Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Δυο πράγματα μου δώσανε αφορμή για να γράψω αυτό που γράφω σήμερα. Το πρώτον ήταν η ανακοίνωση για ύφεση ρεκόρ στο δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και το δεύτερο μια ραδιοφωνική διαφήμιση για την ελληνική έκδοση του περιοδικού Vogue. Φαινομενικά αταίριαστα μεταξύ τους, αλλά θα..
Και ξεκινώ με την ύφεση. Στο μείον 15,2 % κατακρημνιστήκαμε, ο Χάρος μας πήρε, δεν ήταν διολίσθηση αυτή βουτιά στο κενό ήταν. Βεβαίως υπήρχαν και χώρες που κατέγραψαν μεγαλύτερο νούμερο, αλλά οι χώρες αυτές (Ισπανία επί παραδείγματι και Ιταλία) είναι χώρες κανονικές, με θεσμούς, με υποδομές, με βιομηχανική παραγωγή, δεν είναι ένα φτερό στον άνεμο που έτσι και δεν σερβίρει αρκετούς φραπέδες (και φρέντους και μοχίτοζ!) θα το πάρει ο διάολος και θα το πάει μια μεγάλη βόλτα. Εκτός πια κι αν είσαι ευρωβουλευτής της συντηρητικής παρατάξεως, οπότε έχεις την άδεια να διαστρέφεις την αλήθεια όπως έχει ο Μποντ την άδεια να σκοτώνει…
Και γιατί όχι δηλαδή. Εδώ γράφτηκε ότι σιγά και τι έγινε και ποια πτώση, σιγά, και οσονούπω τη σκαπουλάρουμε και ανοίγουν οι πύλες της ανάπτυξης και ρέει το χρήμα, σαν να το βλέπω μπροστά μου είναι, σαν να το ακουμπάω, πτώση 15,2 % και αυγά Τουρκίας, αυτά είναι για τους λιγόψυχους και τους κλανιάρηδες, οι Έλληνες όμως πολεμούν σαν ήρωες, οι Έλληνες αγωνίζονται σαν ήρωες και, πάνω απ’ όλα, οι Έλληνες καταναλώνουν σαν ήρωες!
Πράγμα που με φέρνει στο σποτάκι το διαφημιστικό της Vogue, που το άκουσα στο ραδιόφωνο όπως οδηγούσα και κόντεψε να μου φύγει το τιμόνι απ’ τα χέρια. Γιατί έλεγε ότι το τεύχος το τρέχον θα είναι σπέσιαλ, θα είναι ξεχωριστό, με εξώφυλλο φιλοτεχνημένο από το Δημήτρη Παπαϊωάννου (μαϊδανό έχω, θέλετε;) και ύλη πολύ πλούσια και φαντασμαγορική, αφιερωμένη σε ένα «φωτεινό μέλλον». Μάλιστα, αυτό έλεγε, το τιμόνι στη θέση του ίσα ίσα:
Ένα «φωτεινό μέλλον» με τη Vogue…
Τη Βίβλο του καταναλωτισμού δηλαδή, τη Βίβλο του χαΐστικου καταναλωτισμού αν θέλω να είμαι πιο ακριβής, φύγε βλάχα τράβα στο πανηγύρι της Αγίας Θέκλας να ψωνίσεις βρακί απ’ το πανέρι. Αυτό οραματίζονται τα πλάσματα του περιοδικού, ότι το «φωτεινό μέλλον» περνάει απ’ τις σελίδες τους και απ’ τις ρεκλάμες (old school, τι να κάνω;) με τους κραταιούς οίκους μόδας και τις αυτοκρατορίες των καλλυντικών. Η πιστωτική στη θέση της και βάλε μπρος για το βάθος του ορίζοντα!
Λυπούμαι που θα τους το χαλάσω, αλλά αυτά είναι συνταγές του εικοστού αιώνα. Και όπως απέδειξε με μια σχετική ευκολία (με μεγάλη ευκολία!) ο κορωνοϊός οι συνταγές του εικοστού αιώνα δεν περνάνε στον εικοστό πρώτο. Όταν ακόμη και ο Τζο Μπάιντεν βγαίνει και δηλώνει ότι μας τελείωσε η οικονομία των μετοχών, τότε πρέπει να χαλαρώσουν οι μαθητευόμενοι μάγοι των ημερών και να επανεξετάσουν τα κιτάπια τους. Γιατί το πάρτι τελείωσε κι ήρθε η σκουπιδιάρα να μαζέψει τα απορρίμματα…
Κι ανάμεσά τους, ανάμεσα στα πλαστικά ποτηράκια, στα αποτσίγαρα και στα προφυλακτικά, θα βρει και μερικά νομοσχέδια. Εκείνο του Χατζηδάκη, ας πούμε, για τις εξορύξεις και το φρέσκο του Βρούτση που τώρα έρχεται για τα μισθά. Θα βρει αντιλήψεις μουχλιασμένες και σκωληκόβρωτες για το πώς πάει μπροστά ο κόσμος και πως φωτάει το μέλλον. Και πως γεμίζουν οι τσέπες των κολλητών με παντεσπάνι, σε μια εποχή που έχει αρχίζει να σπανίζει και το ψωμί ακόμη.
Λάθος λύσεις, λάθος αντιλήψεις, λάθος χειρισμοί. Και στο βάθος ένα χάσμα που μας χωράει όλους και όλες και περισσεύει και χώρος για τους απογόνους μας. Η συγχωρεμένη η Θάτσερ το είχε δηλώσει: «Κοινωνία δεν υπάρχει». Καιρός είναι λοιπόν ν’ αποφασίσουμε αν θα συνεχίσουμε την αυτοκτονική μας πορεία με βάση τη λογική της ή θα κάνουμε έστω και την τελευταία στιγμή το κρίσιμο βήμα προς τα πίσω…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost