του Χρήστου Ξανθάκη
Πολλά μου λείπουν απ’ την «Ελευθεροτυπία», ρε φίλε.
Μου λείπουν η γωνιά μου, το γραφείο μου.
Μου λείπουν κάποιοι άνθρωποι, κάποιες φωνές, κάποιες παρουσίες και μερικούς απ’ αυτούς ξέρω ότι δεν θα τους ξαναδώ ποτέ.
Μου λείπει εκείνο το.. γαμημένο ηλιοβασίλεμα, όπως κοιτάζαμε τη θάλασσα και γινόταν μωβ ο ουρανός.
Και μου λείπει και το αρχείο της εφημερίδας!
Καλό και το γκουγκλάκι δεν λέω, αλλά ρε φίλε με το εσωτερικό το συστηματάκι που έβανες μια λέξη και πάταγες ένα κουμπί και σου ‘ρχόταν στο πιάτο με χρονική σειρά όλα τα σχετικά δημοσιεύματα, μαζί με τα ρεπορτάζ και τα σχόλια, γάμησέ τα, μην το ψάχνεις μοναδική ευκολία.
Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, πολύ ζήλεψα την Εφημερίδα των Συντακτών που είχε χθες οκτάστηλο πρωτοσέλιδο με τίτλο «Στήνουν καθεστώς καταστολής» και μέσα φιλοξενούσε χρονολόγιο με «μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά περιστατικά αστυνομικής βίας τον τελευταίο χρόνο».
Όχι ένα περιστατικό, όχι δύο περιστατικά, αλλά εικοσιτρία ολόκληρα περιστατικά όπου το ξύλο δεν βγήκε απ’ τον Παράδεισο και δεν το εισέπραξαν οι μαγουλήθρες της Βουγιουκλάκη. Απ’ το γραφείο του Χρυσοχοΐδη βγήκε με θύματα μαθητές, φοιτητές αφισοκολλητές, αντιρατσιστές, μετανάστες, πρόσφυγες τι να λέμε τώρα μόνο η μάνα μου η Κουλίτσα που είναι 81 χρονών γυναίκα δεν τις έφαγε.
Τις έφαγε όμως παιδάκι 76 χρόνια μικρότερο απ’ τη μητέρα μου, την Κυριακή στο Γαλάτσι, όταν αστυνομικές δυνάμεις περικύκλωσαν και μουντάρησαν αντιφασιστική συγκέντρωση. Πολύ ξύλο έπεσε, κεφάλια ανοίξανε, στο νοσκομείο έτρεχε κόσμος και πάνω στο χάσιμο, πάρε κι εσύ πιτσιρικά μερικές γιατί βρέθηκες τυχαία στο δρόμο των ΜΑΤατζήδων. Και δώσε κλάμα το πιτσιρίκι, αλλά βγήκε η αστυνομία και είπε ότι δεν έκλαιγε απ’ τις γκλομπιές έκλαιγε απ’ τα δακρυγόνα που πέσανε. Πάλι καλά που δεν είπανε ότι ήταν Παοκτσάκι κι έκλαιγε από συγκίνηση γιατί το κάρφωσε ο Νινούα στο τελευταίο λεπτό…
Και φυσικά η μόνιμη απάντηση σε κάθε απόπειρα καταγραφής και καταγγελίας της διαρκώς αυξανόμενης αστυνομικής βίας είναι ότι τα ΜΑΤ ρίξανε δακρυγόνα και στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία μας τον Ιανουάριο του 2019 και υπέφερε ο κοσμάκης. Μια ευρέως διαδεομένη παραμύθα, αλλά ήμουνα μπροστά και ξέρω πολύ καλά ότι πρώτα φάγανε οι ΜΑΤατζήδες εκατοντάδες φωτοβολίδες ναυτικού τύπου από κάτι παλικάρια τίγκα στον πατριωτισμό και ύστερα τα ρίξανε τα δακρυγόνα τους. Πράγμα που δεν νομίζω ότι συνέβη ούτε στη συγκέντρωση για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής έξω απ’ το Εφετείο (ποιες μολότωφ, γαμώ την τρέλα μου;), ούτε αντιπροχτές στο Γαλάτσι…
Εν κατακλείδι όμως. Εν κατακλείδι, δεν φταίει που είναι αριστερός ο Χρυσοχοΐδης όπως είπε ο παντογνώστης Άδωνις και γι’ αυτό του ξέφυγε η κατάσταση.
Εν κατακλείδι φταίει η carte blanche που έχει δώσει ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως (συγγνώμη ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη) στις δυνάμεις του νόμου.
Γιατί σε όποιον και να δώσεις carte blanche και στον πιο αθώο άνθρωπο του κόσμου και στον πιο καλό άνθρωπο του κόσμου και στο άγιο πνεύμα το κύριο, το ζωοποιό, σκατά θα τα κάνει.
Πόσο δε μάλλον κάτι τύποι οπλισμένοι με μπιστόλια και γκλομπ, που δεν το ‘χουνε και σε πολύ να τα βγάλουν απ’ τις θήκες τους…
Πολλά μου λείπουν απ’ την «Ελευθεροτυπία», ρε φίλε.
Μου λείπουν η γωνιά μου, το γραφείο μου.
Μου λείπουν κάποιοι άνθρωποι, κάποιες φωνές, κάποιες παρουσίες και μερικούς απ’ αυτούς ξέρω ότι δεν θα τους ξαναδώ ποτέ.
Μου λείπει εκείνο το.. γαμημένο ηλιοβασίλεμα, όπως κοιτάζαμε τη θάλασσα και γινόταν μωβ ο ουρανός.
Και μου λείπει και το αρχείο της εφημερίδας!
Καλό και το γκουγκλάκι δεν λέω, αλλά ρε φίλε με το εσωτερικό το συστηματάκι που έβανες μια λέξη και πάταγες ένα κουμπί και σου ‘ρχόταν στο πιάτο με χρονική σειρά όλα τα σχετικά δημοσιεύματα, μαζί με τα ρεπορτάζ και τα σχόλια, γάμησέ τα, μην το ψάχνεις μοναδική ευκολία.
Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, πολύ ζήλεψα την Εφημερίδα των Συντακτών που είχε χθες οκτάστηλο πρωτοσέλιδο με τίτλο «Στήνουν καθεστώς καταστολής» και μέσα φιλοξενούσε χρονολόγιο με «μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά περιστατικά αστυνομικής βίας τον τελευταίο χρόνο».
Όχι ένα περιστατικό, όχι δύο περιστατικά, αλλά εικοσιτρία ολόκληρα περιστατικά όπου το ξύλο δεν βγήκε απ’ τον Παράδεισο και δεν το εισέπραξαν οι μαγουλήθρες της Βουγιουκλάκη. Απ’ το γραφείο του Χρυσοχοΐδη βγήκε με θύματα μαθητές, φοιτητές αφισοκολλητές, αντιρατσιστές, μετανάστες, πρόσφυγες τι να λέμε τώρα μόνο η μάνα μου η Κουλίτσα που είναι 81 χρονών γυναίκα δεν τις έφαγε.
Τις έφαγε όμως παιδάκι 76 χρόνια μικρότερο απ’ τη μητέρα μου, την Κυριακή στο Γαλάτσι, όταν αστυνομικές δυνάμεις περικύκλωσαν και μουντάρησαν αντιφασιστική συγκέντρωση. Πολύ ξύλο έπεσε, κεφάλια ανοίξανε, στο νοσκομείο έτρεχε κόσμος και πάνω στο χάσιμο, πάρε κι εσύ πιτσιρικά μερικές γιατί βρέθηκες τυχαία στο δρόμο των ΜΑΤατζήδων. Και δώσε κλάμα το πιτσιρίκι, αλλά βγήκε η αστυνομία και είπε ότι δεν έκλαιγε απ’ τις γκλομπιές έκλαιγε απ’ τα δακρυγόνα που πέσανε. Πάλι καλά που δεν είπανε ότι ήταν Παοκτσάκι κι έκλαιγε από συγκίνηση γιατί το κάρφωσε ο Νινούα στο τελευταίο λεπτό…
Και φυσικά η μόνιμη απάντηση σε κάθε απόπειρα καταγραφής και καταγγελίας της διαρκώς αυξανόμενης αστυνομικής βίας είναι ότι τα ΜΑΤ ρίξανε δακρυγόνα και στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία μας τον Ιανουάριο του 2019 και υπέφερε ο κοσμάκης. Μια ευρέως διαδεομένη παραμύθα, αλλά ήμουνα μπροστά και ξέρω πολύ καλά ότι πρώτα φάγανε οι ΜΑΤατζήδες εκατοντάδες φωτοβολίδες ναυτικού τύπου από κάτι παλικάρια τίγκα στον πατριωτισμό και ύστερα τα ρίξανε τα δακρυγόνα τους. Πράγμα που δεν νομίζω ότι συνέβη ούτε στη συγκέντρωση για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής έξω απ’ το Εφετείο (ποιες μολότωφ, γαμώ την τρέλα μου;), ούτε αντιπροχτές στο Γαλάτσι…
Εν κατακλείδι όμως. Εν κατακλείδι, δεν φταίει που είναι αριστερός ο Χρυσοχοΐδης όπως είπε ο παντογνώστης Άδωνις και γι’ αυτό του ξέφυγε η κατάσταση.
Εν κατακλείδι φταίει η carte blanche που έχει δώσει ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως (συγγνώμη ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη) στις δυνάμεις του νόμου.
Γιατί σε όποιον και να δώσεις carte blanche και στον πιο αθώο άνθρωπο του κόσμου και στον πιο καλό άνθρωπο του κόσμου και στο άγιο πνεύμα το κύριο, το ζωοποιό, σκατά θα τα κάνει.
Πόσο δε μάλλον κάτι τύποι οπλισμένοι με μπιστόλια και γκλομπ, που δεν το ‘χουνε και σε πολύ να τα βγάλουν απ’ τις θήκες τους…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr