είμαι κουκουλοφόρος
Γράφει ο Νότης Μαυρουδής
Συζητήσεις, σκέψεις ή απόψεις περί λογοκρισίας, σήμερα, το 2021, φαντάζουν περιττές και ξεπερασμένες, μόνο και μόνο για το γεγονός πως η λέξη και ό,τι αυτή σηματοδοτεί, ανήκει στα σκοτεινά «υπόγεια» της ιστορίας μας, που ελπίζω πως έχουν περάσει ανεπιστρεπτί…
Αυτή η λέξη λοιπόν επανήλθε στο λεξιλόγιό μας,.. με αφορμή ένα τραγούδι τού Σπύρου Γραμμένου, ο οποίος το παρουσίασε στην τηλεοπτική εκπομπή «φλΕΡΤ» της ΕΡΤ στις 12/4/21, μετά από παράκληση της αρχισυντάκτριας, προκαλώντας τη διαμαρτυρία δύο βουλευτών της Ν. Δημοκρατίας, οι οποίοι κατήγγειλαν το γεγονός και προχώρησαν σε επερώτηση στη Βουλή προς τον αρμόδιο υπουργό, για το περιεχόμενο του τραγουδιού, το οποίο «προκαλεί», σύμφωνα με τους ίδιους, τους ακροατές και προσβάλει την κρατική ραδιοτηλεόραση…
Δεν θα σταθώ στην καταγγελία των δυο βουλευτών· είμαι παλιά καραβάνα κι έχω ζήσει προσωπικά τέτοια ζητήματα λογοκρισίας. Η γενιά μου τα αντιμετώπιζε συχνότατα επί χουντικής επταετίας, αλλά και πριν, στο διάστημα της καραμανλικής (του Εθνάρχη) περιόδου, με την αλήστου μνήμης Επιτροπή Λογοκρισίας, με επικεφαλής τότε, θυμάμαι, τον αρχιμουσικό-συνθέτη Ανδρέα Χατζηαποστόλου (γιο του Νίκου Χατζηαποστόλου και της υψιφώνου Μίνας Κυριακού).
Οι μνήμες είναι άκρως δυσάρεστες, τυλιγμένες στο δηλητηριώδες-τοξικό πέπλο τής κατάπτυστης τότε κρατικής συμπεριφοράς απέναντι στις τέχνες και ειδικότερα στα τραγούδια, με επίκεντρο κυρίως στους στίχους τους. Ήταν ένας Μεσαίωνας, προκειμένου, κατά την άποψη των τότε κρατούντων, μην τυχόν και επηρεάσουν τα τραγούδια τη νεολαία και να μην… παρασύρουν τον κόσμο. Ο νοών, νοείτω…
Πάντως και μόνο στο άκουσμα μιας λογοκριτικής ενέργειας, η οποία έρχεται στο προσκήνιο για τον άλφα ή βήτα λόγο, η τραυματισμένη μου μνήμη, ως ανακλαστικό, α π ω θ ε ί ακόμα και τη σκέψη μιας τέτοιας προοπτικής. Διάβασα το διάβημα και την καταγγελία των δυο βουλευτών εις βάρος του τραγουδιού τού Γραμμένου κι ένιωσα όπως τότε! Στο μουχλιασμένο εκείνο παρελθόν με πανομοιότυπες-ολόιδιες φράσεις και λόγους σαθρούς, μόνο και μόνο για να παρουσιαστούν… πατριωτικότεροι των πατριωτών!
Το τραγούδι είναι από τα πιο αφελή δήθεν πολιτικά που έχω ακούσει. Δεν επιδέχεται σοβαρής κριτικής και είναι προορισμένο για πολιτικό χαβαλέ· κάθε συζήτηση χάνει το νόημά της και οποιαδήποτε πρόθεση ανάλυσης.
Ίσως, επειδή η στιχοπλοκία του είναι προκλητική (?) απέναντι στα αστυνομικά όργανα («μπάτσους» τους ανεβοκατεβάζει) και χρησιμοποιεί λέξεις «κλειδιά» που προκαλούν εντύπωση σε μικρόνοες τοποθετήσεις:
«Μαμά, μπαμπά, στην τσάντα έχω μπουκάλια,
μαμά, μπαμπά, στην τσάντα έχω στουπί.
Ποιος έχει την βενζίνη,
ποιος έχει την ευθύνη, ποιος έχει τα πλακάτ,
ποιος θα βαράει τα ΜΑΤ,
ποιος έχει δικηγόρο,
ποιος έχει μαρκαδόρο,
ποιος έχει το κουτί με τα Malox…» κλπ.
Η όλη ιστορία υποκρύπτει μια σχετική προχειρότητα· υπάρχουν αμέτρητα τραγούδια που ακούγονται καθημερινά από τα πολυπληθή ραδιόφωνα και τις τηλεοπτικές εκπομπές, που είναι αδύνατο να μη σταθεί κανείς στη μετριότητα και στην αφοπλιστική αφέλεια των στίχων τους, πέρα από τη μουσική τους μανιέρα. Σήμερα που η βιομηχανία παραγωγής τραγουδιών είναι ανεξέλεγκτη, ίσως εκείνο που μας κάνει να σταθούμε στην προκειμένη περίπτωση του συγκεκριμένου τραγουδιού, είναι ο τ ό π ο ς μετάδοσής του. Σε κρατικό δηλαδή ραδιοτηλεοπτικό μέσο.
Είμουν πάντα της γνώμης πως η κρατική ΕΡΤ οφείλει να είναι προσεκτική στις μεταδόσεις της, ως προς την ποιότητα των έργων που προβάλλει. Τα μεταδιδόμενα προγράμματά της δεν μπορούν να έχουν το ίδιο σκεπτικό με των άλλων ιδιωτικών και εμπορικών Μέσων. Όσοι εργάζονται σ’ αυτήν έχουν μια παραπάνω ευθύνη από εκείνη των υπολοίπων παραγωγών και ΜΜΕ.
Αποτείνονται σε έναν κόσμο (όλοι μας), ο οποίος συντηρεί οικονομικά την ΕΡΤ, η οποία επί πλέον έχει και κ α τ α σ τ α τ ι κ ή υποχρέωση να ακολουθεί και να προβάλλει με στοιχειώδη σοβαρότητα και σεβασμό τούς θεσμούς.
Όποιος δεν έχει αντιληφθεί αυτή τη λεπτομέρεια, ας αλλάξει συχνότητα και… μαγαζί. Εξ’ άλλου, όλοι γνωρίζουμε πως οι υπάλληλοι οποιασδήποτε υπηρεσίας, άρα και κάθε Μέσου, είναι υπόλογοι απέναντι στον οικονομικό τ ρ ο φ ο δ ό τ η τους. Τονίζω: σε κάθε Ιδιωτικό-Κομματικό-Δημοτικό-Εκδοτικό και βεβαίως Κρατικό σταθμό, η αντίληψη ότι έχεις την απόλυτη ελευθερία, για να πεις και να βάλεις ό,τι θέλεις, είναι επιπόλαιη και λάθος σκέψη. Το ότι οφείλεις να γνωρίζεις πού εργάζεσαι και να σέβεσαι την όποια ιδιαιτερότητα του κάθε ραδιοτηλεοπτικού μέσου, απέχει πολύ από την διάσταση και την καταγγελία για «ανελευθερία» ή, ακόμα περισσότερο για… «φίμωση» που κάποιοι επικαλούνται.
Ας διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας. Το συμβάν με τη μετάδοση του συγκεκριμένου τραγουδιού δεν είναι σημαντικό· δεν είναι καν γεγονός, το οποίο θα προξενήσει τριγμούς και τραύματα στη… δημοκρατία και τις πολιτικές ισορροπίες. Το «μεγάλο αμάρτημα» που διαπίστωσαν οι δυο βουλευτές είναι σ α θ ρ ό επιχείρημα, διότι οι διαμαρτυρόμενοι αν έριχναν μια ματιά στα τηλεοπτικά προγράμματα, θα όφειλαν να καταθέτουν συνεχώς διαμαρτυρίες, καταγγελίες και επερωτήσεις, ώστε να… προστατέψουν το έθνος και τον… περιούσιο λαό μας από την ηθική κατρακύλα…
Σέβομαι και εκτιμώ τα πολιτικά και καταγγελτικά τραγούδια που γράφτηκαν, γράφονται και θα γράφονται κατά καιρούς, για να αφήσουν το στίγμα τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Ιδιαίτερα όταν εστιάζουν την προσοχή τους σε βαθιά και ουσιαστική κριτική προς το σύστημα που καταπιέζει. Το συγκεκριμένο τραγούδι, θεωρώ πως απέχει π ο λ ύ από το να χαρακτηριστεί «πολιτικό». Είναι μια στιγμή πλάκας, σαρκασμού και αφέλειας, η οποία έκανε «γκελ» στο γούστο των παραγωγών της συγκεκριμένης εκπομπής…
Άβυσσος οι ψυχές των ανθρώπων…
Σχολιάκι 612