Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Η ματωμένη Κυριακή της 3ης Δεκέμβρη 1944

«…Και ξημέρωσε η 3 του Δεκέμβρη. Τρεις του Δεκέμβρη!.. Όποιος έζησε στις 3 του Δεκέμβρη, στις 4 μπορούσε να πεθάνει. Ο προορισμός του ανθρώπου, που είναι: να κάνει κάτι μεγάλο ή να ζήσει κάτι μεγάλο εκπληρώνεται. Γιατί ο λαός, ο Αθηναϊκός λαός, κείνη τη μεγάλη μέρα αποκαλύφθηκε μπροστά στο ίδιο του το μεγαλείο».
Μενέλαος Λουντέμης (1)

Γράφει ο Περικλής Καπετανόπουλος
*

Και ξημέρωσε η 3η του Δεκέμβρη 1944.
Το ΕΑΜ και η ΕΠΟΝ με τα χωνιά στις συνοικίες από τα ξημερώματα καλούσαν το λαό, να κατεβεί οργανωμένος στο κέντρο της πρωτεύουσας για να διαδηλώσει την αντίθεσή του στην πολιτική του εμφυλίου πολέμου που προωθούσαν.. μεθοδικά οι πρώην συνεργάτες των Γερμανών και οι Άγγλοι. Η κυβέρνηση Γ.Παπανδρέου, σε συνεννόηση με τον στρατηγό Σκόμπυ, αθέτησαν προηγούμενη συμφωνία με το ΕΑΜ και επιδίωκαν τον μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, διατηρώντας ένοπλες τις φιλομοναρχικές μονάδες της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου. Τα μεσάνυχτα της 1ης προς 2α Δεκεμβρίου 1944 παραιτήθηκαν, σε ένδειξη διαμαρτυρίας, όλοι οι υπουργοί και υφυπουργοί του ΕΑΜ που συμμετείχαν στην κυβέρνηση.
Το πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη την ίδια μέρα ήταν αποκαλυπτικό: «Όλοι σήμερα στις 11 στο συλλαλητήριο του ΕΑΜ στο Σύνταγμα – Κάτω η κυβέρνηση του εμφυλίου πολέμου! Εμπρός για κυβέρνηση ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ Εθνικής Ενότητας!».

Η διαδήλωση

Οι φάλαγγες από τις συνοικίες ξεκίνησαν νωρίς συντεταγμένες, με τα λάβαρα και τις σημαίες τους. Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, η ΕΠΟΝ, η Εθνική Αλληλεγγύη, τα Αετόπουλα, όλες οι ανατολικές συνοικίες σχημάτισαν μια μεγάλη σε όγκο και μαχητική διαδήλωση. Ανάμεσα τους και η φάλαγγα της Ηλιούπολης, με την Γαβριέλα, τον Γρηγόρη, την Δέσποινα, τη Ζωή, τον Ηλία, τον Σπύρο, την Κατίνα, την Θεώνη, την Ελευθερία, τον Βασίλη, τον Νίκο, τον Λάκη τον Κορσίνη, τον Αρμπιλιά, τα Κερασιωτάκια, την Λέλα και τόσους άλλους… Άοπλη περιφρούρηση των διαδηλωτών ο ΕΛΑΣ της Ηλιούπολης, με υπεύθυνο τον παλιό αλβανομάχο Βασίλη Χαλκιά, που έμενε στην Κάτω Ηλιούπολη. Από τις πιο δραστήριες στην Εθνική Αλληλεγγύη η γυναίκα του Ελευθερία.
Το ρολόι δεν είχε δείξει ακόμα 11 π.μ και η πλατεία Συντάγματος ήταν γεμάτη από μυριάδες λαού, από όλες της γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά. Η 6η Αχτίδα των Ανατολικών Συνοικιών του ΚΚΕ, με τις αντίστοιχες τομεακές οργανώσεις του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ μπήκε στην πλατεία Συντάγματος από την λεωφόρο Αμαλίας και παρατάχθηκε μπροστά από τον Άγνωστο Στρατιώτη. Το πρόγραμμα προέβλεπε οι λαϊκές επιτροπές και οι αντιπροσωπείες των οργανώσεων να καταθέσουν στεφάνια τιμώντας την μνήμη εκείνων που θυσιάστηκαν στην Κατοχή για την Λευτεριά και την Ανεξαρτησία της Πατρίδας μας. 

Η απρόκλητη επίθεση

Όμως οι Εγγλέζοι και ο Παπανδρέου είχαν άλλα σχέδια. Αστυνομικοί, με εντολή του διευθυντή της Αστυνομίας Πόλεων Άγγελου Έβερτ, είχαν οχυρωθεί στην είσοδο του κτιρίου, στην ταράτσα και στα παράθυρα της Αστυνομικής Διεύθυνσης που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και βασιλίσσης Σοφίας (τότε Κηφισίας),εκεί που σήμερα υψώνεται ένα γυάλινο κτίριο του υπουργείου Εξωτερικών, στην ταράτσα της Βουλής και στο απέναντι του κτιρίου πεζοδρόμιο, μπροστά από τα ανθοπωλεία, προς την πλευρά του Αγνώστου Στρατιώτη.
Όσο περνούσε η ώρα τόσο το πλήθος και η ένταση μεγάλωναν. Τα συνθήματα «όχι άλλη κατοχή», «Παπανδρέου παραιτήσου» δονούσαν την ατμόσφαιρα. Ξαφνικά ακούγονται πυροβολισμοί από το κτίριο της Αστυνομίας. Σε ελάχιστα λεπτά το τουφεκίδι γενικεύεται. Οι αστυνομικοί πυροβολούν στο ψαχνό ενάντια στο άοπλο πλήθος. Ο δρόμος βάφεται με αίμα.

Οι μαρτυρίες

Γράφει η Μέλπω Αξιώτη (2):
«Δίπλα απ’ τα ανάκτορα αστυνομικοί και φασίστες εκείνη τη στιγμή μας πυροβολούν στο ψαχνό. Κορίτσια τότε δείχνουν τα στήθια τους και φωνάζουν: βαράτε εδώ! Είμαστε άοπλοι! Και οι φασίστες τα βαρούν… Οι νεκροί πέφτουν τώρα γύρω – τριγύρω μας ένας – ένας χάμω, σα σπουργίτια. Οι ξένοι ανταποκριτές στέκουν εκστατικοί. Ένας Αμερικανός με στολή χιμά κι αρπά πιστόλι αστυνομικού που ήταν έτοιμο ν’ ανάψει. Άλλος Αμερικανός πίσω από τανκ εγγλέζικο φωτογραφίζει το λάβαρο του ΕΑΜ που μούσκεψε σε σκοτωμένου το αίμα… Πολλοί από τους πόλισμαν πετούν τα όπλα τους στους διαδηλωτές και οι διαδηλωτές τους σηκώνουν στα χέρια. Οι Άγγλοι γύρω – γύρω και πάνω στα τανκς, στη ”Μεγάλη Βρετάνια” στα πεζοδρόμια, ανάμεσα στο πλήθος, φλεγματικοί παντού και αξιοπρεπείς στέκουν και βλέπουν τη δολοφονία μας, πως θάστεκαν να βλέπουν ταινία κινηματογράφου. Στο τέλος – τέλος παίρνουν μέρος. Μαζεύουν με τα φορτηγά τους, τραυματισμένους και γερούς. Ήταν αυτοί οι πρώτοι όμηροι. Σε λίγες μέρες γίνηκαν χιλιάδες».
Για το ίδιο γεγονός γράφει η Γαβριέλα Χαμογεωργάκη (3):
«Στις 3 του Δεκέμβρη κατεβαίνουμε για μια ειρηνική διαμαρτυρία στο Σύνταγμα. Ο Λαός άοπλος. Γύρω στις στέγες της Μεγάλης Βρετάνιας και της Βουλής μαυρίζει η μαυρίλα των πραιτωριανών του Παπανδρέου.
Κρατιόμαστε σφιχτά αλαμπρατσέτα, η μάνα μου, ο Γρηγόρης, η Δέσποινα Παπαδοπούλου και εγώ. Κάποια στιγμή ακούμε πυροβολισμούς, κυκλοφορούν ανάμεσα στον κόσμο πλακάτ βουτηγμένα στο αίμα. Η μάνα μου πανικοβάλλεται. Είναι κόκκινη σαν το παντζάρι. Ο Γρηγόρης είναι χλωμός σαν το φλουρί.
-Πάμε να φύγουμε, θα μας σκοτώσουν.
-Δεν πάω πουθενά!
Και εκεί γονατίζει σαν ένας άνθρωπος αυτό το πλήθος των ταλαιπωρημένων, των άοπλων, των προδομένων ανθρώπων και τραγουδάει «επέσατε θύματα …».
Την άλλη μέρα μαθαίνουμε, ότι ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και δυο Ηλιουπολιτάκια…».

Τα θύματα

Ανάμεσα στους 21 νεκρούς διαδηλωτές την Κυριακή της 3ης Δεκεμβρίου 1944 και δυο Ηλιουπολίτες; Η Θεώνη Βάϊλα 17 ετών και ο Νίκος Λουρωτός 27 ετών καθηγητής της Γαλλικής. Οι τραυματίες φτάνουν τους 140. 

Οι ξένοι αυτόπτες μάρτυρες 

Με τις μαρτυρίες της Μέλπως Αξιώτη και της Γαβριέλας Χαμογεωργάκη συμφωνούν αυτόπτες μάρτυρες, που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως φιλικά προσκείμενοι στο ΕΑΜ.
Πρόκειται για τον πράκτορα της υπηρεσίας ΟSS των Ηνωμένων Πολιτειών, Κ.Κουβαρά (4), ο οποίος παρακολούθησε την συγκέντρωση από τον εξώστη του δωματίου του στη «Μ. Βρετάνια». Γράφει μεταξύ άλλων: «Είδα τον κόσμο να έρχεται σε παράταξη με τις σημαίες του -ελληνική, αμερικανική, βρετανική και ρωσική- μπροστά. Ήταν μια γιγάντια φάλαγγα, αλλά οι διαδηλωτές προχωρούσαν με τάξη τραγουδώντας αντάρτικα τραγούδια και φωνάζοντας συνθήματα. Έρχονταν δυτικά από την οδό Πανεπιστημίου και προσπάθησαν να μπουν στην πλατεία Συντάγματος στρίβοντας αριστερά στην οδό Οθωνος. Η Αστυνομία τους σταμάτησε. Η πελώρια φάλαγγα άρχισε πάλι να κινείται για να μπει στην πλατεία, κατεβαίνοντας τα σκαλιά που οδηγούν από το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Η Αστυνομία και πάλι τους σταμάτησε κι η φάλαγγα άρχισε πάλι να κινείται… Το μπροστινό τμήμα του συλλαλητηρίου είχε φτάσει στην άκρη της πλατείας όπου βρισκόμασταν, και καθώς παρατηρούσα προσεκτικά, άκουσα τους επικεφαλής να συζητούν με την Αστυνομία, μόλις δέκα μέτρα από κει που στεκόμασταν. Προσπαθήσαμε να παρακολουθήσουμε τη συζήτηση που διεξαγόταν σε υψηλό τόνο, αλλά δεδομένων των περιστάσεων το πράγμα δε φαινόταν εξαιρετικό. Οι διαδηλωτές σπρώχνανε για να μπουν στην πλατεία, αλλά δε γινόταν καμιά συμπλοκή. Ξαφνικά ένα παράγγελμα ”τραβηχτείτε πίσω:” δόθηκε με μια στριγγλή, στρατιωτική φωνή και όλοι οι αστυνομικοί υποχώρησαν κάπου είκοσι μέτρα, γονάτισαν κι άρχισαν να πυροβολούν! Τα πυρά ήταν πυκνά. Διακόσιοι αστυνομικοί έβαλλαν ταυτόχρονα, οι περισσότεροι με αυτόματα…».
Την ίδια εικόνα περιγράφει και ο δημοσιογράφος Μ. Φόντορ, ανταποκριτής στη «New York Post», στις 17/2/1945: «Μέσα σε 25 χρόνια έχω δει σχεδόν όλες τις επαναστάσεις της Ευρώπης. Αυτή εδώ ήταν η πιο ήρεμη και πολιτισμένη επανάσταση που έχω δει ποτέ μέχρι τη στιγμή που η αστυνομία άρχισε να πυροβολεί και οι Αγγλοι επενέβησαν».
Κανένας από τους ξένους δημοσιογράφους που βρίσκονταν τότε στην Αθήνα δεν αμφέβαλε πως η Αστυνομία, χτύπησε δολοφονικά τον άοπλο λαό, που ειρηνικά διαδήλωνε την επιθυμία του να διατηρηθεί η ομαλότητα στη χώρα. Έμειναν άναυδοι από τη βαρβαρότητα των αστυνομικών ακόμα και οι πιο διορατικοί και έμπειροι δημοσιογράφοι, που «προφητικά» είχαν προβλέψει πως οι αντιδραστικοί και οι δοσίλογοι ήθελαν να προκαλέσουν εμφύλια σύγκρουση, για να δώσουν τη δυνατότητα στους Άγγλους να επέμβουν δυναμικά.
«Δέκα μέρες πριν αρχίσουν οι πυροβολισμοί στην Αθήνα – γράφει στο βιβλίο του ο Λ. Σταυριανός (5)– ο Κωνσταντίνος Πούλος, τηλεγράφησε την ακόλουθη προφητική προειδοποίηση: Ακριβώς όπως οι φασίστες της Ισπανίας το 1936, οι Έλληνες φασίστες μπορούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημία και δυνατόν να αρχίσουν ένα ήσσονα εμφύλιο πόλεμο. Χωρίς ξένη βοήθεια, όμως, δεν έχουν καμιά πιθανότητα να κερδίσουν. Δεν έχουν πια βοήθεια από τους Γερμανούς και Ιταλούς, αλλά επιμένουν να πιστεύουν πως χρησιμοποιώντας παραπλανητικές μεθόδους, θα πάρουν ενθάρρυνση και βοήθεια από την Αγγλία και πιθανώς από τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Ο βρετανός πρέσβης

"Οι πυροβολισμοί στην πλατεία Συντάγματος έλαβαν χώρα σε πλήρη θέα πολλών ξένων ανταποκριτών, που έμεναν στο ξενοδοχείο "Μεγάλη Βρετανία". Απέναντι στο ξενοδοχείο ήταν τα κεντρικά γραφεία της Αστυνομίας και ακριβώς σ' αυτή τη γωνία έγιναν οι ταραχές. Για τους ανταποκριτές, ήταν μια σπάνια ευκαιρία για τη μετάδοση νέων. Είχαν δει οι ίδιοι όλα τα γεγονότα και τα σχόλια γρήγορα έβγαιναν από τις γραφομηχανές τους. Σε λίγες ώρες ο κόσμος είχε την εντύπωση ότι η φασιστική ή σχεδόν φασιστική κυβέρνηση της Αθήνας είχε πυροβολήσει ενάντια στα άοπλα πλήθη. Αυτές οι γραφομηχανές έδωσαν στο ΕΑΜ μια μεγάλη νίκη εκείνη την ημέρα" Ρ. Λίπερ

Η ουτοπία

Συνεπώς τα αιματηρά γεγονότα της 3ης του Δεκέμβρη δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Την επόμενη μέρα, 4 Δεκέμβρη, όταν ο Λαός κήδευε τα θύματα της «Ματωμένης Κυριακής» οι δυνάμεις του σκότους ξαναχτύπησαν. Τριάντα ένας νεκροί αυτή τη φορά. Εκατοντάδες οι τραυματίες. Το απόγευμα ο ΕΛΑΣ απάντησε με τα όπλα. Έτσι άρχισαν οι μάχες τον Δεκέμβρη του 1944, που κράτησαν 33 ολόκληρες μέρες. Η ένοπλη σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944 των δυνάμεων του ΕΑΜικού κινήματος ενάντια στα βρετανικά στρατεύματα και τις αστικές πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις, διεξήχθη σε συνθήκες που εκ των πραγμάτων έθεταν το ζήτημα σε ποια χέρια θα περάσει η εξουσία στην μεταπολεμική Ελλάδα. Στο ζήτημα αυτό η καθοδήγηση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ δεν στάθηκε ικανή να δώσει ικανοποιητική απάντηση, υπογράφοντας μια σειρά συμφωνίες με κορυφαία στην Συμφωνία του Λιβάνου, οι οποίες ακύρωναν ότι είχαν επιτύχει στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο, οι δυνάμεις της Αντίστασης στην κατεχόμενη΄Ελλάδα.
Κατά την εκτίμηση κορυφαίων στελεχών του ΚΚΕ την περίοδο αυτή, οι αλλεπάλληλες υποχωρήσεις οφείλονταν στην υποτίμηση των δυνάμεων της ΕΑΜικής Αντίστασης και στην υπερτίμηση των δυνατοτήτων του βρετανικού ιμπεριαλισμού, διότι στα ανώτερα κομματικά κλιμάκια είχε επικρατήσει η αντίληψη ότι ο ΕΛΑΣ ήταν αδύνατο να αντιπαρατεθεί με επιτυχία με τον βρετανικό στρατό.6
Με την απόσταση των 76 χρόνων από εκείνα τα γεγονότα, και με τα νέα στοιχεία που έχει φέρει στο φως η ιστορική έρευνα, μπορούμε να υποστηρίξουμε βάσιμα, ότι ο προσανατολισμός του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην ουτοπία της «Εθνικής Ενότητας» και της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης» διευκόλυνε την κυβέρνηση του Καϊρου και τους Εγγλέζους να εφαρμόσουν τα σχέδια τους για την παλινόρθωση του βασιλιά και την αποκατάσταση του προπολεμικού πολιτικού και οικονομικού status στην Ελλάδα.

*Δημοσιογράφος-Ιστορικός

Πηγές: 
1.Μενέλαος Λουντέμης, «Ο Μεγάλος Δεκέμβρης», εκδόσεις Μαρή & Κοροντζή, Αθήνα: 1945, σ:. 40 
2.Μέλπω Αξιώτη, «Απάντηση σε 5 ερωτήματα» εκδόσεις Μαρή & Κοροντζή, Αθήνα: 1945, σ:66 
3.Γαβριέλα Χαμογεωργάκη, «Εκείνα τα χρόνια στην Ηλιούπολη»,Αθήνα: 1989,σ:51. 
4.Κ. Κουβαράς, «O.S.S. Με την Κεντρική του ΕΑΜ», Αθήνα: Εξάντας, σ: 162-163 
5.Λ. Σταυριανού, «Η Ελλάδα σε επαναστατική περίοδο», Αθήνα: Κάλβος 1974, σ:151 
6.Β.Μπαρτζιώτα, «Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης 1944», Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, σ.σ:18-19