Πώς η γιορτή για τα 200 χρόνια πέρασε και δεν μ’ ακούμπησε
του Χρήστου Ξανθάκη
Βασικά είχα να εμβολιάσω τη μαμά, τη δεύτερη δόση του εμβολίου, από το καλό της Pfizer, όχι το άλλο το εγγλέζικο που δίνουν στα κορόιδα, και η μαμά είναι καλόβολος άνθρωπος, αλλά όχι πάντα,..
μερικές φορές της τη σβουράει και τα παίρνει κρανίο και αποφασίζει ότι πολλά έχει ανεχθεί και δεν την νοιάζει που ο γιός της ο μεγάλος έχει σπουδάσει ιατρική και φόρεσε την άσπρη μπλούζα, άλλος άνθρωπος γίνεται και βγάζει νύχια και δόντια και γαλήνια δεν τη λες. Οπότε είχα πολλή δουλειά και στις 24 και στις 25 του μηνός και ούτε καν μπακαλιάρο δεν έφαγα, μιλάμε τόσο ρίψασπις και άπατρις, περισσότερο δεν γίνεται, και φέσι με την ημισέλινο να φόραγα πιο πατριώτης θα ήμουν!Αλλά και τη μαμά να μην είχα στο σβέρκο πάλι δεν θα τα γιόρταζα τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 (τα 200 χρόνια ελευθερία, όπως ακούστηκε από χείλη επίσημα), γιατί αυτή η επανάσταση που τάραξε την Ευρώπη και ανάγκασε τα μεγάλα αφεντικά να σκύψουν πάνω από την τύχη ενός ταλαίπωρου λαού, δεν νομίζω ότι προσφέρεται για ταρατατζούμ και επιδείξεις και μετάλλια και παρελάσεις και φουσκωμένα στήθια από υπερηφάνεια εθνική. Έχω την εντύπωση ότι αυτή την επανάσταση που παραλίγο να πνιγεί στο αίμα και στο μίσος και τη γλύτωσε τελευταία στιγμή παρά τρίχα, παρά γουρουνότριχα που λέμε και στο χωριό μου, πρέπει να την ξαναδούμε κάπως από την αρχή και να την ψάξουμε από την αρχή και να τη μελετήσουμε από την αρχή και να βρούμε έναν τρόπο να μην ξανακάνουμε τα ίδια λάθη…
Να μην στολίζουμε, ας πούμε, τους κάθε είδους αγωνιστές με σκατά αλλά με δάφνες. Χτες ήταν οι αρματωλοί και οι κλέφτες, σήμερα είναι οι υγειονομικοί που μάχονται στο μέτωπο του κορωνοϊού. Ένα άλλο καλό θα ήταν να μην αντιμετωπίζαμε τους πολίτες σαν γάιδαρους που απαιτούν μαγκούρα και καπίστρι, αλλά σαν όντα ανθρώπινα που έχουν ανάγκη από σεβασμό και κατανόηση. Μια τρίτη ωραία ιδέα; Λιγότερα παραμύθια για το μεγαλείο και την υπεροχή της φυλής και περισσότερη διαφάνεια στις πολιτικές πρακτικές που απειλούν να ξεφτιλίσουν τις ζωές μας. Και στις κάθε είδους συμβάσεις και συμφωνίες περισσότερη διαφάνεια, ας πούμε, να μην πάνε βόλτα τα τάλαρα και τα κωνσταντινάτα σε τσέπες που δεν θα εμφανισθούν ποτέ στον οπτικό μας ορίζοντας. Και ολίγη προσοχή στο «εμείς», επίσης. Γιατί εκεί είμαστε, που έλεγε κι ο στρατηγός:
«Τὸ λοιπὸν δουλέψαμεν ὅλοι μαζί, νὰ τὴν φυλᾶμεν κι' ὅλοι μαζὶ καὶ νὰ μὴν λέγῃ οὔτε ὁ δυνατὸς “ἐγώ”, οὔτε ὁ ἀδύνατος. Ξέρετε πότε νὰ λέγῃ ὁ καθεὶς “ἐγώ”; Ὅταν ἀγωνιστῇ μόνος του καὶ φκειάσῃ, ἢ χαλάσῃ, νὰ λέγῃ ἐγώ˙ ὅταν ὅμως ἀγωνίζονται πολλοὶ καὶ φκειάνουν, τότε νὰ λένε “ἐμεῖς”. Εἴμαστε εἰς τὸ “ἐμεῖς” κι' ὄχι εἰς τὸ “ἐγώ”».
Λυπούμαι πολύ αλλά εγώ μέτρησα πάρα πολλά «εγώ» και ελάχιστα «εμείς», σε αυτή τη γιορτή της ματαιοδοξίας για τα 200 χρόνια από το 1821. Μέτρησα πάρα πολλές προσωπικές πολιτικές και παραστάσεις και ελάχιστη ταπεινοφροσύνη και μετριοπάθεια. Σαν να προσπαθούσαν κάποιοι και κάποιες να αποδείξουν πόσο ψηλά πάνω από την πλέμπα στέκουν και πόσο δεν τους αγγίζουν τα πάθη των ποπολάρων. Υποθέτω ότι μετά από αυτό το διήμερο της εθνικής ανατάσεως, αισθάνονται ότι τα κατάφεραν μια χαρά. Ας έχουν, ωστόσο, υπόψη τους ότι δεν είμαστε όλοι και όλες καρτουνάκια να μας τσαλακώνουν σφόδρα και να επανερχόμαστε στην αρχική μας μορφή εντός δευτερολέπτων. Μερικοί και μερικές θυμούνται τις προσβολές. Και το κρατάνε μανιάτικο…