Η δημόσια εκπαίδευση για μια ακόμη φορά αποτέλεσε πεδίο στείρας αντιπαράθεσης στη Βουλή αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις και στο δημόσιο διάλογο. Η δημόσια εκπαίδευση χρειάζεται μια εθνική ολοκληρωμένη στρατηγική, χωρίς αυταρχισμό αλλά με συναινέσεις, κάτι που δυστυχώς η κυβέρνηση της ΝΔ αγνοεί επιδεικτικά.
Η συζήτηση, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Βουλή, λίγες μέρες πριν για το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο, ήταν μία συζήτηση που δεν.. οδηγεί πουθενά, που δεν λύνει τα προβλήματα, που δεν μπαίνει καν στην ουσία των ζητημάτων, τα οποία αντιμετωπίζει η χώρα και η παιδεία σήμερα. Η εκπαίδευση έχει “τρωτά” σημεία, τα οποία και ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τα τελευταία χρόνια, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τα επιδείνωσαν, για αυτό και χρειάζονται ριζικές αλλαγές.
Το Κίνημα Αλλαγής διαφωνεί με το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο της Κυβέρνησης, η οποία διαμορφώνει συστηματικά ένα ασφυκτικό και αυταρχικό πλαίσιο Διοίκησης της Εκπαίδευσης, όπου από τον συγκεντρωτισμό που ήδη υπάρχει στο σύστημα, “καλπάζουμε” προς τον υπερσυγκεντρωτισμό.
Η είσοδος νέων στελεχών στην εκπαίδευση γίνεται πλέον με κομματικό έλεγχο και κομματικά κριτήρια, θυσιάζοντας την ποιότητα της εκπαίδευσης στο βωμό του ισχυρού επιτελικού κράτους των “γαλάζιων στελεχών”.
Συγχρόνως, αίρεται ο συλλογικός ρόλος των συλλόγων των διδασκόντων, μια σπουδαία μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ (Ν. 1566/85), αναιρώντας τη συλλογική λειτουργία του σχολείου και μετατρέποντας τον εκπαιδευτικό σε ένα διεκπεραιωτή των άνωθεν διοικητικών εντολών. Έτσι, αποδυναμώνεται η δημιουργική ανατροφοδότηση της γνώσης, καθώς ο παιδαγωγικός λόγος και ο παιδαγωγικός ιστός υποτάσσονται στις επιλογές μιας αυταρχικής διοίκησης.
Η ψηφιακή επανάσταση απαιτεί αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο σύστημα εκπαίδευσης, ώστε να δοθούν ίσες ευκαιρίες σε όλους και όλες. Απαιτούνται αλλαγές που θα εμπλουτίσουν τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις των Κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ για την παιδεία αλλά και θα επενδύσουν στις σύγχρονες εξελίξεις και προοπτικές.
Τίποτε από αυτά δεν πραγματοποιείται με το εκπαιδευτικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης, όπως και με τις απαράδεκτες και αποσπασματικές πολιτικές της Υπουργού Παιδείας για τις πανελλήνιες εξετάσεις που φέτος δημιούργησαν τσουνάμι ανατροπών. Αποτέλεσμα είναι δεκάδες χιλιάδες παιδιά να μείνουν εκτός των πανεπιστημίων ή των Τμημάτων Σχολών που επιθυμούσαν -ακόμη και αριστούχοι- λόγω των αιφνίδιων αλλαγών της τελευταίας στιγμής και εν μέσω κορονοιου, όπως η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής. Η εισαγωγή της δημιούργησε απρόοπτα και εξαιρετικά αρνητικά δεδομένα για τους νέους και τις νέες που αγωνιούσαν ολόκληρη τη χρονιά.
Για αυτόν τον λόγο και το Κίνημα Αλλαγής πρότεινε την αναστολή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής για φέτος, ώστε να ομαλοποιηθούν οι αστοχίες και να γίνει μια εκ του μηδενός διακομματική συζήτηση για την αποτελεσματική και ουσιαστική αναβάθμιση των πανελληνίων εξετάσεων και όχι μόνο. Ο δρόμος που ανοίγει με αυτόν τον τρόπο οδηγεί απροκάλυπτα στα ιδιωτικά κολέγια και είναι καταδικαστέος.
Κάθε μαθητής και μαθήτρια χρειάζεται εφόδια και στήριξη για να προχωρήσει μπροστά, χρειάζεται ένα σχολείο δημιουργικό που θα επενδύει στη γνώση, στη δημοκρατία, στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όχι στη μισαλλοδοξία, και θα ευνοεί την κοινωνικοποίηση όλων με τις ίδιες προϋποθέσεις και με ίσες ευκαιρίες.
Επιμένουμε και εμμένουμε για μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη δημόσια εκπαίδευση που θα διαμορφώσει το νέο Σύγχρονο Δημόσιο Σχολείο, με προϋποθέσεις διασφάλισης της ισορροπίας επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής για τους γονείς (π.χ. ολοήμερο σχολείο), με Εθνικό Απολυτήριο για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και με αναβάθμιση του Δημόσιου Πανεπιστημίου.
Η δημόσια εκπαίδευση είναι ο,τι πολυτιμότερο διαθέτουμε και οφείλουμε να την περιφρουρήσουμε και να την ενδυναμώσουμε με όλες μας τις δυνάμεις.
* H Ζέφη Δημαδάμα είναι αναπλ. Εκπρόσωπος Τύπου ΚΙΝΑΛ / Αντιπρόεδρος Γυναικών ΕΣΚ (PESWOMEN) - το κείμενο είναι από το documento 1/8/2021