Η πλειοψηφία του κόσμου, μια πλειοψηφία που ξεκινάει από 55 % και φτάνει στο 75 %, ανάλογα ποια δημοσκόπηση θα πιστέψετε, δεν θέλει άλλες λογικές εξηγήσεις και κοστολογημένα προγράμματα, θέλει φωνή και μάλιστα φωνή δυνατή. Αυτή που λέγανε παλαιότερα οργή λαού, φωνή Θεού; Ε, κάπως έτσι…
Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς και ως κινηματική διαδικασία, μιας και τα έχει όλα τα χαρακτηριστικά. Η αγανάκτηση έχει τσιτώσει, ο θυμός έχει πάρει το πάνω χέρι, ο φόβος έχει υποχωρήσει, φουσκώνει το ζυμάρι στο φούρνο. Μόνο που κανείς δεν ξέρει που θα κάτσει η μπίλια, σε αυτή την πιο ανεξερεύνητη διεργασία των τελευταίων εξήντα χρόνων. Γιατί τα προηγούμενα κινήματα κάπως τα αποκρυπτογραφούσαμε και τα κατανοούσαμε:
«Όποτε κι αν επιλέξει να συρθεί στις κάλπες ο κ. Μητσοτάκης, το αποτέλεσμα θα δικαιώσει αυτούς που σήμερα υποφέρουν. Και είναι η μεγάλη πλειοψηφία».
Σωστή η παρατήρηση, δεν λέω, αλλά αυτοί που υποφέρουν δεν είμαι και τόσο σίγουρος αν μπορούν να το δουν το φως στο βάθος του τούνελ και, ακόμη περισσότερο, αν μπορούν να καταλάβουν ότι πρόκειται για φως και όχι για ένα τραίνο που έρχεται με χίλια. Είναι τέτοια η κατάσταση του κόσμου, είναι τόσο μεγάλη η κρίση, που από τη μια στιγμή στην άλλη οι διαθέσεις του μεταμορφώνονται ριζικά. Και σε αυτές τις περιπτώσεις έχω την εντύπωση ότι περισσότερο απαιτείται φωνή και καυγάς και τσαμπουκάς και λιγότερο μελέτες και συμπεράσματα. Όπως το καταλαβαίνω δηλαδή, εξ όσων βλέπω και ακούω. Γιατί υπάρχει πάντα η πιθανότητα αυτό το καζάνι που βράζει στα τέλη Σεπτέμβριου να μετατραπεί σε χλιαρό χυλό στις αρχές Δεκεμβρίου, όταν θ’ ανάψουν τα πρώτα λαμπάκια…
Υ.Γ.: Πιάσανε πάντως δουλειά οι μεγάλες πένες αμέσως μετά απ’ τη ΔΕΘ. Το τι ρεπορτάζ έχω δει αυτές τις μέρες ότι η Ελλάδα γίνεται «επενδυτικός παράδεισος», πραγματικά δε λέγεται!
«Καλός ο πρόεδρος στη Θεσσαλονίκη, αλλά…»
«Τι αλλά;», τη ρωτάω, «θα μας πεις κι εσύ ότι ήταν ισοπαλία;»
«Όχι, δεν θα στο πω», μου απαντάει, «αυτά τα λένε όσοι ψάχνονται από πριν για ισοπαλίες. Αλλά δεν θέλω μόνο να μιλάει πια. Όσο καλά και να τα λέει, δεν θέλω μόνο να μιλάει. Να φωνάζει θέλω, να φωνάζει για πάρτη μας. Να ρίχνει και καμιά πέτρα»!
Κι αυτή, αγαπητές αναγνώστριες και αγαπητοί αναγνώστες, είναι η κοινή συνισταμένη της νέας εποχής, του 2021 που αποσύρεται σιγά σιγά για να μπει το 2022. Η πλειοψηφία του κόσμου, μια πλειοψηφία που ξεκινάει από 55 % και φτάνει στο 75 %, ανάλογα ποια δημοσκόπηση θα πιστέψετε, δεν θέλει άλλες λογικές εξηγήσεις και κοστολογημένα προγράμματα, θέλει φωνή και μάλιστα φωνή δυνατή. Αυτή που λέγανε παλαιότερα οργή λαού, φωνή Θεού; Ε, κάπως έτσι…
Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς και ως κινηματική διαδικασία, μιας και τα έχει όλα τα χαρακτηριστικά. Η αγανάκτηση έχει τσιτώσει, ο θυμός έχει πάρει το πάνω χέρι, ο φόβος έχει υποχωρήσει, φουσκώνει το ζυμάρι στο φούρνο. Μόνο που κανείς δεν ξέρει που θα κάτσει η μπίλια, σε αυτή την πιο ανεξερεύνητη διεργασία των τελευταίων εξήντα χρόνων. Γιατί τα προηγούμενα κινήματα κάπως τα αποκρυπτογραφούσαμε και τα κατανοούσαμε:
- Στη δεκαετία του εξήντα είχαμε τον Ανένδοτο που δεν πρόλαβε να δικαιωθεί γιατί του πήρε τα μέτρα η Χούντα.
- Στη δεκαετία του εβδομήντα είχαμε την Αλλαγή, που δικαιώθηκε και με το παραπάνω, με την άρχουσα τάξη να υπόσχεται ότι δεν θα την ξαναπατήσει τόσο εύκολα.
- Και στην περασμένη δεκαετία είχαμε τους Αγανακτισμένους, που γίνανε κυβέρνηση εν τέλει, αλλά όχι κυβέρνηση αυτοδυναμίας, γιατί η άρχουσα τάξη είχε πονηρευτεί πια. Σαν χθες είχαμε εκλογές και τις θυμόμαστε όλοι και όλες που διατηρούμε ακόμη έναν κόκκο μνήμης.
«Όποτε κι αν επιλέξει να συρθεί στις κάλπες ο κ. Μητσοτάκης, το αποτέλεσμα θα δικαιώσει αυτούς που σήμερα υποφέρουν. Και είναι η μεγάλη πλειοψηφία».
Σωστή η παρατήρηση, δεν λέω, αλλά αυτοί που υποφέρουν δεν είμαι και τόσο σίγουρος αν μπορούν να το δουν το φως στο βάθος του τούνελ και, ακόμη περισσότερο, αν μπορούν να καταλάβουν ότι πρόκειται για φως και όχι για ένα τραίνο που έρχεται με χίλια. Είναι τέτοια η κατάσταση του κόσμου, είναι τόσο μεγάλη η κρίση, που από τη μια στιγμή στην άλλη οι διαθέσεις του μεταμορφώνονται ριζικά. Και σε αυτές τις περιπτώσεις έχω την εντύπωση ότι περισσότερο απαιτείται φωνή και καυγάς και τσαμπουκάς και λιγότερο μελέτες και συμπεράσματα. Όπως το καταλαβαίνω δηλαδή, εξ όσων βλέπω και ακούω. Γιατί υπάρχει πάντα η πιθανότητα αυτό το καζάνι που βράζει στα τέλη Σεπτέμβριου να μετατραπεί σε χλιαρό χυλό στις αρχές Δεκεμβρίου, όταν θ’ ανάψουν τα πρώτα λαμπάκια…
Υ.Γ.: Πιάσανε πάντως δουλειά οι μεγάλες πένες αμέσως μετά απ’ τη ΔΕΘ. Το τι ρεπορτάζ έχω δει αυτές τις μέρες ότι η Ελλάδα γίνεται «επενδυτικός παράδεισος», πραγματικά δε λέγεται!
-από το newpost