«Ουδείς ασχολείται με σενάρια εκλογών» λέει(στα σαββατιάτικα «Νέα») ο νέος υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης. Ταυτόχρονα, η πιο φιλοκυβερνητική χτεσινή εφημερίδα(«Παραπολιτικά») έχει πρώτο θέμα με τίτλο «Στο βάθος αιφνιδιασμός με προσφυγή σε κάλπες».
Εσείς ποιόν πιστεύετε; Εμείς θα θέλαμε να πιστέψουμε τον υπουργό, άλλωστε δεν θα μπορούσε να πει τίποτα διαφορετικό. Οι εκλογές δεν προαναγγέλλονται ούτε από κάποιον που τοποθετήθηκε στη θέση αυτή για να διεξαγάγει τις πρόωρες εκλογές, αν «κάτσουν» στον πρωθυπουργό.
Μπορεί η συζήτηση αυτή να φαίνεται πρόωρη, άχαρη και προκλητική την ώρα που άνθρωποι πεθαίνουν μαζικά κάθε μέρα και χιλιάδες άλλοι δεινοπαθούν οικονομικά, αλλά οι υπολογισμοί όσων κατέχουν την εξουσία και θέλουν να την παρατείνουν δεν εμποδίζονται από τέτοιες ευαισθησίες.
Αφορμής, λοιπόν, δοθείσης ας δούμε τι μπορεί να συμβεί αν οι συνθήκες επιτρέψουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη να κάνει αυτό που δεν μπόρεσε πέρσι λόγω της πανδημίας: να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, με στόχο να κάψει την απλή αναλογική και, αμέσως μετά, με την ενισχυμένη, να ανανεώσει την κυβερνητική του θητεία για άλλα τέσσερα χρόνια. Αυτός ήταν-και εξακολουθεί να είναι-ο σχεδιασμός. Όμως, είναι γνωστό ότι τα σχέδια άλλοτε υλοποιούνται και άλλοτε μένουν στα χαρτιά. Συνήθως όσοι έχουν την εξουσία κάνουν πρόωρες εκλογές μόνο όταν είναι βέβαιοι ότι θα τις κερδίσουν. Αλλιώς, εξαντλούν τη θητεία τους.
Αν εξακολουθούν να ισχύουν τα σημερινά δεδομένα και τη στιγμή που θα πλησιάζει ο κατάλληλος χρόνος, ο πειρασμός για τον κ. Μητσοτάκη θα είναι μεγάλος. Θα έχει πλεονέκτημα. Όμως, επειδή στην πολιτική τα πράγματα δεν είναι στατικά, υπάρχουν τρεις παράμετροι που δεν μπορούν να αγνοηθούν και ενδεχομένως να μετριάζουν ή και να εξουδετερώνουν το σημερινό πλεονέκτημα του κυβερνώντος κόμματος:
Πρώτον, ουδείς μπορεί να γνωρίζει τι θα γίνεται στις αρχές του καλοκαιριού ή του φθινοπώρου, που είναι ο πιθανότερος χρόνος για προσφυγή σε πρόωρες εκλογές. Ακόμα κι αν η πανδημία έχει τιθασευτεί ή λήξει, ποιος μπορεί να υπολογίσει με σιγουριά τι θα έχει αφήσει πίσω της και πώς θα αντιδράσουν στην κάλπη τα θύματά της;
Δεύτερον, η κυβέρνηση θα βρίσκεται στη μέση της θητείας της, διαθέτει άνετη πλειοψηφία και δεν πιέζεται από την αντιπολίτευση. Επομένως, η εκβιαστική προσφυγή σε πρόωρες εκλογές μπορεί να φέρει μη αναμενόμενη αντίδραση από μέρος του εκλογικού σώματος, το οποίο θα εκτιμήσει ότι επιχειρείται υφαρπαγή της ψήφου του, για να προλάβει η κυβέρνηση να ανανεώσει τη θητεία της πριν γίνει κοινή συνείδηση η δύσκολη συνέχεια.
Τρίτον, οι προσεχείς εκλογές θα διεξαχθούν με απλή αναλογική, γεγονός που ευνοεί την πολυδιάσπαση της ψήφου. Δηλαδή, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το πρώτο κόμμα-εν προκειμένω η ΝΔ- θα πλησιάσει το 40% των εκλογών του 2019(θα έχει μεσολαβήσει και η φθορά από την άσκηση της εξουσίας).Τι θα συμβεί αν το ποσοστό της είναι αρκετά χαμηλότερο; Τότε δεν θα ισχύει η βεβαιότητα ότι «κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα δεν σχηματίζεται». Ουδείς μπορεί να γνωρίζει από τώρα αν κάποια κόμματα της αντιπολίτευσης θα είναι σε θέση να συνεννοηθούν και να ακυρώσουν την επιδίωξη της ΝΔ να κάψει την απλή αναλογική, σχηματίζοντας αυτά πολυκομματική κυβέρνηση. Οσο κι αν το ενδεχόμενο αυτό αυτή τη στιγμή φαντάζει πολύ απομακρυσμένο , ουδείς μπορεί να γνωρίζει τα μετεκλογικά δεδομένα του προσεχούς Ιουνίου ή Σεπτεμβρίου.
Ο κ. Μητσοτάκης θα έχει τον πρώτο, αλλά όχι τον απόλυτο, λόγο. Τα υπόλοιπα θα εξαρτηθούν από την αντιπολίτευση. Η σημερινή κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι που τροφοδοτεί τους εκλογικούς πειρασμούς του πρωθυπουργού. Αντίθετα, αν ο κ. Τσίπρας καταφέρει να καταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ισοδύναμο, εναλλακτικό στη ΝΔ, πόλο εξουσίας, όπως το 2015, τότε τα σχέδια του κ. Μητσοτάκη είτε θα μείνουν στα χαρτιά είτε θα ναυαγήσουν στις κάλπες.
Τι θα γίνει, τελικά; «Κάνε με προφήτη να σε κάνω πλούσιο», που λέει και η παροιμία. Ο Ευγένιος Ιονέσκο το έχει πει με το δικό του «παράλογο» τρόπο: «Μπορείς πάντα να προβλέψεις τα γεγονότα αφού έχουν γίνει»…