Δυο λόγια για την ενημέρωση της κακιάς ώρας…
Το είχα γράψει το στόρι και τις προάλλες στο medioΠΙΛΑΦΟ. Πώς οδηγούσα δηλαδή (για δουλειά πήγαινα, όχι για γκαϊλε!) και είχα βάλει το ραδιόφωνο να παίζει, μεγάλο μουσικό ραδιόφωνο της πρωτευούσης, και ήρθε η ώρα του δελτίου ειδήσεων και πριν προλάβω να γυρίσω το κουμπί (ν’ ακούσεις εσύ ειδήσεις, όχι εγώ…), άρχισε να λέει η ανκοργούμαν ότι είχαμε σήμερα τόσα κρούσματα κορωνοϊού. Και ύστερα έσκασε η επόμενη είδηση για ένα νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, κατόπιν κάτι είπε για Βρούτση, στη συνέχεια για τον καιρό, τα γνωστά.
Και στην αρχή δεν με πείραξε.
Είχα και λίγο την προσοχή μου στην οδήγηση, βρουμ βρουμ περνάγανε πλάι μου οι βιαστικοί, σκεφτόμουν και τη δουλειά (πάντα τη δουλειά σκέφτομαι κύριε Χατζή μου!), ξώφαλτσα πέρασε. Αλλά λίγη ώρα αργότερα, ήρθε και με κοπάνησε στο σταυρί:
Το δελτίο του μεγάλου μουσικού ραδιοσταθμού, είχε αναφερθεί στα κρούσματα, αλλά δεν είχε πει κουβέντα για τους διασωληνωμένους και τους νεκρούς της ημέρας. Αυτά σε ένα εικοσιτετράωρο με τριψήφιο αριθμό απωλειών…
Και ξέρεις κάτι φίλε, δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό.
Γιατί λίγες μέρες αργότερα, άκουγα πάλι στο αμάξι άλλον μεγάλο μουσικό ραδιοσταθμό και ήρθε το καταραμένο το δελτίο και ήταν η πρώτη είδηση «έρχονται τα εμβόλια». Και η δεύτερη νομοσχέδιο, η τρίτη Βρούτσης (μέρα δίχως Βρούτση, είναι αυγό χωρίς αλάτι!), η τέταρτη καιρός και λοιπά και λοιπά και λοιπά. Αυτό σε μια μέρα όπου οι νεκροί μόνο ήταν καμιά ογδονταριά και ο αριθμός των κρουσμάτων επέμενε να στέκει γύρω στους χίλιους πεντακόσιους. Ούτε κουβέντα, ούτε φράση, ούτε λέξη, ούτε φωνήεν, ούτε σύμφωνο, ούτε καν οξεία ή περισπωμένη. Τσεβά, που λέμε και στα βλάχικα…
Από εκεί το πήρα και άρχισα να εξετάζω και δελτία τηλεοπτικά και ιστοσελίδες και εφημερίδες και ό,τι μπορούσα τέλος πάντων να βρω μπροστά μου και είδα ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων, οι πρώτες ειδήσεις αφορούσαν στο γεγονός ότι έρχονται (ήρθαν!) τα εμβόλια και ότι πάει τελείωσε, σωθήκαμε, και ότι σιμά κοντά ξαναγυρνάει η ζωή στους γνώριμους ρυθμούς της και τι γαμώ που είναι οι πρωτοβουλίες του Βρούτση, γιατί άνευ Βρούτση δεν τσουλάει το κάρο, δεν ξέρω αν σας το έχω πει! Αλλά οι θάνατοι…
Οι θάνατοι και οι διασωληνωμένοι και τα κρούσματα και όλο αυτό το κακό συναπάντημα (μπορώ να το λέω συναπάντημα;) του κορωνοϊού, κατέβηκε πίστες. Από εκεί που ήταν φόρα παρτίδα στα μούτρα σου, πήγε πίσω και πιο πίσω, αλάργα απ’ την επικαιρότητα, λίγο πριν τα αθλητικά, μη σου πω και λίγο μετά απ’ τα αθλητικά, μια ξεπέτα και μισή που λένε και στα πανεπιστήμια, τρεις το λάδι τρεις το ξύδι που λένε και οι νοικοκυρές!
Αλλάζει άραγε η ατζέντα, μ’ αυτόν τον τρόπο; Παραμυθιάζεται ο κοσμάκης, ο «χοντρός λαός», που έλεγε ο Αντρέας, μασάει σανό με αγριομπούκες, καταπίνει τις υποσχέσεις του λαμπρού μέλλοντος σαν καραμελίτσες –ή μήπως σαν Xanax; Να σας πω την αλήθεια δεν ξέρω, αν και ο Έλλην συνταξιούχος με την Ελληνίδα νοικοκυρά έχουν πολλάκις αποδείξει ότι ονειρεύονται με ανοιχτά μάτια. Για να δούμε αν θα τους προκύψει και αυτή τη φορά ή αν θα επιδείξουν πνεύμα αμφιβολίας έστω και την τελευταία στιγμή…
Και στην αρχή δεν με πείραξε.
Είχα και λίγο την προσοχή μου στην οδήγηση, βρουμ βρουμ περνάγανε πλάι μου οι βιαστικοί, σκεφτόμουν και τη δουλειά (πάντα τη δουλειά σκέφτομαι κύριε Χατζή μου!), ξώφαλτσα πέρασε. Αλλά λίγη ώρα αργότερα, ήρθε και με κοπάνησε στο σταυρί:
Το δελτίο του μεγάλου μουσικού ραδιοσταθμού, είχε αναφερθεί στα κρούσματα, αλλά δεν είχε πει κουβέντα για τους διασωληνωμένους και τους νεκρούς της ημέρας. Αυτά σε ένα εικοσιτετράωρο με τριψήφιο αριθμό απωλειών…
Και ξέρεις κάτι φίλε, δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό.
Γιατί λίγες μέρες αργότερα, άκουγα πάλι στο αμάξι άλλον μεγάλο μουσικό ραδιοσταθμό και ήρθε το καταραμένο το δελτίο και ήταν η πρώτη είδηση «έρχονται τα εμβόλια». Και η δεύτερη νομοσχέδιο, η τρίτη Βρούτσης (μέρα δίχως Βρούτση, είναι αυγό χωρίς αλάτι!), η τέταρτη καιρός και λοιπά και λοιπά και λοιπά. Αυτό σε μια μέρα όπου οι νεκροί μόνο ήταν καμιά ογδονταριά και ο αριθμός των κρουσμάτων επέμενε να στέκει γύρω στους χίλιους πεντακόσιους. Ούτε κουβέντα, ούτε φράση, ούτε λέξη, ούτε φωνήεν, ούτε σύμφωνο, ούτε καν οξεία ή περισπωμένη. Τσεβά, που λέμε και στα βλάχικα…
Από εκεί το πήρα και άρχισα να εξετάζω και δελτία τηλεοπτικά και ιστοσελίδες και εφημερίδες και ό,τι μπορούσα τέλος πάντων να βρω μπροστά μου και είδα ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων, οι πρώτες ειδήσεις αφορούσαν στο γεγονός ότι έρχονται (ήρθαν!) τα εμβόλια και ότι πάει τελείωσε, σωθήκαμε, και ότι σιμά κοντά ξαναγυρνάει η ζωή στους γνώριμους ρυθμούς της και τι γαμώ που είναι οι πρωτοβουλίες του Βρούτση, γιατί άνευ Βρούτση δεν τσουλάει το κάρο, δεν ξέρω αν σας το έχω πει! Αλλά οι θάνατοι…
Οι θάνατοι και οι διασωληνωμένοι και τα κρούσματα και όλο αυτό το κακό συναπάντημα (μπορώ να το λέω συναπάντημα;) του κορωνοϊού, κατέβηκε πίστες. Από εκεί που ήταν φόρα παρτίδα στα μούτρα σου, πήγε πίσω και πιο πίσω, αλάργα απ’ την επικαιρότητα, λίγο πριν τα αθλητικά, μη σου πω και λίγο μετά απ’ τα αθλητικά, μια ξεπέτα και μισή που λένε και στα πανεπιστήμια, τρεις το λάδι τρεις το ξύδι που λένε και οι νοικοκυρές!
Αλλάζει άραγε η ατζέντα, μ’ αυτόν τον τρόπο; Παραμυθιάζεται ο κοσμάκης, ο «χοντρός λαός», που έλεγε ο Αντρέας, μασάει σανό με αγριομπούκες, καταπίνει τις υποσχέσεις του λαμπρού μέλλοντος σαν καραμελίτσες –ή μήπως σαν Xanax; Να σας πω την αλήθεια δεν ξέρω, αν και ο Έλλην συνταξιούχος με την Ελληνίδα νοικοκυρά έχουν πολλάκις αποδείξει ότι ονειρεύονται με ανοιχτά μάτια. Για να δούμε αν θα τους προκύψει και αυτή τη φορά ή αν θα επιδείξουν πνεύμα αμφιβολίας έστω και την τελευταία στιγμή…
- το κείμενο του Xρ. Ξανθάκη είναι από το newpost