Ένα σοβαρό ερώτημα θέτει στο editorial της η σημερινή «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (19/5/2021) -υπογεγραμμένο από τον Αλέξη Παπαχελά- που προειδοποιεί για τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει.. η Ευρώπη και ιδιαίτερα η Ελλάδα μετά την πανδημία.
Αφού σημειώνει πως η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει με το χρέος και τα ελλείμματα και πως οι δημοσιονομικοί κανόνες που ίσχυαν (το χρέος δεν πρέπει να υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ και το έλλειμμα το 3%) ακυρώθηκαν λόγω πανδημίας, σημειώνει πως το πρόβλημα του χρέους διογκώνεται.
Συγκεκριμένα ως παράδειγμα αναφέρει αυτό της Γαλλίας όπου ξεπερνά το 110%.
Εκεί αναρωτιέται τι θα γίνει μετά την πανδημία αποκλείοντας όλα εκείνα τα σενάρια για τύπωμα χρήματος και πως το χρέος θα πληρωθεί «με αέρα».
Και αφού επισημαίνει – μάλλον για να μην αμφισβητήσει τα αισιόδοξα σενάρια περί ανάπτυξης που προωθούν τα κυβερνητικά επιτελεία- σημειώνει πως τα ελλείμματα έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη και πως δεν μπορούν να μειωθούν χωρίς «περιοριστικά μέτρα, με προφανές πολιτικό κόστος».
Συγκρίνει μάλιστα την κατάσταση που θα βιώσουν οι κοινωνίες μετά το πέρας της πανδημίας οι οικονομίες με «την αποσωλήνωση ασθενούς που έχει μείνει στην εντατική για πολλούς μήνες».
Εκεί όμως κρούει το καμπανάκι του κινδύνου προς κάθε ενδιαφερόμενο, σημειώνοντας πως τότε δεν θα κάθεται στο τραπέζι η Μέρκελ «που αργούσε μεν, αλλά έσπρωχνε τα πράγματα σε κάποια κατεύθυνση στο τέλος της ημέρας».
Με αρκετή αγωνία -όπως μπορεί να καταλάβει κανείς ανάμεσα στις γραμμές- στέλνει μήνυμα προς τους «αρμόδιους» πως η Ελλάδα θα κληθεί να συμμετάσχει στη δύσκολη διαπραγμάτευση όπου έχει γερά χαρτιά, μεταξύ των οποίων τις γενναίες μεταρρυθμίσεις που κάνει, πρωτόγνωρες για άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
Προσθέτει πως η κοινωνία της πέρασε τη μεγαλύτερη κρίση μετά το Κραχ του ’29 και δεν αντέχει άλλο πισωγύρισμα και συμπληρώνει με νόημα:
«Η λήψη περιοριστικών μέτρων θα δοκίμαζε τις αντοχές της πέραν κάθε λογικής».
Με πιο απλά λόγια: Αν το υπεραισιόδοξο σενάριο για μετά την κρίση δεν επικρατήσει, οι κοινωνικές και πολιτικές αναστατώσεις που θα προκύψουν λόγω του χρέους και των ελλειμμάτων θα μπορούσαν να ανατρέψουν την υπάρχουσα «πολιτική κατάσταση».
Εξ ου και η αγωνία της εφημερίδας.
Πάντως στο τέλος του άρθρου υποδεικνύει –προφανώς στην ελληνική κυβέρνηση- να στραφεί προς τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι «ο οποίος βρέθηκε ξαφνικά στο τιμόνι της Ιταλίας».
Όπως και να ‘χει με ένα ευκρινή τρόπο προειδοποιεί για το τσουνάμι που έρχεται…
Αφού σημειώνει πως η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει με το χρέος και τα ελλείμματα και πως οι δημοσιονομικοί κανόνες που ίσχυαν (το χρέος δεν πρέπει να υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ και το έλλειμμα το 3%) ακυρώθηκαν λόγω πανδημίας, σημειώνει πως το πρόβλημα του χρέους διογκώνεται.
Συγκεκριμένα ως παράδειγμα αναφέρει αυτό της Γαλλίας όπου ξεπερνά το 110%.
Εκεί αναρωτιέται τι θα γίνει μετά την πανδημία αποκλείοντας όλα εκείνα τα σενάρια για τύπωμα χρήματος και πως το χρέος θα πληρωθεί «με αέρα».
Και αφού επισημαίνει – μάλλον για να μην αμφισβητήσει τα αισιόδοξα σενάρια περί ανάπτυξης που προωθούν τα κυβερνητικά επιτελεία- σημειώνει πως τα ελλείμματα έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη και πως δεν μπορούν να μειωθούν χωρίς «περιοριστικά μέτρα, με προφανές πολιτικό κόστος».
Συγκρίνει μάλιστα την κατάσταση που θα βιώσουν οι κοινωνίες μετά το πέρας της πανδημίας οι οικονομίες με «την αποσωλήνωση ασθενούς που έχει μείνει στην εντατική για πολλούς μήνες».
Εκεί όμως κρούει το καμπανάκι του κινδύνου προς κάθε ενδιαφερόμενο, σημειώνοντας πως τότε δεν θα κάθεται στο τραπέζι η Μέρκελ «που αργούσε μεν, αλλά έσπρωχνε τα πράγματα σε κάποια κατεύθυνση στο τέλος της ημέρας».
Με αρκετή αγωνία -όπως μπορεί να καταλάβει κανείς ανάμεσα στις γραμμές- στέλνει μήνυμα προς τους «αρμόδιους» πως η Ελλάδα θα κληθεί να συμμετάσχει στη δύσκολη διαπραγμάτευση όπου έχει γερά χαρτιά, μεταξύ των οποίων τις γενναίες μεταρρυθμίσεις που κάνει, πρωτόγνωρες για άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
Προσθέτει πως η κοινωνία της πέρασε τη μεγαλύτερη κρίση μετά το Κραχ του ’29 και δεν αντέχει άλλο πισωγύρισμα και συμπληρώνει με νόημα:
«Η λήψη περιοριστικών μέτρων θα δοκίμαζε τις αντοχές της πέραν κάθε λογικής».
Με πιο απλά λόγια: Αν το υπεραισιόδοξο σενάριο για μετά την κρίση δεν επικρατήσει, οι κοινωνικές και πολιτικές αναστατώσεις που θα προκύψουν λόγω του χρέους και των ελλειμμάτων θα μπορούσαν να ανατρέψουν την υπάρχουσα «πολιτική κατάσταση».
Εξ ου και η αγωνία της εφημερίδας.
Πάντως στο τέλος του άρθρου υποδεικνύει –προφανώς στην ελληνική κυβέρνηση- να στραφεί προς τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι «ο οποίος βρέθηκε ξαφνικά στο τιμόνι της Ιταλίας».
Όπως και να ‘χει με ένα ευκρινή τρόπο προειδοποιεί για το τσουνάμι που έρχεται…