O Βασίλης Μάγγος είναι όλων μας ο γιός - Δυο λόγια για ένα παιδί που δεν ξεχνάμε ποτέ
του Χρήστου Ξανθάκη
Nα λέμε και καμιά αλήθεια, όχι όλο δημοσιογραφικές παραμύθες:
Όπως είναι η Μάγδα Φύσσα όλων μας η μάνα, έτσι κι ο Βασίλης Μάγγος είναι όλων μας ο γιός..Αυτός ο γιός με τις φασαρίες του, τις ιστορίες του, τις ταλαιπωρίες του, παιδί δικό μας όμως, σπλάχνο μας, αίμα μας.
Και πήγε χαμένος, σαν τη φλόγα του κεριού έσβησε...
Τον σκέφτομαι συχνά πυκνά, όχι μόνο γιατί στη θέση του θα μπορούσε να βρίσκεται οποιοδήποτε αγόρι ή κορίτσι με κάποιες παραπάνω ανησυχίες, αλλά και γιατί ήταν εκατό τοις εκατό ανυπεράσπιστος απέναντι σε μια βία σχεδόν υπερφυσική. Τη βία της εξουσίας, που μεταμορφώνεται σε γκλομπιές, που μεταμορφώνεται σε κλωτσιές, που μεταμορφώνεται σε γροθιές. Και σε κάνει να αισθάνεσαι το μεγαλύτερο σκουπίδι του κόσμου, που δεν αξίζει ούτε στιγμή ν’ αναπνέει…
Ο Βασίλης Μάγγος έχει πολλούς μήνες που δεν είναι μαζί μας, πέθανε ένα μήνα μετά την κακοποίησή του τον περασμένο Ιούνιο από αστυνομικούς, σε διαδήλωση για το περιβάλλον, στο Βόλο. Ξύλο, αιχμαλωσία, ταπείνωση, όλο το πακέτο της επιβολής σε συσκευασία δώρου. Μια κατάρα που τον χτύπησε κατάματα και τον ξαναγύρισε σε εποχές που προσπαθούσε πολύ σκληρά να ξεχάσει. Ο Βασίλης Μάγγος δεν έχασε απλώς την ελευθερία του για λίγες ώρες, έχασε τον κόσμο ολόκληρο. Έναν κόσμο που πάσχιζε να οικοδομήσει από τίποτα, με νύχια και με δόντια…
Κι αυτός είναι ο λόγος που πονάω λίγο παραπάνω γι’ αυτό το παιδί. Γιατί είχε ξορκίσει τους δαίμονές του, γιατί είχε χαράξει μια καινούρια πορεία, γιατί αγωνιούσε να βγει απ’ το σκοτάδι στο φως. Και ήρθε η μαυρίλα να τον καταπιεί και πάλι, επειδή κάποιοι ένστολοι τον έβαλαν στο μάτι. Επειδή για κάποιους ένστολους η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Επειδή κάποιοι ένστολοι μάθανε για το βαρύ χέρι του νόμου και κάπως τα μπερδέψανε τα πράγματα…
Τουλάχιστον ακούστηκε το ονομά του στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα όταν ο Αλέξης Τσίπρας πήρε το λόγο και διάβασε την επιστολή του πατέρα του Γιάννη:
«Η Ένορκη Διοικητική Εξέταση που διενεργήθηκε από τη Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλίας, ολοκληρώθηκε την 23-02-2021 και υποβλήθηκε στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.
Αντίγραφα της διοικητικής δικογραφίας, με το συνημμένο φωτογραφικό και βιντεοληπτικό υλικό, διαβιβάστηκαν άμεσα στον Συνήγορο του Πολίτη για τα περαιτέρω».
Επομένως, αναμονή και πάλι. Για να δούμε τι θα μας πει το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας και ο Συνήγορος του Πολίτη. Από εκείνη τη γελοία επιτροπή περί αστυνομικής βίας του γίγαντα Νίκου Αλιβιζάτου δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτε, μιας και ενημερωθήκαμε ότι δεν υφίσταται πλέον. Το κλείσανε το μαγαζάκι, όταν κατάλαβαν πως στην Κατεχάκη τους δείχνανε με το δάχτυλο και γελάγανε. Να ήταν τόσο εύκολο να ξεφύγει κανείς από τις δαγκάνες του νόμου και της τάξεως, ε; Ναι, αν ήταν τόσο εύκολο, ίσως ο αμνός του Θεού, ο Βασίλης, να ήταν ακόμη μαζί μας και να φώναζε στο δρόμο για τα δίκια του κόσμου…
Όπως είναι η Μάγδα Φύσσα όλων μας η μάνα, έτσι κι ο Βασίλης Μάγγος είναι όλων μας ο γιός..Αυτός ο γιός με τις φασαρίες του, τις ιστορίες του, τις ταλαιπωρίες του, παιδί δικό μας όμως, σπλάχνο μας, αίμα μας.
Και πήγε χαμένος, σαν τη φλόγα του κεριού έσβησε...
Τον σκέφτομαι συχνά πυκνά, όχι μόνο γιατί στη θέση του θα μπορούσε να βρίσκεται οποιοδήποτε αγόρι ή κορίτσι με κάποιες παραπάνω ανησυχίες, αλλά και γιατί ήταν εκατό τοις εκατό ανυπεράσπιστος απέναντι σε μια βία σχεδόν υπερφυσική. Τη βία της εξουσίας, που μεταμορφώνεται σε γκλομπιές, που μεταμορφώνεται σε κλωτσιές, που μεταμορφώνεται σε γροθιές. Και σε κάνει να αισθάνεσαι το μεγαλύτερο σκουπίδι του κόσμου, που δεν αξίζει ούτε στιγμή ν’ αναπνέει…
Ο Βασίλης Μάγγος έχει πολλούς μήνες που δεν είναι μαζί μας, πέθανε ένα μήνα μετά την κακοποίησή του τον περασμένο Ιούνιο από αστυνομικούς, σε διαδήλωση για το περιβάλλον, στο Βόλο. Ξύλο, αιχμαλωσία, ταπείνωση, όλο το πακέτο της επιβολής σε συσκευασία δώρου. Μια κατάρα που τον χτύπησε κατάματα και τον ξαναγύρισε σε εποχές που προσπαθούσε πολύ σκληρά να ξεχάσει. Ο Βασίλης Μάγγος δεν έχασε απλώς την ελευθερία του για λίγες ώρες, έχασε τον κόσμο ολόκληρο. Έναν κόσμο που πάσχιζε να οικοδομήσει από τίποτα, με νύχια και με δόντια…
Κι αυτός είναι ο λόγος που πονάω λίγο παραπάνω γι’ αυτό το παιδί. Γιατί είχε ξορκίσει τους δαίμονές του, γιατί είχε χαράξει μια καινούρια πορεία, γιατί αγωνιούσε να βγει απ’ το σκοτάδι στο φως. Και ήρθε η μαυρίλα να τον καταπιεί και πάλι, επειδή κάποιοι ένστολοι τον έβαλαν στο μάτι. Επειδή για κάποιους ένστολους η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Επειδή κάποιοι ένστολοι μάθανε για το βαρύ χέρι του νόμου και κάπως τα μπερδέψανε τα πράγματα…
Τουλάχιστον ακούστηκε το ονομά του στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα όταν ο Αλέξης Τσίπρας πήρε το λόγο και διάβασε την επιστολή του πατέρα του Γιάννη:
«Θέλω να σας παρακαλέσω στην προσπάθεια για τον αγώνα για τη δικαίωση του παιδιού μας να αναφερθείτε στην περίπτωσή του. Στις 13 Ιουνίου 2020 στοχευμένα και συνειδητά χτυπήθηκε χωρίς να αποτελεί απειλή, τραυματίστηκε, βασανίστηκε και στο τέλος συνειδητά πετάχτηκε έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας χωρίς να διαπιστωθεί τίποτα εις βάρος του και χωρίς να του απαγγελθεί κάποια κατηγορία. Αυτό το γεγονός ήταν η έμμεση αιτία που οδήγησε το παιδί μας στον θάνατο. Δεν έχουμε καμία πληροφόρηση για την εξέλιξη της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης από τον κ. Χρυσοχοίδη».Όπως μάθαμε κάτι ώρες αργότερα:
«Η Ένορκη Διοικητική Εξέταση που διενεργήθηκε από τη Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλίας, ολοκληρώθηκε την 23-02-2021 και υποβλήθηκε στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.
Αντίγραφα της διοικητικής δικογραφίας, με το συνημμένο φωτογραφικό και βιντεοληπτικό υλικό, διαβιβάστηκαν άμεσα στον Συνήγορο του Πολίτη για τα περαιτέρω».
Επομένως, αναμονή και πάλι. Για να δούμε τι θα μας πει το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας και ο Συνήγορος του Πολίτη. Από εκείνη τη γελοία επιτροπή περί αστυνομικής βίας του γίγαντα Νίκου Αλιβιζάτου δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτε, μιας και ενημερωθήκαμε ότι δεν υφίσταται πλέον. Το κλείσανε το μαγαζάκι, όταν κατάλαβαν πως στην Κατεχάκη τους δείχνανε με το δάχτυλο και γελάγανε. Να ήταν τόσο εύκολο να ξεφύγει κανείς από τις δαγκάνες του νόμου και της τάξεως, ε; Ναι, αν ήταν τόσο εύκολο, ίσως ο αμνός του Θεού, ο Βασίλης, να ήταν ακόμη μαζί μας και να φώναζε στο δρόμο για τα δίκια του κόσμου…